Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ένα πολύ σημαντικό λόγο για τον οποίο σκοπεύει να δαπανήσει ένα μεγάλο μέρος των 800 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης σε έργα για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Το γεγονός πως έχει βρεθεί ουραγός απέναντι στους κύριους εμπορικούς ανταγωνιστές της, τις ΗΠΑ και την Κίνα, στην έρευνα και την τεχνολογία.

Το 2019, η δαπάνη για έρευνα στην Ε.Ε. ανήλθε στο 2,19% του ΑΕΠ, ελαφρώς πάνω από το 2,18% του 2018, με τη συνολική δαπάνη να φτάνει στα 306 δισ ευρώ. Μόνο η Σουηδία, η Αυστρία και η Γερμανία πέτυχαν το στόχο για αύξηση 3% των δαπανών σε R&D το 2019, όπως ακριβώς και το 2000. Οσον αφορά τους εθνικούς στόχους, μόνο η Γερμανία και η Κύπρος πέτυχαν στους στόχους δαπανών. Συνολικά, ο ιδιωτικός τομέας επένδυσε τα περισσότερα στην έρευνα, καλύπτοντας το 66% της δαπάνης το 2019, ενώ το 22% έγινε απο πανεπιστήμια, 11% απο κυβερνησεις και 1% απο τον ιδιωτικό μη-κερδοσκοπικό τομέα.

Στις ΗΠΑ, οι επιχειρήσεις δαπάνησαν 441 δις δολάρια σε έρευνα να ανάπτυξη το 2018, μια αύξηση της τάξης του 10,2% απο το 2017. Οι ίδιες οι επιχειρήσεις χρηματοδότησαν το R&D με 378 δις δολάρια. Στην Κίνα, το 2020, η δαπάνη για R&D αυξήθηκε 10,3% στα 378 δις δολάρια, ή 2,4% του κινεζικού ΑΕΠ.

Στην πρόσφατη έκθεσή της για τη φορολογική πολιτική, η Ε.Ε. αναφέρει ότι οι επενδύσεις στο R&D αποτελούν μια σημαντική πηγή μακροπρόθεσμης παραγωγικότητας και οικονομικής ανάπτυξης. Η Ερευνα και Ανάπτυξη διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο την εξέλιξη της παραγωγής, της διανομής και της κατανάλωσης, η οποία με τη σειρά της βελτιώνει την ανάπτυξη της παραγωγικότητας και στηρίζει την μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα. Επιπρόσθετα, από τη στιγμή που η μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία απαιτεί νέες τεχνολογίες, το R&D και η επενδύσεις σε καινοτομία θα συνεχίζουν να παίζουν σημαντικό ρόλο. Οι επενδύσεις στον τομέα αυτό θα συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάκαμψη από την πανδημία του κορονοϊού και στην επανεκκίνηση της οικονομίας.

Ωστόσο, οι συνολικές επενδύσεις παραμένουν κάτω από το κοινωνικό-οικονομικό βέλτιστο επίπεδο. Οι εταιρείες που αποφασίζουν να επενδύσουν στην έρευνα και την ανάπτυξη τείνουν να λαμβάνουν υπ΄ όψιν τους μόνο την ιδιωτική απόδοση της καινοτομίας, αγνοώντας τη θετική διασπορά. Σε γενικές γραμμές, η βασική έρευνα είναι πιθανότερο να προκαλέσει θετική διασπορά παρά η εφαρμοσμένη έρευνα καθώς τα αποτελέσματα της βασικής έρευνας είναι ευρύτερα εφαρμόσιμα, ενώ η εφαρμοσμένη έρευνα συνήθως στοχεύει σε ένα συγκεκριμένο τομέα και τεχνολογία, καθιστώντας λιγότερο πιθανή τη θετική διασπορά. Αλλοι λόγοι για την τρέχουσα τάση υπο-επένδυσης στην έρευνα και καινοτομία περιλαμβάνουν τον υψηλό βαθμό αβεβαιότητας για την επιτυχία και τις μελλοντικές αποδόσεις, τις σημαντικές προκαταβολές επενδύσεων και τις προκλήσεις για πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Η επένδυση στο R&D έχει ακριβότερα κόστη λόγω της μικρότερης ασφαλιστικής κάλυψης.

Για τους λόγους αυτούς πολλές χώρες έχουν πολιτικές για την ενθάρρυνση των νέων, καινοτόμων επιχειρήσεων και για να βοηθούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να ξεπερνούν τους περιορισμούς στη ρευστότητα. Οι επενδύσεις επιχειρήσεων στην έρευνα και ανάπτυξη στην Ε.Ε. είναι –σε μέσον όρο- σημαντικά χαμηλότερες από τις επενδύσεις στις μεγάλες χώρες του ΟΟΣΑ.

Αυτός πιθανότατα ήταν ένας παράγων για το διευρυνόμενο χάσμα παραγωγικότητας ανάμεσα στην Ε.Ε. και τις ΗΠΑ το 2020. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανέλαβε τον στόχο του 2020 για αύξηση επενδύσεων R&D κατά 3% του ΑΕΠ, ωστόσο ο στόχος αυτός δεν επετεύχθη. Για να γίνει αυτό, η Ε.Ε. θα πρέπει να επενδύσει επιπλέον 110 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ πρότεινε ένα νέο στόχο, το 1,25% του ΑΕΠ για τα κράτη-μέλη μέχρι το 2030.

Φορολογικά κίνητρα για το R&D

Οι εθνικές κυβερνήσεις υποστηρίζουν το ιδιωτικό R&D μέσω άμεσων επιχορηγήσεων και φορολογικών κινήτρων. Παρότι οι δύο τύποι μέτρων στοχεύουν στην υποστήριξη της δραστηριότητας, οι στόχοι και οι μέθοδοι λειτουργίας διαφέρουν. Το πρώτο μπορεί να περιλαμβάνει τη συμμετοχή της κυβέρνησης σε όλες τις αποφάσεις, με υψηλότερο κόστος, ενώ το δεύτερο τείνει να αφήνει στην εταιρεία την επιλογή και διαχείριση του σχεδίου. Οι επιχορηγήσεις δίνουν κατεύθυνση στην έρευνα και ανάπτυξη που γίνεται περισσότερο αποτελεσματική στην υποστήριξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων, παρ΄ όλα αυτά, οι δύο τύποι μέτρων είναι συμπληρωματικοί ως προς την ενθάρρυνση του R&D. Η φορολογική πολιτική χρησιμοποιείται ολοένα περισσότερο για την παροχή κινήτρων στις δαπάνες και τη διάχυση της καινοτομίας, με εργαλεία όπως φορολογικές πιστώσεις, επιταχυνόμενη υποτίμηση ή ενισχυμένες επιδοτήσεις. Εναλλακτικά, οι κυβερνήσεις μπορούν να στοχεύσουν στην παραγωγή της καινοτομίας μέσω χαμηλότερης φορολόγησης του εισοδήματος από πνευματικά δικαιώματα.

Καθώς η καινοτομία εμφανίζεται σε περίπλοκα συστήματα, μια σειρά μέτρων απαιτείται για την υποστήριξή της. Για να μειωθούν οι επιπτώσεις των προγραμμάτων φορολογικής υποστήριξης, οι κυβερνήσεις πρέπει να κινητοποιήσουν πολιτικές άμεσης και έμμεσης υποστήριξης και να συμμετάσχουν στην συμπληρωματική παρέμβαση των εθνικών οικοσυστημάτων R&D. Για παράδειγμα, εταιρείες που θέλουν να επενδύσουν περισσότερο στην έρευνα και ανάπτυξη ίσως δεν έχουν πρόσβαση στην εξωτερική χρηματοδότηση, ή στο εξειδικευμένο προσωπικό.

Το 2018, το 53% της συνολικής κρατικής στήριξης στην Ε.Ε. έγινε μέσω φορολογικών κινήτρων, ενώ το υπόλοιπο 47% μέσω άμεσων μέτρων. Η Ε.Ε. και ο ΟΟΣΑ συνεργάστηκαν για την ανάπτυξη κανόνων που θα τονώσουν τις υποστηρικτικές πολιτικές, ώστε προκειμένου να αποκτήσει κανείς πρόσβαση σε προνομιακό καθεστώς, το εισόδημα από πνευματικά δικαιώματα πρέπει να αποδεικνύεται και να συνδέεται στις δαπάνες ανάπτυξης. Στην ουσία, τα κράτη-μέλη χορηγούν φορολογικά πλεονεκτήματα σε εισόδημα που προστατεύεται μέσω πατέντας.

Τα φορολογικά κίνητρα μπορούν να γίνουν περισσότερο αποτελεσματικά μέσω της βοήθειας νέων και μικρών επιχειρήσεων να επωφεληθούν την απλοποίησή τους και την τακτική εκτίμηση του αντίκτυπου. Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν τη μεταφορά προβλέψεων, επιστροφές χρημάτων και ανακούφιση από φόρους εργασίας. Η Ολλανδία προσφέρει τα πιο γενναία προγράμματα σε μμε παρά σε μεγάλες επιχειρήσεις, η Γαλλία προσφέρει φορολογικές πιστώσεις με συντελεστή 30% των δαπανών για ποσά κάατω των 100 εκατ ευρώ και 5% για δαπάνες R&D πάνω από 100 εκατ.

Η πρόταση της Κομισιόν περιλαμβάνει φορολογικά κίνητρα για την τόνωση των επενδύσεων, με τίτλο σούπερ έκπτωση R&D που επιτρέπει στις εταιρείες να αφαιρούν το σύνολο των δαπανών από την φορολογική βάση, ενώ μια πρόσθετη έκπτωση 50% θα προσφέρεται για δαπάνες άνω των 20 εκατ ευρώ. Μια πρόσθετη έκπτωση 25% θα επιτρέπεται για δαπάνες άνω των 20 εκατ ευρώ. Οι νεοφυείς θα δικαιούνται περισσότερης έκπτωσης καθώς πέραν της ‘έκπτωσης του 100% του κόστους R&D, θα τους επιτρέπεται να αφαιρούν επιπλέον 100% (συνολικά 200% έκπτωση) για δαπάνες έως 20 εκατ ευρώ. Αυτή η πολιτική μπορεί να τονώσει τις νέες, καινοτόμες επιχειρήσεις που αποτελούν σημαντική πηγή δημιουργίας θέσεων εργασίας και συμβάλλουν στη δημιουργία πιο δυναμικών, ανταγωνιστικών αγορών.

Τα ελληνικά σχέδια

Το εθνικό σχέδιο Ανάκαμψης της Ανθεκτικότητας περιλαμβάνει σειρά δράσεων/επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων ώστε να τονωθεί η δραστηριότητα του R&D στην Ελλάδα. Τα σχέδια αυτά προβλέπουν:

• Περαιτέρω αύξηση των κινήτρων για τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην Ε&Α.
• Μεγαλύτερη ευελιξία στα Ερευνητικά κέντρα και τους ερευνητές.
• Συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την αναβάθμιση των υποδομών των Ερευνητικών Κέντρων.
• Θέσπιση επιπλέον φορολογικών κινήτρων για επενδυτικούς αγγέλους.
• Δημιουργία της Πολιτείας Καινοτομίας στην Αττική και του Τεχνολογικού Πάρκου 4ης γενιάς στην Θεσσαλονίκη.

Παράλληλα σχεδιάζονται πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της βασικής έρευνας, την περαιτέρω αύξηση των δαπανών Ε&Α από τον ιδιωτικό τομέα, βελτιώνοντας και επισπεύδοντας ταυτόχρονα τις διαδικασίες πιστοποίησης δαπανών Ε&Α και την προώθηση ουσιαστικών εργαλείων που θα αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα του εγχωρίου οικοσυστήματος καινοτομίας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News