Πριν προχωρήσω στην παρουσίαση των κυριότερων διαπιστώσεων που προκύπτουν από την εξέταση των επίσημων στατιστικών στοιχείων για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα κατά την τελευταία εξηκονταετία, σπεύδω να σημειώσω ότι δημογραφικά η πραγματικότητα είναι διαφορετική, τουλάχιστον κατά το σχολικό έτος έναρξης της έρευνας, δηλαδή το 1965/1966.
Κατ΄ αρχάς, κατά την περίοδο αυτή δεν λειτουργούσαν σχεδόν καθόλου νηπιαγωγεία, ενώ, ύστερα από απραξία 100 περίπου ετών, δηλαδή μόλις τον Δεκέμβριο του 2006, ψηφίστηκε νόμος που καθόριζε την υποχρεωτικότητα ενός έτους στο νηπιαγωγείο (N.3518, άρθρο 73, ΦEK 272 τ. A’, 21.12.2006). Τελικά, για να μη πνιγούμε σε λεπτομέρειες, μόλις πρόσφατα, με τον Νόμο 4521 θεσμοθετήθηκε η δίχρονη υποχρεωτική προσχολική εκπαίδευση σε 184 δήμους της χώρας, με στόχο να ολοκληρωθεί κατά το τρέχουν σχολικό έτος 2020/2021! Έτσι, η υποχρεωτική εκπαίδευση στην Ελλάδα θα επεκταθεί στα 11 χρόνια, από την ηλικία των 4 έως την ηλικία των 15 ετών.
Σημειώνεται ότι κατά τη δεκαετία του 1950 υπήρχαν σε όλη τη χώρα μόνο 880 δημόσια νηπιαγωγεία, από τα οποία λειτουργούσαν μόνο τα 275, δηλαδή λειτούργησε σχεδόν το 1/3! Επίσης, στη δεκαετία του 1960 ο αριθμός φοίτησης των νηπίων υπερδιπλασιάστηκε (ποσοστό αύξησης 116,4%) και στην επόμενη δεκαετία ο ρυθμός αύξησης κρατήθηκε σε υψηλά επίπεδα (ποσοστό αύξησης 67,6%). Κατά το σχολικό έτος 1985-1986 η φοίτηση είχε φτάσει το ποσοστό του 77,6% στο σύνολο των μαθητών όλης της χώρας.
Ύστερα, κατά την ίδια περίοδο δεν ήταν υποχρεωτική η φοίτηση και στα Δημοτικά Σχολεία, αφού αυτό έγινε πολύ αργότερα και, συγκεκριμένα, το 1985 με τον Νόμο 1566 (ΦΕΚ 167Α/30.9.1985), με τον οποίο η υποχρεωτικότητα αυτή επεκτάθηκε και στο Γυμνάσιο. Απλώς αναφέρω ότι, όπως προκύπτει από την απογραφή πληθυσμού του 1961, 3.179.676 Έλληνες, επί συνόλου 8.102.892, δεν είχαν τελειώσει το Δημοτικό Σχολείο.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι, αν και πριν από 55 ή 60 χρόνια η φοίτηση ήταν υποχρεωτική στα νηπιαγωγεία και στα Δημοτικά, ο μαθητικός πληθυσμός στα νηπιαγωγεία εκτιμάται ότι το 1965 θα ήταν πάνω από 350.000 νήπια και στα Δημοτικά Σχολεία πάνω από 1.500.000 μαθητές, έναντι 975.869 μαθητών που εμφανίζεται στατιστικώς στον παρατιθέμενο πίνακα. Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται σε στοιχεία των απογραφών πληθυσμού το 1951 και 1961, καθώς, όπως επισήμως αναφέρεται στα σχόλια που τις συνοδεύουν τότε, ετησίως στην Ελλάδα σημειώνονταν πάνω από 160.000 γεννήσεις. Επίσης, από τα στοιχεία της απογραφής του 1961 προκύπτει ότι ο πληθυσμός ηλικίας 0-14 ετών (που είναι ο εν δυνάμει πληθυσμός για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση) ανερχόταν σε 2.236.300 άτομα!
