Ισχυρή ανάκμψη στην Ελλάδα «βλέπει» ο ΟΟΣΑ σε νεώτερες εκτιμήσεις του, ανασκευάζοντας πλήρως τις παλαιότερες Ειδικότερα, ανάπτυξη 3,8% το 2021 και 5% το 2022 προβλέπει τώρα ο διεθνής οργανισμός για την ελληνική οικονομία. Οι προηγούμενες εκτιμήσεις του, οι οποίες είχαν δημοσιοποιηθεί τον Δεκέμβριο, έκαναν λόγο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,9% φέτος και 6,6% το 2022. Συνεπώς, «ανεβάζει» κατά πολύ την εκτίμησή του για τη φετινή χρονιά, ενώ περικόπτει εκείνη του 2022.
Η χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών θα στηρίξει τις υπηρεσίες και τις εξαγωγές, όμως η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον τουρισμό σημαίνει ότι οι προοπτικές της χώρας εξαρτώνται ιδιαιτέρως από την επιτυχία των εμβολιαστικών προγραμμάτων διεθνώς, επισημαίνει ο ΟΟΣΑ.
Οι εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να στηρίξουν τις επενδύσεις το 2021 και το 2022, εφόσον οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις καταφέρουν να ενθαρρύνουν ταχύτερα και ποιοτικότερα σχέδια δαπανών και εφόσον οι επιχειρήσεις χρησιμοποιήσουν παραγωγικά τις χρηματοδοτικές δυνατότητες στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, τονίζεται.
Παράλληλα, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι με την άρση των περιοριστικών μέτρων και το άνοιγμα της οικονομίας, τα μέτρα στήριξης των εισοδημάτων θα πρέπει να αλλάξουν στόχευση, ώστε να ενθαρρύνουν τους δικαιούχους να εγγραφούν σε υψηλής ποιότητας προγράμματα κατάρτισης.
Κίνδυνος από πτωχεύσεις και «κόκκινα» δάνεια
Τα μέτρα στήριξης έχουν ενθαρρύνει τις τράπεζες να αρχίσουν και πάλι να δανείζουν στις επιχειρήσεις, όμως οι χρεοκοπίες και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αναμένεται να αυξηθούν καθώς η στήριξη θα αίρεται, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να βελτιωθεί η ποιότητα ενεργητικού των τραπεζών, τονίζει ο ΟΟΣΑ.
Εν αναμονή αύξησης των πτωχεύσεων που θα πλήξει τα δημόσια οικονομικά και την ποιότητα ενεργητικού των τραπεζών, ο ΟΟΣΑ χαρακτηρίζει επείγουσα την ανάγκη να παρθούν πρόσθετα μέτρα για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων και του αναβαλλόμενου φόρου των τραπεζών. «Αυτό θα απαιτήσει δράσεις πέραν της πρόσφατης επέκτασης του προγράμματος Ηρακλής», τονίζει ο οργανισμός.
Και την ίδια στιγμή, επισημαίνει ότι η αύξηση της αποδοτικότητας της δημόσιας διοίκησης θα βοηθούσε στη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Ο ΟΟΣΑ περιμένει σταδιακή ανάκαμψη των εξαγωγών από το δεύτερο τρίμηνο του 2021, με τα τουριστικά έσοδα του 2021 να ανακτούν σχεδόν τη μισή από την πτώση του 2020. Η δυναμική του παγκόσμιου εμπορίου αναμένεται επίσης να στηρίξει την ελληνική ναυτιλία και τις εξαγωγές.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο οργανισμός περιμένει την ενίσχυση της απασχόλησης και των εισοδημάτων των νοικοκυριών, κάτι που σε συνδυασμό με τη μερική αξιοποίηση των αποταμιεύσεων που συσσωρεύτηκαν στην πανδημία, θα στηρίξει την ανάκαμψη της κατανάλωσης.
Προϋποθέσεις
Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα υπονομευτεί περισσότερο από ό,τι των άλλων χωρών εάν τα εμβολιαστικά προγράμματα αποδειχθούν λιγότερο αποτελεσματικά από ό,τι αναμένεται στη διευκόλυνση των ταξιδιών και την αναβίωση του τουρισμού.
Επιπλέον, εάν οι μεταρρυθμίσεις συμβάλουν λιγότερο από ό,τι αναμένεται στις επενδύσεις, τότε η ενίσχυση της εσωτερικής δραστηριότητας, η απασχόληση και οι μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ελλάδας θα αποδειχθούν κατώτερες, τονίζει ο ΟΟΣΑ.
Παράλληλα, αναφέρει ότι απαιτείται αναβάθμιση των δεξιοτήτων και βελτίωση του επενδυτικού κλίματος. Καθώς η ανάκαμψη των υπηρεσιών προβλέπεται σταδιακή, η εστίαση των μέτρων στήριξης στα προγράμματα για την αγορά εργασίας και την κατάρτιση θα βοηθούσε να αποφευχθεί η αύξηση της φτώχειας και της μακροπρόθεσμης ανεργίας, επισημαίνεται.
Πάντως, ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι τα μέτρα του εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης για τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης μπορούν να κάνουν πολλά για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, απευθύνοντας σύσταση για την άμεση και διατηρήσιμη υλοποίηση των μέτρων.
Latest News
Πώς σχολιάζει το υπουργείο Οικονομίας την έκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα
Η Ελλάδα κλείνει την ψαλίδα με την Ευρώπη
Κομισιόν για Ελλάδα: Ανάπτυξη 2,1% και πληθωρισμός 3% το 2024 – Πόσο θα μειωθεί το χρέος έως το 2026
Οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν περαιτέρω, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο κοντά στο 9% το 2025, κατά την Κομισιόν