Ο Βασίλης Καλαντζής, ένας από τους συνιδρυτές του δημιουργικού -παραγωγικού εγχειρήματος των Three Cents μιλά για όλα όσα έζησε και ζει σε αυτήν την ενδιαφέρουσα αλλά απαιτητική διαδρομή στο in.gr.

Ο Βασίλης Καλαντζής, ένας από τους συνιδρυτές της εταιρείας premium αναψυκτικών Three Cents, μιλώντας για ένα success business story διεθνούς εμβέλειας και ελληνικής καταγωγής δεν παρέλειψε – πως θα γινόταν διαφορετικά;- να μας υπενθυμίσει το σαββοπουλικής έμπνευσης «και η ιστορία, οι παρέες». Γιατί – σε κάθε περίπτωση- μια παρέα ήταν και μια παρέα παραμένει παρά το γεγονός των μετοχικών αλλαγών. Μια παρέα που ήρθε πίσω από τη μπάρα για να αποδείξει – με αριθμούς και μετρήσιμα αποτελέσματα- ότι η μικρή ελληνική αγορά διαθέτει δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις που μπορούν με ανταγωνιστικούς όρους να απαιτήσουν την  διεθνή καθιέρωση των brands τους.

Ξεκίνησαν με μια παρτίδα 5000 ανά κωδικό και μέχρι σήμερα έχουν πουλήσει 35 εκατομμύρια μπουκαλάκια με φυσαλίδες σε 35 χώρες σε 3 ηπείρους.

Η εταιρεία Three Cents ιδρύθηκε το 2014, από τους Βασίλη Καλαντζή, Γιώργο Μπάγκο, Δημήτρη Νταφόπουλο και Γιώργο Τσιρίκο, με πολυετή εμπειρία στον χώρο του bartending και της εστίασης. Με 10 προϊόντα στο χαρτοφυλάκιό της και αιχμή του δόρατος την Pink Grapefruit Soda, αλλά και το Tonic Water, η Three Cents έχει καταφέρει ξεκινώντας από την Ελλάδα, να αποτελεί μία παγκόσμια επιτυχία.

Ήδη, μέσα στα λίγα χρόνια παρουσίας των Three Cents στην αγορά, τα προϊόντα έχουν καταφέρει να αποκτήσουν μία ξεχωριστή θέση στα bars και στην προτίμηση των επαγγελματιών, αλλά κυρίως στην καρδιά και την προτίμηση των καταναλωτών. Από το 2016, τη διανομή των Three Cents έχει αναλάβει η εταιρεία ΑΜΒΥΞ, ενώ μέσα από την πρόσφατη εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου της εταιρείας από το fund Virtus International Partners, η εταιρεία Three Cents ενισχύει περαιτέρω τη λειτουργία της, έτσι ώστε να ισχυροποιήσει περαιτέρω τη θέση της στις αγορές που δραστηριοποιείται ήδη, αλλά και να διευρύνει περαιτέρω το εγχώριο και παγκόσμιό της αποτύπωμα.

Ακολουθεί η συνέντευξη με τον Βασίλη Καλαντζή, τον πιο έμπειρό της ιδρυτικής παρέας.

Θα ήθελες να μας θυμίσεις το πως έγινε η γνωριμία με τους άλλους τρείς συνιδρυτές;

Είναι γνωστό ότι τις καλύτερες ιστορίες τις γράφουν οι παρέες. Έτσι και εμείς, αν και από διαφορετικές αφετηρίες ο καθένας ,βρεθήκαμε και λειτουργήσαμε περισσότερο ως παρέα φίλων και λιγότερο ως συνέταιροι. Με τον Δημήτρη τον Νταφόπουλο δουλεύαμε μαζί (brand ambassador στην εταιρία μου την Granikal) και ο Γιώργος ο Μπάγκος μας βοήθαγε σε κάποια σεμινάρια που διοργανώναμε πανελλαδικά για τις σύγχρονες τάσεις στο bartending. Εκεί ξεκίνησε η ιδέα να δημιουργήσουμε ένα προϊόν που θα βοηθούσε στην εύκολη και ποιοτική δημιουργία cocktails. Τα παιδιά είχαν μεγάλο σεβασμό στον Γιώργο τον Τσιρίκο για τις γνώσεις του και το λαμπερό του πνεύμα, οπότε ήρθε και συμπλήρωσε την ομάδα. 

