Μία πολυχρησιμοποιημένη και ταυτόχρονα κακοποιημένη, συχνά, λέξη είναι ο όρος «ανάπτυξη». Συζητείται πολύ αυτή η έννοια δεξιά και αριστερά, από ειδικούς και «ειδικούς», από πολιτικούς και δημοσιογράφους και γενικώς αποτελεί κεντρικό σημείο αναφοράς και κριτικής.

Εξ ορισμού, η έννοια «ανάπτυξη» παραπέμπει σε κάτι θετικό, σε κάτι που συνιστά βελτιωμένη μορφή αυτού στο οποίο αναφέρεται.

Όταν λέμε να αναπτυχθούμε ως άτομα και ως κοινωνία, έχουμε στο μυαλό μας μια καλύτερη κατάσταση του βίου μας, την οποία επιθυμούμε και προσπαθούμε να πραγματοποιήσουμε.

Όταν λέμε να αναπτυχθούμε ως επιχειρήσεις, ως φορείς οικονομικών δραστηριοτήτων, έχουμε στο μυαλό μας να μεταβούμε σε ένα άλλο υψηλότερο οικονομικό επίπεδο, αυξάνοντας τις πωλήσεις μας, τα κέρδη μας, τον πλούτο μας.

Είναι, θα έπρεπε να είναι, αυτονόητο, ότι το ίδιο ισχύει και για την «ανάπτυξη» της οικονομίας ενός κράτους. Το εισόδημα, ο πλούτος ενός κράτους ιδανικά πρέπει κατανέμεται ή, ορθότερα, να επιστρέφει στους πολίτες του. Με σταθερό τον πλούτο του κράτους και ανάλογα με την δραστηριότητα του καθενός μας, άλλοτε θα μας αναλογεί περισσότερο, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε θα μένει σταθερό το εισόδημά μας.

Φυσικά καθένας μας θα διεκδικεί περισσότερο από την ίδια πίττα. Για να επέλθει βελτίωση του εισοδήματος του κράτους, ανάπτυξη, εξυπακούεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση είναι η παραγωγή πλούτου.

Ωστόσο, πλούτος δεν δημιουργείται με την αναδιανομή του συγκεκριμένου εισοδήματος στους κατοίκους, αλλά με την δημιουργία επιπρόσθετου παραγόμενου προϊόντος, από την πώληση του οποίου θα εισέλθει καινούργιο χρήμα.

Πρέπει να αυξηθεί το ΑΕΠ μέσω της ανάπτυξης των παραγωγικών δομών της πραγματικής οικονομίας. Για να γίνει αυτό χρειάζονται νέες επενδύσεις, απαιτείται αποτελεσματικότερη οργάνωση και καλύτερος εθνικός σχεδιασμός, με προτεραιότητα στους τομείς εκείνους στους οποίους η Ελλάδα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα και πάντα με σημείο αναφοράς τον διεθνή ανταγωνισμό.

Πολύ συχνά, ωστόσο, κυρίως σε δημόσιες συζητήσεις και αναλύσεις, παρατηρείται μία  διαστρεβλωμένη χρήση της έννοιας «ανάπτυξη» ή «μεγέθυνση» ή όπως αλλιώς την ονομάζει ο καθένας μας. Πανηγυρίζουν κάποιοι κάθε φορά και μιλάνε για αύξηση του ΑΕΠ: πρόκειται για μία ταλαιπωρημένη έννοια,  όπου προσμετρώνται οι φόροι και άλλα «πράγματα», που είναι άσχετα με την πραγματική και σταθερή παραγωγή πλούτου και την πραγματική οικονομία.

Ως εκ τούτου, η αύξηση του ΑΕΠ μάλλον σοφιστικά ταυτίζεται με την «ανάπτυξη». Και ορισμένοι καυχώνται όταν διατείνονται ότι η οικονομία μας «τρέχει», ακόμη και στην περίπτωση που η αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται σε δραματική αύξηση των φόρων.

Να διαβάζουμε πίσω από τα «καλά νέα»

Βεβαίως είναι ζητούμενο και καλό να αυξάνεται το ΑΕΠ, αλλά όχι όπως το αντιλαμβάνονται όσοι το καταχρώνται για επικοινωνιακούς και εντυποσιωθηρικούς λόγους. Με ικανοποιητικούς ρυθμούς «ανάπτυξης» – αύξησης του ΑΕΠ από το 1980-2020, η σχέση Δημοσίου Χρέους προς ΑΕΠ αυξήθηκε δραματικά, οδηγώντας την χώρα στα γνωστά προβλήματα. Η σχέση ΔΧ/ΑΕΠ το 1980 ήταν 22,5%, το 1990 73,2%, το 2000 104,9%, το 2010 146,30%, το 2020 205,2%.

Φυσικά το πρόβλημα είναι πολύ πιο σύνθετο και δεν μπορεί να αναλυθεί σε ένα σύντομο άρθρο. Τονίζω, ωστόσο, ότι πρέπει να ξέρουμε να αναλύουμε σφαιρικά και πολύπλευρα ακόμη και τα «καλά νέα» και να γνωρίζουμε τι ενδεχομένως ελλοχεύει πίσω από αυτά, που δεν είναι και τόσο ευοίωνο.

Με αντιλήψεις, νοοτροπίες και αναλύσεις που εν πολλοίς βασίζονται σε μία καταχρηστική κατανόηση του όρου «ανάπτυξη» φθάσαμε να μην ασχολούμαστε ουσιαστικά με την πραγματική οικονομία και να την υποκαταστήσουμε με αύξηση της κατανάλωσης μέσω δανεισμού, των επιχορηγήσεων και κάθε λογής στρεβλής και μη αποτελεσματικής οικονομικής κρατικής παρέμβασης. Κάναμε χρήση εύκολων επιλογών, γιατί το επέτρεπαν και οι συγκυρίες και παρασυρθήκαμε από αυτές. Τις συνέπειες τις είδαμε αργότερα.

Ορισμένοι συνεχίζουν να μιλούν για «ανάπτυξη» χωρίς να λένε πώς ρεαλιστικά αυτή θα πραγματοποιηθεί και θα συντηρηθεί και αυξηθεί, ποιος σχετικός εθνικός σχεδιασμός υπάρχει, μέσω ποίων πόρων και δομών θα συμβεί. Ξεχνούν ή δεν το ξέρουν οι περισσότεροι εξ’ αυτών το εξής απλό πράγμα: για να ξεκινήσει το τρένο πρέπει να έχει μηχανή και καύσιμα. Για να τρέξει το τρένο γρηγορότερα και ασφαλέστερα, πρέπει να έχει και καλή μηχανή και καλά καύσιμα και καλές σιδηροδρομικές γραμμές (παρεμπιπτόντως: η αντίληψη του τουρισμού ως της «βαριάς μας βιομηχανίας» και αμφιλεγόμενη, αν όχι αστεία, και ενδεικτική μίας τάσης αναπτυξιακού στρουθουκαμηλισμού είναι…).

Για να υπάρξει «ανάπτυξη» ή «μεγέθυνση» πρέπει να υπάρχει εύρωστη οικονομία, την οποία η Ελλάδα επί του παρόντος δεν διαθέτει. Πρέπει να γίνει σοβαρός και μελετημένος σχεδιασμός της εθνικής οικονομίας. Το ότι αυτό δεν επιτεύχθηκε μέχρι τώρα δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να γίνει τώρα: «οι καιροί ου μενετοί».

Ο Αθανάσιος Ροϊλός είναι Ορκωτός Ελεγκτής/Σύμβουλος Επιχειρήσεων

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις
Experts |

Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις

Mε διαφορετικούς όρους κρατικής παρέμβασης παρατείνεται η μνημονιακή κατάργηση (Φεβρουάριος 2012) της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που καθόριζε στην Ελλάδα επί δεκαετίες τον κατώτατο μισθό