Έτσι, το παράπλευρο συμπέρασμα, που προκύπτει από τη σύγκριση του σημερινού πληθυσμού στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και του εκτιμώμενου πραγματικού κατά τη δεκαετία του 1960, είναι ότι κατά τα τελευταία 55-60 χρόνια ο δημογραφικός «Ηρώδης» αφάνισε πάνω από 1.000.000 μαθητές στα νηπιαγωγεία και τα Δημοτικά, δηλαδή οι μαθητές αυτοί μειώθηκαν κατά 1.000.000!
Διαπιστώσεις για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση
Οι ίδιες διαπιστώσεις για την εφιαλτική εξέλιξη του δημογραφικού προβλήματος προκύπτουν από τον παρατιθέμενο πίνακα και για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όπου η πρωτοφανής μείωση της ποσότητας των μαθητών συνοδεύεται και από το απογοητευτικό επίπεδο της ποιότητας, με τον λειτουργικό αναλφαβητισμό, σε όλες τις βαθμίδες, να «τσακίζει κόκαλα», παρά τη συνεχή, μέχρι προκλήσεως, συρρίκνωση της σχέσης μαθητών ανά δάσκαλο. Συγκεκριμένα, από την εξέταση των στοιχείων του παρατιθέμενου πίνακα προκύπτουν οι ακόλουθες διαπιστώσεις κυρίως για την κατάσταση στα δημόσια Δημοτικά σχολεία, μια και δεν υπάρχουν ασφαλή συγκριτικά στοιχεία για τα νηπιαγωγεία!
Πρώτον, το σχολικό έτος 2018/2019, για το οποίο υπάρχουν στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, παρατηρείται δραματική μείωση των Δημοτικών Σχολείων, η οποία αντανακλάται ήδη στα ερημωμένα χωριά της υπαίθρου, όπου οι πρώην πολυπληθείς σχολικές μονάδες μετατρέπονται σε… λαογραφικά μουσεία! Αυτά τα σχολεία το 2018/2019 είναι μειωμένα κατά πάνω από τα μισά από τα αντίστοιχα του 1965!
Δεύτερον, την ίδια εφιαλτική εικόνα παρουσιάζει και ο αριθμός των μαθητών, ο οποίος είναι μειωμένος κατά 382.196 άτομα σε σχέση με τον αντίστοιχο του 1965, όταν, όπως προαναφέρθηκε, ένα μεγάλο ποσοστό δεν πήγαινε στο σχολείο! Η μείωση αυτή του μαθητικού πληθυσμού θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη αν κατά το παραπάνω σχολικό έτος δεν ενισχυόταν ο πληθυσμός της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης με 70.000 περίπου αλλοδαπούς μαθητές.
Τρίτον, αντιθέτως, σε όλη αυτή την περίοδο αυξάνεται και πληθύνεται ο αριθμός των εκπαιδευτικών, οι οποίοι από 27.376 το 1965 ανήλθαν συνολικά σε 83.107 το 2018/2019, παρουσιάζοντας αύξηση, σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό του 1965, κατά 55.731 άτομα.
Και οι καρποί… πικροί!
Οι παλαιότεροι, παππούδες τώρα, όταν πηγαίναμε στο Δημοτικό Σχολείο ακούγαμε να μας λένε οι δάσκαλοι (μερικές φορές μάλιστα μας έβαζαν να γράψουμε και … έκθεση!) ότι «της παιδείας αι μεν ρίζαι πικραί, οι δε καρποί γλυκείς». Και ήταν πράγματι τόσο γλυκείς που πολλές φορές μας έκαναν να θυμόμαστε τη γνωστή ρήση του Μεγάλου Αλεξάνδρου «στους γονείς μου οφείλω το ζην και στους δασκάλους το ευ ζήν»!
