Το «άνοιγμα ενός νέου κεφαλαίου στις διατλαντικές μας σχέσεις» είναι, σύμφωνα με τον Γενς Στόλτενμπεργκ, ο στόχος της σημερινής συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ. Μιας συνόδου η οποία, όπως είπε ο ΓΓ της Συμμαχίας, έρχεται σε μία στιγμή που οι σχέσεις με τη Ρωσία βρίσκονται «στο χαμηλότερο σημείο τους από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, εξαιτίας του δρόμου της επιθετικής συμπεριφοράς που έχει επιλέξει η Ρωσία» – ενώ παράλληλα, η Κίνα «αντιπροσωπεύει επίσης κάποιες προκλήσεις για την ασφάλειά μας».

Σε αυτό το φόντο, όπως επιβεβαίωσε ο Στόλτενμπεργκ πριν την έναρξη της συνόδου, οι ηγέτες των 30 κρατών-μελών θα κληθούν να εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε να πιαστούν οι στόχοι που είχαν τεθεί το 2014: Αφενός, να διατίθεται στις αποκαλούμενες «αμυντικές δαπάνες» το 2% του ΑΕΠ και, αφετέρου, το 20% των δαπανών αυτών να κατευθύνεται στην προμήθεια νέων εξοπλισμών.

Οι ΗΠΑ και οι άλλοι

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι κοιτώντας το σχετικό γράφημα, διαπιστώνει κανείς ότι ακόμη και εάν όλες οι χώρες που είναι κάτω από το όριο του 2% το έπιαναν αύριο, η διαφορά σε ποσοτικό επίπεδο θα ήταν πολύ μικρή. Κι αυτό διότι, πολύ απλά, τα επίσημα στοιχεία του ΝΑΤΟ δείχνουν πως οι ΗΠΑ δαπάνησαν πέρυσι πάνω από 700 δις. δολάρια σε αυτόν τον τομέα, όταν όλοι οι υπόλοιποι μόλις και μετά βίας πέρασαν τα 300 δισ.

Πρακτικά, λοιπόν, οι συλλογικές δυνατότητες της Συμμαχίας δεν θα αναβαθμιστούν ιδιαιτέρως με μια τέτοιου είδους αύξηση, η οποία δεν αντιστοιχεί παρά σε πολύ λίγες δεκάδες δισ. δολάρια, καθώς μεγάλες χώρες – όπως Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο – διαθέτουν ήδη το 2% ή και περισσότερο. Κάτι που σημαίνει ότι ο στόχος που τίθεται είναι κατά βάση πολιτικός και όχι στρατιωτικός.

Ελληνική «πρωτιά», 600 ευρώ κατά κεφαλή

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα όχι απλώς δεν έχει λόγο να ανησυχεί, αλλά θεωρητικά έχει και περιθώριο να διαπραγματευτεί τη μείωση των αμυντικών δαπανών της. Κι αυτό διότι, όπως φαίνεται, φέτος αναμένεται πως θα αναδειχθεί «πρωταθλήτρια», διαθέτοντας το 3,82% του ΑΕΠ (σε πραγματικούς όρους) για τη συντήρηση και τον εξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεών της – όταν το 2014 το ποσοστό αυτό ήταν μόλις πάνω από 2%.

Πρόκειται για ένα ποσοστό που αντιστοιχεί φέτος, με βάση τις προβλέψεις, σε πάνω από 6,5 δισ. ευρώ (ή κάπου 8 δισ. δολάρια), με αύξηση της τάξης του 49% σε σύγκριση με το 2020. Έτσι, σε κάθε Έλληνα υπολογίζεται ότι αναλογούν ετησίως περίπου 600 ευρώ (700 δολάρια) για τις αμυντικές δαπάνες.

Σημειώνεται πως, όπως φαίνεται και στο σχετικό γράφημα, στη δεύτερη θέση βρίσκονται οι ΗΠΑ με 3,52%, ενώ από τα κράτη-μέλη της ΕΕ που ανήκουν και στο ΝΑΤΟ, πάνω από το 2% (αν και με πολύ μικρότερα ποσοστά) βρίσκονται η Κροατία, η Εσθονία, η Λετονία, η Πολωνία, η Λιθουανία, η Ρουμανία και, βεβαίως, η Γαλλία.

Φέτος, επίσης, η Ελλάδα αναμένεται ότι θα πιάσει και τον έτερο στόχο, καθώς το 38,3% των συνολικών δαπανών (τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό ανάμεσα στους «30» του ΝΑΤΟ) θα κατευθυνθούν προς την αγορά νέων οπλικών συστημάτων.

Η θέση της Τουρκίας

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σύγκριση με την Τουρκία. Επισήμως, η γειτονική χώρα διαθέτει το 1,57% του ΑΕΠ της σε αυτόν τον τομέα, με το 29% του ποσού που αντιστοιχεί στο παραπάνω ποσοστό να κατευθύνεται προς νέους εξοπλισμούς. Έτσι, κάθε πολίτης της Τουρκίας επιβαρύνεται με 200 δολάρια ετησίως (σε πραγματικούς όρους) για «αμυντικές δαπάνες», ποσό που είναι το ένα τρίτο σε σύγκριση με την Ελλάδα.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα