Το 1983, στο αμερικάνικο περιοδικό The New Yorker, υπήρχε μια γελοιογραφία του David Fradon, στην οποία ήταν δυο καλοντυμένοι κύριοι σε ένα μπαρ και λέει ο ένας: «Θυμάστε τις παλιές καλές μέρες όπου το μόνο που χρειαζόταν η οικονομία ήταν λίγο συντονισμό;».
Στην παρούσα φάση όμως που βρίσκεται η ελληνική οικονομία δεν είναι απλά συντονισμός, αλλά ένας ευρύτερος σχεδιασμός για το πού πρέπει να κινηθεί. Οι οικονομίες από μόνες τους παρουσιάζουν πολλές και σημαντικές διακυμάνσεις που προκαλούν και ευρύτερες παρενέργειες.
Στο πλαίσιο αυτό έχει ξεκινήσει μεγάλη συζήτηση για το Ελληνικό Σχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση σχετικά με την αξιοποίηση των πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και για τις προτάσεις των άλλων κομμάτων, όπως από προχθές για το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.
Είναι σαφές ότι το πλαίσιο ορίζεται από τις Βρυξέλλες, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια ελιγμών, ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε ότι προβλέπονται και προαπαιτούμενα. Δεν λέγεται μνημόνιο, αλλά επί της ουσίας έχει περιορισμούς που θυμίζουν μνημόνιο.
Από εδώ και πέρα όμως, το ζητούμενο είναι η εκάστοτε πολιτική ηγεσία να είναι σε θέση να σχεδιάσει οικονομική πολιτική που θα σταθεροποιεί πρωτίστως την οικονομία και σε δεύτερο χρόνο, θα της δίνει ώθηση να αναπτυχθεί, ακόμα και σε περιόδους κρίσης.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι πολύτιμο εργαλείο και πιθανότατα αποτελεί μια από τις τελευταίες ευκαιρίες, ίσως την τελευταία, για την Ελλάδα.
Πριν χρόνια στον Guardian, ο πρώην Πρωθυπουργός της Βρετανίας, Γκόρντον Μπράουν, έγραψε: «η πραγματική πρόκληση είναι να περιμένεις το επόμενο πρόβλημα».
Στο θάλαμο αναμονής όμως του επόμενου προβλήματος οφείλει η εκάστοτε πολιτική ηγεσία να διαμορφώνει τις συνθήκες εκείνες που θα της επιτρέψουν να είναι αποδοτική η πολιτική της και κυρίως να λειτουργεί αντισυμβατικά.
Η επιλογή προτάσεων και λύσεων, εκτός του υφιστάμενου πλαισίου, δύναται να δώσει πιο ευοίωνη προοπτική για την οικονομία αλλά με στόχο την εξασφάλιση της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της βιωσιμότητας, της απασχόλησης και της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής.
Σε αυτό το νέο τοπίο που διαμορφώνεται και λόγω της Covid-19, σημαντικό ρόλο για τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, δύναται να αποτελέσει και το Ταμείο Ανάκαμψης που είναι χρήσιμο «πολυεργαλείο».
Με αυτό οδηγό οφείλει το πολιτικό σύστημα να αντιληφθεί ότι ιδιαίτερης βαρύτητας στο πλαίσιο της αλλαγής του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου, πρέπει να είναι οι παρεμβάσεις ενίσχυσης της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας με αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας σε συνδυασμό με την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, όπως ο πολιτισμός, ο τουρισμός, ο αγροδιατροφικός τομέας και ορισμένοι κλάδοι της βιομηχανίας, το ευνοϊκό κλίμα, το φυσικό περιβάλλον.
Βάρος πρέπει να δοθεί στην παραγωγή νέας έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, στην προσαρμογή των παραγωγικών διαδικασιών στην οικονομία, μέσα από την αφομοίωση των νέων τεχνολογιών στην κατασκευή καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά και στην έξυπνη ανάπτυξη που εξειδικεύεται στους εξής τρεις ειδικούς στόχους: έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, καινοτομία και επιχειρηματικότητα και ψηφιακός μετασχηματισμός.
Εκτός όμως από επαναδιατύπωση προτάσεων που έχουν κατά καιρούς επισημανθεί, υπάρχουν ορισμένες κρίσιμες αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν άμεσα το επόμενο διάστημα, ώστε να ενισχυθεί και η κοινωνική συνοχή που αποτελεί και συστατικό της κοινωνικής ειρήνης και δικαιοσύνης.