Μετά από τόσα χρόνια στις εισαγωγές και το εμπόριο ποιο ήταν εκείνο το στοιχείο που σε παρακίνησε για την συνεργασία;

Η πρόκληση ήταν μεγάλη και πρωτόγνωρη γιατί αν και αρκετά χρόνια στον χώρο για πρώτη φορά θα επιχειρούσαμε να δημιουργήσουμε ένα brand εκ του μηδενός. Επιπρόσθετα είχαμε από την αρχή το όραμα και το όνειρο να αποταθούμε και εκτός συνόρων, γιατί γνωρίζαμε το κενό που υπήρχε στην νέα αυτή κατηγορία (premium mixers) αλλά κυρίως επειδή πιστεύαμε στην ποιότητα και ιδιαιτερότητα των προϊόντων μας. Μέχρι τότε διαχειριζόμουν brands ολοκληρωμένα, με πρόταση, marketing, στρατηγική.

Είχε φτάσει η στιγμή να τολμήσουμε να εισηγηθούμε την δικιά μας πρόταση.

Τα Three Cents ήταν και μια διαφοροποίηση για σένα; Και αυτό γιατί το brand είχε πίσω του μια παραγωγή, μια παραγωγή στην Ελλάδα.

Όταν ψάχνω για νέα προϊόντα στις διεθνείς αγορές γνώμονας πάντα είναι το κενό και οι ανάγκες που υπάρχουν στο εγχώριο industry. Σε κάποια έκθεση , ένας φίλος στέλεχος σε πολυεθνική στον χώρο του καφέ, μου ρώτησε γιατί δεν προσπαθώ να κάνω κάτι στην Ελλάδα. Εισάγεις διάφορα προϊόντα από όλη την Ευρώπη και βλέπω προσπαθείς να διαφοροποιηθείς.

Αφού έχεις την ιδέα υλοποίησε την μόνος σου. Ομολογώ ότι δεν το είχα σκεφτεί πιστεύοντας ότι οι δυσκολίες στην παραγωγή ενός νέου προϊόντος στην Ελλάδα είναι ανυπέρβλητες. Χωρίς να θέλω να παραβλέψω τα προβλήματα και τις κλασικές παθογένειες της χώρας μας, μάλλον έκανα λάθος.

Πιστεύω ότι υπάρχουν και οι ιδέες και οι άνθρωποι για να υλοποιήσουν σοβαρά projects που θα μας έκαναν όλους υπερήφανους. Ακόμα θυμάμαι την έκπληξη των περισσοτέρων τα πρώτα χρόνια, όταν μάθαιναν ότι τα Three cents είναι ελληνικά. Σα να μην περίμεναν ότι και εδώ μπορούν να δημιουργηθούν αντίστοιχα προϊόντα.

Πότε ξεκινήσατε την παραγωγή και ποια ήταν τα κύρια συστατικά της στοιχεία; Πρώτες ύλες, τόπος, παραγωγική ικανότητα και εμπειρία της μονάδας κλπ. Τι από όλα έπαιξε ρόλο και δη καθοριστικό ρόλο;

Σε μία εταιρεία σαν την δικιά μας ο συνεργάτης που αναλαμβάνει την παραγωγή είναι εξαιρετικά σημαντικός. Κατά την γνώμη μου πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά που εγγυώνται την ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία και προμήθεια σε ένα brand όπως τα TC. Υψηλά standards ποιότητας, σύγχρονη γραμμή παραγωγής, διάθεση για εξέλιξη, εμπειρία εξαγωγών και το βασικότερο ίδια φιλοσοφία και όραμα. Είμαστε ευτυχείς για την συνεργασία μας με τον παραγωγό μας την OSC ,διότι έχουμε βρει τον σύμμαχο που μας βοηθάει να χτίσουμε το συνεχώς αναπτυσσόμενο όραμα μας. 

Με πόσα μπουκάλια ξεκινήσατε και σε πόσα σημεία; Η καλύτερα, αν θυμάσαι, πότε ήρθε η πρώτη παραγγελία και πόσα μπουκάλια αφορούσε.

Ξεκινήσαμε με πέντε κωδικούς (σήμερα έχουμε δέκα)  Grapefruit soda, Tonic, Lemon tonic, Ginger beer και Two cents plain. H πρώτη παραγωγή ήταν από πέντε χιλιάδες μπουκάλια ο κάθε κωδικός, minimum ποσότητα για να ξεκινήσουμε. Το μεγαλύτερο και δυσκολότερο πρόβλημα όταν έχεις ένα brand είναι η διανομή. Εμείς λόγω της εταιρείας μου το είχαμε αυτό λυμένο. Από την στιγμή που παράγαμε μπορούσαμε να εξυπηρετήσουμε και τις παραγγελίες. Οι οποίες από την αρχή ήταν εντυπωσιακές. Ο χώρος και οι άνθρωποι των μπαρ μας αγκάλιασαν ,μας στήριξαν αμέσως και με μεγάλη αγάπη. Αυτό σε συνδυασμό και με το προϊόν που ήταν ποιοτικό και ξεχωριστό έδωσε σημαντική δυναμική με συνέπεια να γίνουμε γρήγορα talk of the town. Η πρώτη παραγγελία θυμάμαι ήταν δύο κιβώτια για το Dos Agaves που δυστυχώς δεν υπάρχει πια. Άλλωστε ήταν και ο χώρος που είχε “γεννηθεί’ η grapefruit soda. 

Πόσο καιρό πήρε για να καταλάβεις ότι βρισκόσαστε μπροστά σε μια πιθανή επιτυχία;

Νομίζω από την πρώτη μέρα φάνηκε ότι κάτι σημαντικό γεννιόταν και οι ευθύνες ξαφνικά πολλαπλασιάστηκαν. Πιστεύω όλοι γρήγορα συνειδητοποιήσαμε ότι δεν είχαμε δικαίωμα να αποτύχουμε απέναντι στους εαυτούς μας και σε αυτούς που μας στήριξαν και μας πίστεψαν. Η παρουσία μας στο BCB (μεγαλύτερη έκθεση στον χώρο των bars στο Βερολίνο) και το ενδιαφέρον για ένα νέο brand από την Ελλάδα ήταν αξιοσημείωτη.

Ποιες επιλογές στο σκέλος της εμπορίας και της διανομής ήταν εκείνες που κέρδισαν τις πρώτες μάχες;

Αναμφισβήτητα μια από τις σημαντικότερες μέχρι σήμερα στιγμές μας ήταν η συμφωνία διανομής με την ΑΜΒΥΞ. Από τις μεγαλύτερες εταιρίες στον χώρο, με σημαντική παρουσία και portfolio πολύ γνωστών brands ,μας βοήθησε να κάνουμε το προϊόν ακόμα πιο αναγνωρίσιμο ,οικείο και διαθέσιμο στα πιο απομακρυσμένα σημεία.

Πόσο σας βοήθησε η εξ αρχής απόφαση σας για εξωστρέφεια και άνοιγμα στις αγορές του κόσμου;

Όλα ξεκίνησαν κατά την γνώμη μου για δύο λόγους. Την ποιότητα των TC από την μία και από την άλλη τις σχέσεις που υπήρχαν με την bartender community παγκοσμίως. Φυσικά τις προϋποθέσεις και το όνειρο τα είχαμε θέσει εμείς εκ των προτέρων. Ο κόσμος πια είναι πολύ μικρός και οτιδήποτε νέο που έχει ενδιαφέρον κυκλοφορεί γρήγορα. Από την πρώτη χρονιά αρχίσαμε τα ταξίδια και την επαναλαμβανόμενη παρουσία στα σημαντικότερα bar shows της Ευρώπης.

Έτσι οι άνθρωποι από το industry που συνήθως είναι και opinion leaders μας έβλεπαν κυριολεκτικά παντού μπροστά τους. Ακολούθησαν βραβεία, διακρίσεις και η παγίωση πια των TC σαν ένα από τα σημαντικότερά mixers στον κόσμο. Κάτι καθόλου εύκολο εάν αναλογιστούμε τον ανταγωνισμό στον χώρο από εταιρίες πολυεθνικές, με παρουσία ετών και δυσθεώρητα budget.

Πάντως είναι μοναδικό το συναίσθημα να βρίσκεσαι σε κάποιο bar του εξωτερικού και περνάει από μπροστά σου ένα μπουκαλάκι TC. 

Πως τα πήγατε ως συνέταιροι; Επιπλέον, σήμερα έχετε δεχθεί και νέους επενδυτές. Πώς πηγαίνουν τα πράγματα; Υπάρχει ώσμωση;

Μεταξύ μας υπήρξε πρωτίστως αυτό που λέμε χημεία. Έχοντας κάνει αρκετούς συνεταιρισμούς στην ζωή μου γνωρίζω ότι όταν φτάνει η στιγμή της αναίρεση του «εγώ» μέσα στην ομάδα , τα πράγματα δυσκολεύουν.

Τολμώ να πω ότι τα TC είναι πρότυπο μη ανταγωνιστικής σχέσης που άλλη δεν έχω βιώσει στην ζωή μου σε οποιοδήποτε επίπεδο. Υπάρχει σεβασμός στο αντίθετο και διαφορετικό, όρια που δεν τα ξεπερνάει ο καθένας ακριβώς επειδή η σχέση είναι άνευ ορίων.

Από τον Ιανουάριο του 2020 έχουμε την τύχη να συνεργαζόμαστε με την Virtus International που εισήλθαν στην εταιρία ως επενδυτές. Ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου και ο Δαμιανός Παπακωνσταντίνου που συνεργαζόμαστε στην καθημερινότητα, με την εμπειρία τους μας έχουν βοηθήσει σημαντικά ώστε να διορθώσουμε ή να εξελίξουμε τομείς σημαντικούς για την εταιρία.

Θέλω να σημειώσω εδώ την αγάπη και το ενδιαφέρον που έχουν περιβάλλει τα TC οι νέοι μας συνέταιροι, γεγονός που μας κάνει υπερήφανους.

Πόσα μπουκάλια έχετε πουλήσει ως τώρα; Και σε ποιες χώρες – αγορές έχετε παρουσία;

Μέχρι σήμερα έχουμε πουλήσει πάνω από 35000000 μπουκαλάκια σε όλο τον κόσμο. Έχουμε παρουσία σε 35 αγορές κυρίως στην Ευρώπη , Μέση Ανατολή, Ασία και Αμερική. Βασικές αγορές είναι φυσικά η Ελλάδα, η Κύπρος αλλά και η Ιταλία με τις Σκανδιναβικές χώρες.

Ποιο από τα προϊόντα σας έχει τη μεγαλύτερη επιτυχία;

Grapefruit soda for the win!!

Όταν καταξιωμένες εταιρίες του χώρου σε ακολουθούν, αυτό και μόνο είναι άκρως τιμητικό! Όταν η Paloma τείνει να γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα cocktail μετά  το gin&tonic και το mohito, μας κάμει να χαιρόμαστε. Όταν δημιουργείς τάση με ένα φρούτο που μόνο αγαπητό δεν ήταν στους περισσοτέρους, καταλαβαίνεις ότι άξιζε τον κόπο.

Άρα δικαιωματικά η grapefruit soda είναι το hero drink μας αν και θέλουμε να προωθούμε το συνολικό range των TC.

Πόσο μέτρησε στην επιτυχία σας η έστω και έμμεση ελληνική αναφορά (όπως στην περίπτωση του Aegean Tonic).

Το Aegean είναι το πιο αγαπητό και δημοφιλές τόνικ.

Η ιδιαιτερότητα στην γεύση και η φρεσκάδα του , μαζί με το όνομα του αλλά και το χαρακτηριστικό μινωικό δελφίνι δίνουν την δυνατότητα σε ένα κομμάτι της Ελλάδας να ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο.

Χωρίς να το φωνάζουμε, πάντα θέλουμε να δίνουμε γεύσεις και στοιχεία από την χώρα μας στα TC. 

Το brand  έχει πάρει τον δρόμο του. Οι επόμενες κινήσεις;

Ήδη έχουμε αποφασίσει και δουλεύουμε πάνω σε δύο στρατηγικές κινήσεις. Η πρώτη είναι η είσοδος μας στο retail με ένα πλάνο που έχει ξεκινήσει την προηγούμενη χρονιά (τηλεοπτική διαφήμιση, outdoor, ενέργειες στα s/m ) και η δεύτερη το launch μιας νέας σειράς η οποία θα συμπληρώσει το range των TC.

Στο εξωτερικό είμαστε σε συζητήσεις για νέες αγορές και ενδυνάμωση συνεργασιών σέ χώρες σημαντικές για εμάς (Ιταλία, Γαλλία, Benelux). Παράλληλα το επενδυτικό πλάνο της εταιρίας (off trade, έμψυχο δυναμικό στο εξωτερικό, παρουσία σε bar shows)

Παρεμπιπτόντως θα ήθελα να τονίσω ότι ο χώρος που γεννηθήκαμε, ο φυσικός μας χώρος, είναι το bar , που περνάει δύσκολες ώρες αυτή την περίοδο όπως και η εστίαση γενικότερα. Τα TC θα είναι δίπλα στους ανθρώπους που μας στήριξαν όλα αυτά τα χρόνια και θα προσπαθήσουμε από την μεριά μας να βοηθήσουμε  όσο μπορούμε τον χώρο.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News