Έκανα αυτή αναδρομή διότι τότε ως μαθητές του Δημοτικού Σχολείου μαθαίναμε πράγματι πολλά και καλά γράμματα και μάλιστα από δασκάλους που δίδασκαν στην ίδια αίθουσα σε δύο και τρεις τάξεις μαθητών (από 40-45 η καθεμιά) ταυτόχρονα, που κάθονταν σε καθορισμένες πτέρυγες και μάλιστα πρωί και απόγευμα, εκτός από την Τετάρτη και το Σάββατο. Εμείς οι μαθητές, πηγαίναμε στο Δημοτικό περιμένοντας να χτυπήσει η καμπάνα της εκκλησίας!
Ο ίδιος δάσκαλος, που δεν ήταν ντόπιος, καθόταν σε ένα υγρό χωριάτικο δωμάτιο που τού παραχωρούσαν οι κάτοικοι του χωριού, οι οποίοι, επίσης, φρόντιζαν και για το μεσημριανό και βραδινό φαγητό του! Ο ίδιος πάλι δάσκαλος έκανε και το μάθημα της γυμναστικής, της ιχνογραφίας, της ζωγραφικής, της μουσικής! Ο ίδιος πάντα δάσκαλος φορούσε, με ευπρέπεια, το ίσιο παλιό κουστούμι και παλιά γραβάτα και τα ίδια μπαλωμένα παπούτσια!
Επίσης, υπενθυμίζω ότι τότε δεν υπήρχε η σημερινή κατ΄ ευφημισμόν «δωρεάν παιδεία», αφού πληρώναμε εγγραφές και αγοράζαμε όλα τα σχολικά βιβλία, αλλά μαθαίναμε και γράμματα. Ούτε γυμνάσια σε μικρή και μεγάλη πόλη!
Σήμερα, μολονότι πολλοί κορδακίζονται για τη «δωρεάν παιδεία», η οποία κοστίζει στον Έλληνα φορολογούμενο 3.000-4.000 ευρώ ετησίως ανά μαθητή και στον οικογενειακό προϋπολογισμό άλλα τόσα, αρμόδιοι φορείς και αρχές, όπως η Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ) και το Τμήμα Αναλφαβητισμού της Γενικής Γραμματείας Λαϊκής Επιμόρφωσης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το συνεχώς αυξανόμενο από το 1985 λειτουργικό αναλφαβητισμό (44,8% των Ελλήνων άνω των 15 ετών!).
Μάλιστα, η ΑΔΙΠΠΔΕ στην ετήσια έκθεση της για το 2019 διευκρινίζει ότι «τα προβλήματα που εμφανίζονται στο λύκειο, σε σύγκριση με το δημοτικό σχολείο και το γυμνάσιο, δεν είναι προβλήματα αποκλειστικά του λυκείου, αλλά όλων των βαθμίδων, τα οποία συσσωρευτικά κατέληξαν στο λύκειο».
«Λειτουργικά αναλφάβητος»
Όσον αφορά τον όρο «λειτουργικά αναλφάβητος» υπενθυμίζω ότι το 1978, η Γενική Συνέλευση της UNESCO αναφέρει ότι «λειτουργικά αναλφάβητο είναι κάθε άτομο που είναι ανίκανο να ασκήσει όλες τις δραστηριότητες για τις οποίες είναι απαραίτητος ο αλφαβητισμός, ώστε να λειτουργεί καλύτερα η ομάδα του και η κοινότητά του και να μπορεί επίσης, ο ίδιος, να διαβάζει, να γράφει και να μετράει, για την προσωπική του ανάπτυξη και για την ανάπτυξη της κοινότητάς του». Για το ίδιο θέμα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τοποθετήθηκε ως εξής:
«Λειτουργικά αναλφάβητο είναι το άτομο που δεν είναι σε θέση να γνωρίζει ικανοποιητικά ανάγνωση, γραφή και αριθμητική για να ενταχθεί ως άτομο στην κοινωνία, απολαμβάνοντας πλήρως τα δικαιώματά του». Τα παραπάνω θλιβερά πορίσματα καθιστούν επιτακτική την ανάγκη να αλλάξει το σχολείο του μέλλοντος και αυτό είναι το πολύ μεγάλο στοίχημα που καλείται να κερδίσει η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.