Αναμφίβολα πρέπει να τεθεί ζήτημα ενίσχυσης της εργασίας, όχι με έμφαση στο ευέλικτο και φθηνό εργατικό δυναμικό, αλλά στην προώθηση πολιτικών που θα κινούνται στη λογική των αυξήσεων στους μισθούς και στα μεροκάματα. Και αυτό διότι με αυτό τον τρόπο θα αναθερμανθεί η ζήτηση και οι επιχειρήσεις παράλληλα θα επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες.
Ανατρέχοντας στην οικονομική ιστορία θα δει κανείς το παράδειγμα του ημερομισθίου των 5 δολαρίων. Ο Χένρυ Φόρντ στην αυτοκινητοβιομηχανία (Ford Motor Company) του πλήρωνε τους εργάτες με ημερομίσθιο 5 δολαρίων όταν στην αγορά εργασίας κυμαινόταν μεταξύ 2 και 3 δολαρίων. Αυτή η πολιτική που ήταν σημαντικά πάνω από το επίπεδο ισορροπίας, απέδωσε για πολλούς λόγους και αποδείχθηκε αρκετά αποτελεσματική ως προς τη μείωση του κόστους.
Ένα από τα διδάγματα στη θεωρία της μακροοικονομίας είναι η ικανότητα μιας χώρας να παράγει αγαθά και υπηρεσίες καθορίζει και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της. Ήδη πολλοί οικονομολόγοι ασπάζονται τη λεγόμενη «λογιστική των γενεών» που ουσιαστικά θεωρεί ότι η οικονομική ευημερία ενός ανθρώπου εξαρτάται από το εισόδημα ολόκληρης της ζωής του.
Άρα, μια κυβέρνηση δεν πρέπει να ασχολείται μόνο με την αναδιανομή πλούτου, αλλά και με τη παροχή κινήτρων και διευκολύνσεων και υποδομών για τη δημιουργία πλούτου και για δημιουργική εργασία μέσα όμως και από εξορθολογισμό της φορολογικής της πολιτικής.
Μόνο που αυτές οι πολιτικές χρειάζονται σχεδιασμό και όχι απλά συντονισμό.
Latest News
Το ερώτημα της χρονιάς
Ένα από τα βασικά ερωτήματα που απασχολούν τη χώρα εν όψει της νέας χρονιάς είναι πώς θα ξεκολλήσουν οι αμοιβές
Χωρίς εργαζομένους
Δεν πρόκειται για αστείο, ούτε για υπερβολή
Η νέα μεγάλη αλλαγή του ενεργειακού σκηνικού
Αυτό που θεωρούσαμε ως δεδομένο πριν από μερικά χρόνια, ότι η ενεργειακή αγορά θα μονοπωληθεί από πράσινα προϊόντα τα επόμενα χρόνια, έχει αλλάξει
Μια βοήθεια από το κράτος…
Η πολιτική αδράνεια είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ελλάδα μετά τις ευρωεκλογές
Παγκόσμιο χρέος: Η θύελλα που έρχεται;
Αυτοί που σφυρίζουν αδιάφορα μπροστά στην πορεία του παγκόσμιου χρέους, είναι πολύ πιθανόν να βρεθούν μπροστά σε δραματικά αδιέξοδα...
Χωρίς κίνητρα
Στην Ελλάδα, κίνητρα για αποταμίευση, πέραν της απόδοσης σε χρηματοοικονομικά προϊόντα, δεν υπάρχουν
Ξύνοντας ελβετικές πληγές
Για ένα μέσο δάνειο σε ευρώ με μια διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια καταλήγει ο δανειολήπτης να καταβάλλει περίπου 1,5 φορά το ποσό που δανείστηκε
Το ξεχασμένο ιδιωτικό χρέος
Οι οφειλές παραμένουν οφειλές και βαραίνουν μια ολόκληρη οικονομία και κάποια στιγμή θα πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε ρεαλιστικές λύσεις
Ευκαιρία ζωής
Υπάρχει ένα Ταμείο που έχει δημιουργήσει η σημερινή κυβέρνηση και φέρει το όνομα ΤΕΚΑ
Η οικονομία με τα μάτια των ξένων
Η Ελλάδα, είπε, άλλαξε, αλλά δεν ανθεί