Η 18η Μαρτίου 1871 σηματοδοτεί την εκκίνηση μιας μοναδικής ιστορικής εμπειρίας που σηματοδοτούσε μια εντυπωσιακή ιστορική καινοτομία, ένα ιστορικό ρήγμα, η πραγματική σημασία του οποίου δεν θα αποτυπωνόταν μόνο στη συλλογική μνήμη των υποτελών τάξεων, αλλά και στον τρόπο που θα λειτουργούσε ως σημείο αναφοράς για μερικές από τις επαναστάσεις του 20ου αιώνα.
Η σημασία του ιστορικού ρήγματος γίνεται ακόμη πιο μεγάλη, εάν αναλογιστούμε ότι αναφερόμαστε σε μια εμπειρία ιδιαίτερα βραχύβια. 71 ημέρες διήρκεσε συνολικά, για να τελειώσει μέσα στη βαρβαρότητα της «Ματωμένης Εβδομάδας» ανάμεσα στις 21 και τις 28 Μαΐου 1871, με τις μαζικές εκτελέσεις των Κομμουνάρων, τις δεκάδες χιλιάδες συλλήψεις, φυλακίσεις, εξορίες.
Η βασική σημασία της Κομμούνας του Παρισιού έγινε αισθητή παράλληλα με την εξέλιξη των ίδιων των γεγονότων.
Οξυδερκής παρατηρητής αλλά και ταυτόχρονα άμεσα εμπλεκόμενος ως ηγετικό στέλεχος της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών, ο Καρλ Μαρξ όχι απλώς θα παρακολουθήσει στενά την εξέλιξη των γεγονότων, όπως και όσων προηγήθηκαν και ακολούθησαν, αλλά και θα καταθέσει την αποτίμησή του στα κείμενα του αργότερα έγιναν γνωστά ως «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία» και που στην αρχή αποτελούσαν τις επίσημες τοποθετήσεις της Διεθνούς για τα γεγονότα.
Μια διαφορετική μορφή εξουσίας
Αυτό που τον συγκλονίζει στην εμπειρία της Κομμούνας είναι ακριβώς ο τρόπος που για πρώτη φορά βλέπει μια διαφορετική μορφή κρατικής εξουσίας η οποία δεν οργανώνεται στο όνομα του λαού, αλλά αποτελεί η ίδια μορφή αυτοκυβέρνησης των υποτελών τάξεων, κάτι που αποτυπώνεται ακόμη και στην κοινωνιολογική σύνθεση των μελών της.
Αυτό που είχε διατυπωθεί ως αίτημα, στρατηγικό όραμα ή έστω ουτοπική ευχή, πλέον φαινόταν να γίνεται πράξη: μια κυβέρνηση των ίδιων των απλών ανθρώπων, των εργατών και των τεχνιτών του Παρισιού και μια κρατική μορφή που προσπαθούσε να έχει λιγότερα χαρακτηριστικά γραφειοκρατίας και διαχωρισμένου και αυτονομημένου κατασταλτικού μηχανισμού.
Μικρή σημασία είχε ότι μέσα στον ιδιαίτερα βραχύ βίο της η Κομμούνα προφανώς και δεν μπόρεσε να προωθήσει ιδιαίτερα το όποιο κοινωνικό ή οικονομικό πρόγραμμά της.
Ούτε ότι ήταν το αποτέλεσμα μιας εξαιρετικά σύνθετης συγκυρίας όπου οι συσσωρευμένες κοινωνικές αντιθέσεις συναντήθηκαν με την τραγική για τη γαλλική πλευρά εξέλιξη του Γαλλοπρωσικού πολέμου.
«Το μεγάλο κοινωνικό μέτρο της Κομμούνας ήταν η ίδια της η ύπαρξη», θα πει ο Μαρξ.
Το βασικό ήταν ότι μπόρεσε να υπάρξει, έστω και για λίγο, ως ένα κρίσιμο στρατηγικό διάβημα και κυρίως ως ένα πραγματικό πείραμα για το πώς θα μπορούσε να αρθρωθεί μια διαφορετική και ανταγωνιστική κρατική μορφή, μια εκδοχή δημοκρατίας που να κάνει πράξη ένα αίτημα αυτοκυβέρνησης και θα οδηγούσε σε ένα είδος «τσακίσματος» ή «απονέκρωσης» του κράτους και μια εκδοχή δημοκρατικής πολιτικής συμμετοχής που θα ανέστρεφε την τάση προς έναν κρατικό μηχανισμό εξωτερικό προς την κοινωνία.
Το παράδοξο είναι ότι τις αμέσως επόμενες δεκαετίες στο εσωτερικό των πολιτικών μορφών του εργατικού κινήματος θα κυριαρχήσει η αντίληψη ότι η Κομμούνα του Παρισιού ανήκε μάλλον σε μια εκδοχή εξεγεργιακής ακολουθίας που δύσκολα θα μπορούσε να επαναληφθεί, με αποκορύφωμα τη στροφή του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, αυτού του προτύπου «μαζικού κόμματος» και μιας ιδιότυπης «παράλληλης κοινωνίας», προς μια κοινοβουλευτική αντίληψη της πολιτικής ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα και αρκετά πριν τη μεταστροφή του 1914.
Θα είναι ο Λένιν που θα επιστρέψει στην εμπειρία της Κομμούνας, εν μέσω της επαναστατικής διεργασίας του 1917, στις παραμονές του Οκτώβρη, σε μια προσπάθεια να στοχαστεί τα σοβιέτ όχι απλώς ως όργανα αυτοοργάνωσης αλλά αυτοκυβέρνησης, νήμα που θα χαθεί στην ακολουθία που από τις απαιτήσεις του Εμφυλίου πολέμου θα οδηγήσει στη σταλινική διαμόρφωση ενός καταπιεστικού κρατικού μηχανισμού με αποκορύφωμα τις εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του 1930.
Και μερικές δεκαετίες θα είναι στη Σαγκάη του 1967, όταν η πιο ριζοσπαστική πτέρυγα της Πολιτιστικής Επανάστασης –και η πρώτη που θα ηττηθεί– θα δοκιμάσει να εγκαθιδρύσει κάτι παρόμοιο, πριν κατηγορηθεί για «υπεραριστερή παρέκκλιση»
Αντίθετα, ειδικά για τον Μαρξ, η Κομμούνα θα είναι το παράδειγμα που έδειχνε ότι η εργατική τάξη δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον κρατικό μηχανισμό ως είχε και ότι αντίθετα χρειαζόταν, κατά την έκφραση του Ετιέν Μπαλιμπάρ, μια νέα πρακτική της πολιτικής, που να στηρίζεται στη μαζική δημοκρατική συμμετοχή, την άρση των παραδοσιακών διαχωρισμών ανάμεσα σε κοινωνία και πολιτική, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, την αποτροπή της αυτονόμησης των κατασταλτικών μηχανισμών, την ανακλητότητα των αιρετών και την εκτεταμένη πολιτικοποίηση των χώρων εργασίας ως αμφισβήτηση των εκμεταλλευτικών κοινωνικών σχέσεων και του ιεραρχικού καταμερισμού εργασίας στον οποίο αυτές συγκεφαλαιώνονται.
«Η έφοδος στον ουρανό» και η μνήμη
Με αυτά τα λόγια περιέγραψε την μελλοντική μοίρα της Κομμούνας ο Μαρξ: «Το Παρίσι των εργατών με την Κομμούνα του θα γιορτάζεται πάντα σαν δοξασμένος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Τους μάρτυρες της τους έχει κλείσει μέσα στη μεγάλη της καρδιά η εργατική τάξη. Τους εξολοθρευτές της τους κάρφωσε κιόλας η ιστορία στον πάσσαλο της ατίμωσης απ’ όπου δεν μπορούν να τους λυτρώσουν μήτε όλες οι προσευχές των παπάδων τους.»