Η πανδημία αναμένεται να βαθύνει το χάσμα μεταξύ του ισχυρών χωρών του «πυρήνα» και των ευάλωτων χωρών της «περιφέρειας» της ευρωζώνης, εκτίμησε η ING, θεωρώντας πως παρά τις παρά τις επιχορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης υπέρ των χωρών που το έχουν μεγαλύτερη ανάγκη είναι απίθανο να αποτραπεί πλήρως η περαιτέρω απόκλιση των οικονομιών.

Ο δείκτης ευπάθειας (εξετάζει μία σειρά παραμέτρων από την μείωση του ΑΕΠ, την πορεία της τουριστικής βιομηχανίας, τα ποσοστά απασχόλησης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την χρηματοπιστωτική θέση των εταιρειών, την απόσυρση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης, τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας, τις διαρθρωτικές αδυναμίες, τη συσσώρευση των αποταμιεύσεων κ.α. ), ο οποίος μετρά τον κίνδυνο μιας αδύναμης οικονομικής ανάκαμψης, δείχνει ότι η παραδοσιακή διαίρεση Βορρά-Νότου από την άποψη της δυναμικής των οικονομιών είναι εμφανής υπέρ των ισχυρών χωρών, καθώς ο κίνδυνος δευτερευόντων επιπτώσεων της ύφεσης στις ευάλωτες οικονομίες είναι σημαντικός κατά την φάση της ανάκαμψης.

Ενώ οι χώρες που υπέστησαν πιο απότομη πτώση του ΑΕΠ το 2020 θα μπορούσαν να βιώσουν μία ισχυρότερη ανάκαμψη βραχυπρόθεσμα, ο κίνδυνος μίας πιο παρατεταμένης φάσης ανάκαμψης προς τα προ-κρίσης επίπεδα, συνεπάγεται σημαντικές αρνητικές παρενέργειες.

Οικονομίες όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, η Φινλανδία και οι χώρες της Βαλτικής έχουν καλύψει το χαμένο έδαφος ή βρίσκονται κοντά στα προ πανδημίας επίπεδα, ενώ οι οικονομίες του Νότου εξακολουθούν να σημειώνουν απόκλιση -6% ή και υψηλότερη με αποτέλεσμα ενώ ένα γρήγορο ριμπάουντ να θεωρείται πιθανό, εντούτοις ο κίνδυνος μιας μακράς περιόδου ανάκαμψης και μίας πιο μόνιμης ζημιάς στην οικονομίες να είναι πολύ μεγαλύτερος για τις χώρες που βίωσαν βαθύτερη ύφεση. Σε αυτήν την κατηγορία ξεχωρίζουν η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Σλοβακία και η Λετονία, καθώς η διάρθρωση της οικονομίας τους, επηρεάζεται περισσότερο από τα διαρκεί lockdowns, το υψηλό ποσοστό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την χρηματοοικονομική θέση των εταιρειών, το ποσοστό των ευάλωτων εργαζομένων και τους αυξημένους κινδύνους χρεοκοπιών όταν «ανοίξουν» πλήρως οι οικονομίες. Τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης αντισταθμίζουν μερικώς τους κινδύνους στη φάση του ανοίγματος των οικονομιών, όμως ο σχεδιασμός για το 2021 και το 2022 είναι σαφώς ποιο μετριοπαθής σε σχέση με το 2020.

Για την Capital Economics πάντως, το 2022 η Ελλάδα θα κερδίσει σημαντικό έδαφος επιστρέφοντας τελικά στα προ πανδημίας επίπεδα αρκετά τρίμηνα νωρίτερα από άλλες οικονομίες, ενώ με βάση και τους υπολογισμούς της Morgan Stanley η μακροπρόθεσμη ζημιά στην ευρωζώνη από την πανδημία θα είναι σε μέσα επίπεδα 3,5% του ΑΕΠ, αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας τα δεδομένα δείχνουν πως οι καθαρές εισροές πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης θα φθάσουν στο 8,8% του ΑΕΠ του 2019, την ώρα που η ύφεση του 2020 περιορίστηκε στο 8,2%. Υπενθυμίζεται πως σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Scope Ratings, η Ελλάδα, η Ισπανία, θα χρειαστούν τρία χρόνια (2023), για να υπερβούν το ΑΕΠ που είχαν σημειώσει το 2019, με την Ιταλία να χρειάζεται τέσσερα χρόνια (το 2024), αντίστοιχα, ενώ οι περισσότερες χώρες της ευρωζώνης θα περιμένουν μέχρι το 2022.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία