Πρωτογενές πλεόνασμα που θα φτάσει το 2% του ΑΕΠ το 2023 και στο 3,7% το 2025 επιδιώκει η κυβέρνηση στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα για την περίοδο 2022 – 2025, σύμφωνα με την αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Το πρωτογενές έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να περιοριστεί από τα υψηλά επίπεδα του 2020 (6,7% του ΑΕΠ) και του 2021 (7,1% του ΑΕΠ) σε μόλις 0,5% του ΑΕΠ το 2022, ενώ από το 2023 αρχίζει ξανά η δημοσιονομική προσαρμογή με πρωτογενές πλεόνασμα 2% και συνεχίζεται με 2,8% το 2024 και 3,7% το 2025. Βάσει αυτών η δημοσιονομική διαχείριση βρίσκεται σε συμφωνία με τους κανόνες που είχαν τεθεί στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας για πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα κατά μέσο όρο 2,2% του ΑΕΠ από το 2023.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο, τα βασικά δημοσιονομικά μεγέθη εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από την προσδοκώμενη αύξηση του ΑΕΠ. Τόσο τα έσοδα όσο και οι δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν λιγότερο σε σχέση με το ονομαστικό ΑΕΠ, με αποτέλεσμα τα έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ να περιοριστούν σε 44,9% το 2025 έναντι 46,5% το 2019 και οι δαπάνες σε 43,4% το 2025 έναντι 45,3% το 2019.
Τυχόν αναζωπύρωση της πανδημίας, σύμφωνα με το Συμβούλιο, από το φθινόπωρο, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε δυσμενέστερη πρόβλεψη των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών.
Περαιτέρω, κρίσιμο στοιχείο για την απρόσκοπτη υλοποίηση του μακροπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδιασμού είναι η επαλήθευση του υποκείμενου μακροοικονομικού σεναρίου.
Το ΜΠΔΣ 2022-2025 στηρίζεται στην υπόθεση μιας ισχυρής αδιατάρακτης ανάκαμψης για μια πενταετία. Επιπρόσθετα, κρίσιμα είναι και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αναπτυξιακής διαδικασίας ούτως ώστε να διασφαλιστεί η μακροχρόνια διατήρησή της.
Υπό την Προεδρία του κ. Παναγιώτη Κορλίρα δημοσιοποίησε τη γνώμη του επί των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2022-2025 που θα κατατεθεί στη Βουλή τις επόμενες ημέρες.
Τα στοιχεία δείχνουν πως οι επενδυτικές δαπάνες θα γνωρίσουν έκρηξη από τα 6,116 δισ. ευρώ (3,3%) του ΑΕΠ το 2019 στα 11,5 δις ευρώ (5,3% του ΑΕΠ το 2025) λόγω και του Σχεδίου Ανάκαμψης. Το Σύνολο των εσόδων αναμένεται από τα 85,2 δισ. ευρώ (46,5% του ΑΕΠ) να φτάσει στα 97,3 δισ. ευρώ (44,9%) του ΑΕΠ και οι δαπάνες από τα 83,1 δισ. ευρώ (45,3%) το 2019 και από 98,4 δισ. φέτος λόγω της πανδημίας να υποχωρήσουν σε 94,2 δισ. ευρώ (43,4% του ΑΕΠ) περιλαμβάνοντας πλέον αυξημένες επενδύσεις.
Το Συμβούλιο αναφέρει πως οι μακροοικονομικές προβλέψεις επί των οποίων στηρίζεται το ΜΠΔΣ 2022-2025 δεν έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με εκείνες του Προγράμματος Σταθερότητας (ΠΣ) που υποβλήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα τέλη Απριλίου, οπότε εξακολουθούν να ισχύουν οι παρατηρήσεις που περιλαμβάνονταν στη σχετική αξιολόγηση από το ΕΔΣ των μακροοικονομικών προβλέψεων του ΠΣ . Σημειώνεται, πάντως, πως η σχετικά περιορισμένη μείωση του ΑΕΠ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021, η οποία ανακοινώθηκε αρχές Ιουνίου, βελτιώνει τις προσδοκίες για ανάκαμψη κατά το 2021. Εξάλλου, τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και ο ΟΟΣΑ στις πρόσφατες εκτιμήσεις τους (Μάιος 2021) προβλέπουν ρυθμό μεγέθυνσης για το 2021 ύψους 4,1% και 3,8% αντίστοιχα έναντι 3,6% που προβλέπει το ΥΠΟΙΚ.
Δημοσιονομικές προβλέψεις
Τα βασικά δημοσιονομικά μεγέθη του ΜΠΔΣ 2022-2025 όπως επισημαίνει εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από την προσδοκώμενη αύξηση του ΑΕΠ. Σημειώνεται πως τόσο τα έσοδα όσο και οι δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν λιγότερο σε σχέση με το ονομαστικό ΑΕΠ, με αποτέλεσμα τα έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ να περιοριστούν σε 44,9% το 2025 έναντι 46,5% το 2019 και οι δαπάνες σε 43,4% το 2025 έναντι 45,3% το 2019.
Ειδικότερα, όλες οι γενικές κατηγορίες εσόδων αναμένεται να περιοριστούν ως ποσοστό του ΑΕΠ, με εξαίρεση τις μεταβιβάσεις και τα λοιπά έσοδα, λόγω των εισπράξεων από το Ταμείο Ανάκαμψης και λόγω των αυξημένων εσόδων του ΠΔΕ. Αντίστοιχα, όλες οι κατηγορίες δαπανών εμφανίζονται μειωμένες ως ποσοστό του ΑΕΠ, εκτός των επενδυτικών δαπανών που θα ανέλθουν στο 5,3% του ΑΕΠ έναντι 3,3%. Κατά συνέπεια, είναι εμφανής ο επενδυτικός προσανατολισμός του νέου ΜΠΔΣ 2022-2025, στο βαθμό που το ΠΔΕ αφορά σχεδόν αποκλειστικά επενδυτικά σχέδια και όχι δαπάνες άλλης φύσης (π.χ. δαπάνες αντιμετώπισης της πανδημίας).
Το πρωτογενές έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης κατά ESA αναμένεται να περιοριστεί από τα υψηλά επίπεδα του 2020 (6,7% του ΑΕΠ) και του 2021 (7,1% του ΑΕΠ) σε μόλις 0,5% του ΑΕΠ το 2022 λόγω της σταδιακής απόσυρσης των μέτρων στήριξης που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας. Σημειώνεται πως η γενική ρήτρα διαφυγής που επιτρέπει την απόκλιση από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες διατηρείται σε ισχύ και το 2022.
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρει πως από το 2023, οι δημοσιονομικοί κανόνες επανέρχονται, σε συνάρτηση με τις προσδοκίες για αναθεώρηση τους σε πιο ευέλικτο πλαίσιο. Ανεξάρτητα με την διαφαινόμενη αναθεώρηση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων, το 2023 η δημοσιονομική πολιτική προσαρμόζεται στοχεύοντας σε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 2% του ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να ανέλθει σε 2,8% του ΑΕΠ το 2024 και σε 3,7% του ΑΕΠ το 2025. «Βάσει αυτών η δημοσιονομική διαχείριση βρίσκεται σε συμφωνία με τους κανόνες που είχαν τεθεί στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας για πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα κατά μέσο όρο 2,2% του ΑΕΠ από το 2023 και εντεύθεν».