Αυτή η μελαγχολική διαπίστωση για τις απογοητευτικές επιδόσεις της ελληνικής εκπαίδευσης συμπυκνώνεται στην αγωνιώδη διαπίστωση της διαπρεπούς καθηγήτριας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Μαρίας Ευθυμίου σε συνέντευξή της στον συνάδελφο Νότη Παπαδόπουλο (arxaiologia.gr το 2016) ότι «ο απόφοιτος δημοτικού του σχολείου της γειτονιάς πριν από 40 χρόνια ήξερε πολύ περισσότερα από πολλούς αποφοίτους λυκείου σήμερα»!
Και για να μην παρεξηγηθώ υπογραμμίζω ότι για το κατάντημα αυτό δεν φταίνε οι εκπαιδευτικοί, μερικοί από τους οποίους έχουν κάνει λαμπρές μεταπτυχιακές σπουδές και είναι γλωσσομαθείς, αλλά έχουν καταντήσει ως… «μόνιμοι» επί σειράν ετών… «αναπληρωτές» να είναι «όμηροι» των εκάστοτε κυβερνήσεων…
Latest News
Οι 4+1 εποχές του τραπεζικού συστήματος
Η βαθύτερη κατανόηση της πορείας του τραπεζικού συστήματος και κυρίως της αλληλεπίδρασης μεταξύ πιστωτικής επέκτασης και επάρκειας καταθέσεων παρουσιάζει μια σειρά από προκλήσεις
Το έλλειμμα της οικονομίας
Δεν έχουμε βρει τον τρόπο να ανατρέψουμε την πιο ολέθρια για την ελληνική οικονομία συνθήκη
Ποιος ο ρόλος για τη μεταλλευτική βιομηχανία
Αν η Ελλάδα θέλει να ενισχύσει την «ενδογενή» ανάπτυξη της, αλλά με την απαραίτητη παραγωγική εξωστρέφεια, ο ορυκτός πλούτος της αποτελεί μεγάλη ευκαιρία
Κάτι ψήνεται
Η πολιτική αβεβαιότητα που περιβάλει την επιστροφή Τραμπ
Τι πρέπει να περιμένουν οι ελληνικές τράπεζες το 2025
Το έτος 2025, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες
Ποιοι κερδίζουν από τα ασφάλιστρα υγείας
Σύντομα θα έχουμε θέμα και με τις χρεώσεις των ιδιωτικών νοσοκομείων, καθώς οι ασφαλιστικές πετούν στα ιδιωτικά θεραπευτήρια τον «μουτζούρη» των αυξήσεων
Τι είναι η νέα επιχειρηματικότητα;
Αν και δεν υπάρχει ξεκάθαρος και ενιαίος ορισμός γιατί οι τύποι των επιχειρήσεων διαφέρουν μεταξύ τους, ωστόσο υπάρχουν αρχές της επιχειρηματικότητας οι οποίες σήμερα είναι γρήγορα μεταβαλλόμενες.
Χώρα παντοπωλείων…
Πλέον πήρε κεφάλι η δημιουργία παντοπωλείων, κοινώς μπακάλικα στην πιο εξευγενισμένη σημερινή μορφή
Οι προτεραιότητες και οι στόχοι του υπουργείου Ναυτιλίας
Σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από σημαντικές προκλήσεις και δύσκολες γεωπολιτικές συγκυρίες, η ελληνική ναυτιλία παραμένει η ραχοκοκαλιά του διεθνούς εμπορίου
Ελλάδα 2025: Από την ανθεκτικότητα στη βιώσιμη ανάπτυξη
Το 2025 αναμένεται να είναι έτος κρίσιμο για την αξιοποίηση των ευκαιριών και την εδραίωση της Ελλάδας ως κόμβου καινοτομίας και βιωσιμότητας