Project Syndicate

Σε μία προσπάθεια αντιμετώπισης της ταχείας γήρανσης του πληθυσμού, η Κίνα μόλις ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει σε όλες τις οικογένειες να έχουν μέχρι τρία παιδιά. Η απόφαση έρχεται λίγο μετά τα δημοσιευμένα νέα στοιχεία που δείχνουν ότι το κινεζικό ποσοστό γονιμότητας το 2020 ανερχόταν μόνο σε 1.3 ανά γυναίκα, ποσοστό παρόμοιο με αυτό της Ιαπωνίας (1.36 το 2019) και αρκετά χαμηλότερο από αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών (1.7).

Ωστόσο, το γεγονός ότι το ποσοστό γεννήσεων υστερεί των ποσοστών των θανάτων αποτελεί μόνο μία πτυχή του δημογραφικού προβλήματος της Κίνας. Ένα δεύτερο ζήτημα είναι το μέγεθος του ηλικιωμένου πληθυσμού της. Πριν από το 1971, οι κινεζικές πολιτικές οικογενειακού προγραμματισμού ενθάρρυναν την απόκτηση παιδιών, περιορίζοντας την πρόσβαση σε αντισυλληπτικά και την εκπαίδευση οικογενειακού προγραμματισμού. Έτσι, ο ηλικιωμένος πληθυσμός, από τον οποία θα πληγεί η χώρα σύντομα, αν δεν πλήττεται ήδη, έχει αυξηθεί ιδιαίτερα: το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15-24 ετών ανέρχεται σε μόνο περίπου 72% συγκριτικά με αυτό των ατόμων ηλικίας 45-54 ετών, σε σχέση με το 79% της Ιαπωνίας και το 100% των ΗΠΑ. Αυτή η ηλικιακή διάρθρωση που βαραίνει στην κορυφή της καθιστά το πρόβλημα της μείωσης γονιμότητας ακόμη πιο οξύ, επειδή χρειάζονται νεότεροι σε ηλικία εργαζόμενοι, για να αντικαταστήσουν εκείνους που θα συνταξιοδοτηθούν και θα απαιτήσουν υποστήριξη.

Ένα τρίτο ζήτημα είναι η ανισότητα μεταξύ των αστικών και των αγροτικών περιοχών. Ο πληθυσμός στις αγροτικές περιοχές της Κίνας απαγορεύεται, γενικά, από το σύστημα αδειών διαμονής της χώρας, hukou, να μετακινείται σε αστικές περιοχές. Έτσι, οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών είχαν λιγότερες ευκαιρίες πρόσβασης στην εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη. Το 2010-12, το ποσοστό εγγραφής σε σχολεία στις αστικές περιοχές ανερχόταν στο 100% για το γυμνάσιο, 63% για το λύκειο και 54% για το Πανεπιστήμιο, ενώ στις αγροτικές περιοχές ανερχόταν στο 70%, 3% και 2% αντίστοιχα.

Παρομοίως, οι αστικές περιοχές είχαν 2.68 γιατρούς ανά 1.000 άτομα το 2008, σε σύγκριση με τους μόλις 1.26 ανά 1.000 άτομα στις αγροτικές περιοχές. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στις αγροτικές περιοχές τα αποτελέσματα στον τομέα υγείας δεν είναι θετικά, με χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής και υψηλότερα ποσοστά νοσηρότητας από ό,τι στις αστικές περιοχές.

Οι φορείς λήψης αποφάσεων στην Κίνα τείνουν να συζητούν ξεχωριστά κάθε ένα από αυτά τα ζητήματα. Ωστόσο, αυτό είναι λάθος. Η χαμηλή γονιμότητα, οι πολιτικές που ενθάρρυναν την απόκτηση παιδιών και το χάσμα μεταξύ αγροτικών και των αστικών περιοχών επηρεάζουν την ηλικιακή δομή του πληθυσμού που έχει άμεση σχέση με τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Κίνας.

Η οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα του εργατικού δυναμικού. Εάν οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη ή να αποκτήσουν δεξιότητες στο σχολείο ή την εργασία, η οικονομία θα υποφέρει. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι διαφορές στα προσόντα που διαθέτουν οι εργαζόμενοι μπορούν να εξηγήσουν περίπου το ήμισυ των διαφορών μεταξύ των χωρών, σε ό,τι αφορά το εισόδημα και την ανάπτυξη.

Το να λες στα ζευγάρια στην Κίνα ότι μπορούν να έχουν τρία παιδιά δεν θα αυξήσει αυτόματα το ποσοστό γονιμότητας, ούτε θα συμβάλλει αναγκαστικά στη τεράστια οικονομική πρόκληση που καλούνται να ανιμετωπίσουν. Η γονιμότητα καθορίζεται από κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες, όπως το κόστος της ανατροφής των παιδιών και οι οικονομικές ευκαιρίες που διαβλέπουν οι γονείς για τους απογόνους τους. Αυτές οι δαπάνες είναι εξαιρετικά υψηλές στις αστικές περιοχές της Κίνας, όπου η ακίνητη περιουσία είναι ακριβότερη σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα με παρόμοιο επίπεδο εισοδήματος.

Επιπλέον, ο ακαδημαϊκός ανταγωνισμός είναι έντονος. Τα παιδιά και οι γονείς αρχίζουν να νιώθουν την πίεση των εξετάσεων gakao της Κίνας για την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο ήδη από το δημοτικό. Μια μεταρρύθμιση του 1999, η οποία αύξησε τον αριθμό εισακτέων στο Πανεπιστήμιο, θα μπορούσε να ανακουφίσει την πίεση αυτή.

Ωστόσο, δεδομένου ότι το κράτος δεν προέβη στην αύξηση των θέσεων εργασίας, τα ποσοστά ανεργίας για τους αποφοίτους κολλεγίων έχουν αυξηθεί δεόντως.
Οι γονείς στις αστικές περιοχές πρέπει να φροντίσουν με κάθε κόστος τους ηλικιωμένους γονείς τους. Αυτό δεν είναι λίγο σε μία χώρα όπου οι συντάξεις είναι περιορισμένες και όπου ελάχιστοι ηλικιωμένοι επιλέγουν τους οίκους ευγηρίας καθώς μεγαλώνουν. Οι περισσότεροι από αυτούς περιμένουν ότι τα παιδιά τους είναι αυτά που θα τους φροντίζουν. Και επειδή η πολιτική ενός παιδιού, η οποία εφαρμόστηκε από το 1979 έως το 2016, εφαρμόστηκε αυστηρότερα στις αστικές περιοχές, οι περισσότεροι νέοι γονείς των περιοχών αυτών μεγάλωσαν ως μοναχοπαίδια. Χωρίς αδέλφια, με τα οποία να μπορούν να μοιράζονται τα βάρη της οικογενείας, τα ζευγάρια γνωρίζουν ότι θα περάσουν την επόμενη μία ή δύο δεκαετίες της ζωής τους φροντίζοντας τέσσερις ηλικιωμένους, συν της ανατροφή του δικού τους παιδιού. Η προσθήκη δύο ακόμη παιδιών από πέντε σε επτά θα αυξήσει τα μέλη της οικογενείας που θα εξαρτώνται από το ζευγάρι.

Εν αντιθέσει, η γονιμότητα είναι υψηλότερη στις αγροτικές περιοχές και το κόστος της ανατροφής των παιδιών είναι χαμηλότερο. Η στέγαση είναι φθηνότερη και το γεγονός ότι υπάρχουν λιγότερες ευκαιρίες σχολικής φοίτησης σημαίνει ότι οι γονείς μπορούν να ανησυχούν λιγότερο για το κόστος της εκπαίδευσης των παιδιών τους. Οι πολίτες σε αναπαραγωγική ηλικία, που κατοικούν στις αγροτικές περιοχές της Κίνας, είναι πολύ πιο πιθανό να έχουν αδέλφια, ώστε να μοιραστούν τα βάρη για τη φροντίδα ηλικιωμένων γονιών τους.

Υπό αυτές τις συνθήκες, επιτρέποντας στις οικογένειες να έχουν τρία παιδιά, χωρίς να κάνουν άλλες αλλαγές, πιθανότατα δεν θα επιτύχουν το επιδιωκόμενο οικονομικό αποτέλεσμα, ενώ, τα πράγματα θα μπορούσαν και να επιδεινωθούν. Με τον πληθυσμό στις αστικές περιοχές να μην μπορεί να έχει πολλά παιδιά, εκτός εάν μειωθούν τα οικονομικά βάρη της ανατροφής των παιδιών και της φροντίδας των ηλικιωμένων, μόνο η γονιμότητα στις αγροτικές περιοχές θα αυξηθεί. Και χωρίς διευκολύνσεις στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης στις αγροτικές περιοχές, το μέγεθος και το μερίδιο του ανειδίκευτου ενεργού πληθυσμού θα αυξηθεί.

Ένα εργατικό δυναμικό με αυξανόμενο μερίδιο ανειδίκευτων εργαζομένων είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Κίνα, καθώς προσπαθεί να πρωτοστατήσει στη τεχνολογική καινοτομία και να προχωρήσει πέρα από το καθεστώς μεσαίου εισοδήματος. Ενώ η βελτίωση των σχολείων και της δημόσιας υγείας στις αγροτικές περιοχές είναι απλή (αν και δαπανηρή), η δημιουργία απασχόλησης για τους αποφοίτους θα αποτελέσει ένα πολύ πιο δύσκολο εγχείρημα. Και χωρίς απασχόληση, οι νέοι δεν θα μπορέσουν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Κίνα έχουν επίγνωση ορισμένων από αυτά τα θέματα. Εκτός από την αύξηση του ορίου γονιμότητας, έχουν αναγνωρίσει την ανάγκη μείωσης του κόστους στέγασης και παροχής επιδοτήσεων για την εκπαίδευση. Αλλά αυτές οι προτάσεις παραμένουν ασαφείς, διότι οι λύσεις δεν είναι καθόλου απλές. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις οικονομικές επιπτώσεις των δημογραφικών τάσεων της χώρας, σε συνδυασμό με το χάσμα μεταξύ της αγροτικής και της αστικής τάξης, και να φροντίσουν να μην επιδεινωθεί το πρόβλημα αυτό.

Η Nancy Qian είναι καθηγήτρια Διαχειριστικών Οικονομικών και Επιστημών Αποφάσεων στη Σχολή Διοίκησης του Northwestern University και διευθύντρια του China Lab.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts