Ο Άρμιν Λάσετ δεν άντεξε άλλο και ανακοίνωσε την πρόθεσή του να παραιτηθεί. Το έκανε δε ακριβώς την ημέρα που ξεκίνησαν οι επίσημες διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινους και Ελεύθερους Δημοκράτες για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης τη Γερμανίας – της πρώτης χωρίς την Μέρκελ και τους Χριστιανοδημοκράτες μετά από 16 ολόκληρα χρόνια.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η μοίρα του υποψηφίου της Χριστιανικής Ένωσης για την καγκελαρία και πρωθυπουργού της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας ήταν προδιαγεγραμμένη. Η ευρεία και βαριά ήττα του κόμματος στις εκλογές της 6ης Σεπτεμβρίου, στις οποίες σημείωσε το χειρότερο αποτέλεσμα στην ιστορία του, δεν μπορούσε παρά να χρεωθεί κάπου πολιτικά – κι ο Λάσετ ήταν η προφανής και εύκολος στόχος.

Καταδικασμένος από καιρό

Ήδη, άλλωστε, ήταν φανερό ότι πολλοί του την είχαν «στημένη» από την προεκλογική κιόλας περίοδο. Ειδικά ο ηγέτης των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να πάρει ρεβάνς και να αποδείξει ότι η επιλογή του Λάσετ ως υποψηφίου, αντί του ίδιου που διεκδίκησε το χρίσμα, ήταν απολύτως λανθασμένη.

Φαίνεται δε ότι κάτι ανάλογο περίμεναν και εκατομμύρια Γερμανοί. Και βρήκαν την ευκαιρία με την ατυχή και αψυχολόγητη επιλογή του Λάσετ να γελάσει μπροστά στον φωτογραφικό φακό, την ώρα που ο πρόεδρος της δημοκρατίας απευθυνόταν στους πληγέντες από τις φονικές πλημμύρες. Έκτοτε, τα ποσοστά του ίδιου και της Ένωσης βρέθηκαν σε ελεύθερη πτώση και τίποτα δεν έδειχνε ικανό να αποτρέψει τη συντριβή.

Παρά δε το γεγονός ότι ο ίδιος προσπάθησε να σταθεί όρθιος και να σώσει την παρτίδα, κρατώντας ζωντανό το σενάριο ενός συνασπισμού τύπου «Τζαμάικα» με τους Πράσινους και το FDP, με τον ίδιο επικεφαλής, οι πάντες τον άδειασαν. Ακόμη και από το ίδιο του το κόμμα, διαμηνύοντάς του ουσιαστικά πως είναι καιρός η CDU να περάσει στην αντιπολίτευση και να επιχειρήσει να ανασυγκροτηθεί.

Μετά την Μέρκελ, τι;

Αυτό είναι και το μεγάλο ζητούμενο, καθώς ο Λάσετ δεν ήταν το βασικό πρόβλημα, αλλά υπήρξε ουσιαστικά ένα «αναλώσιμο» πιόνι στη γερμανική πολιτική σκακιέρα. Θα καταφέρουν οι Χριστιανοδημοκράτες να βρουν ξανά τον προσανατολισμό τους και την ταυτότητά τους, μετά την εποχή της Μέρκελ; Θα συγκροτήσουν και θα διατυπώσουν μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, ελπίζοντας και σε πιθανή «αστοχία» του νέου συνασπισμού (εφόσον αυτός συγκροτηθεί);

Ή, αντιθέτως, θα εισέλθουν σε μια μακρά περίοδο βαθιάς κρίσης, ανάλογη με αυτή που βρέθηκε το SPD τα προηγούμενα χρόνια, από την οποία βγήκε βαθιά τρ4αυματισμένο και αποδυναμωμένο, παρά την βραχεία κεφαλή που κατάφερε να πάρει στις εκλογές;

Τα ερωτήματα αυτά αφορούν, όπως είναι προφανές, ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της Γερμανίας, του οποίου άλλωστε η Ένωση αποτελεί – ή αποτελούσε μέχρι σήμερα – ακρογωνιαίο λίθο. Η εικόνα κατακερματισμού που έβγαλαν οι κάλπες αποτελεί, εξάλλου, ένδειξη της βαθιάς κρίσης εμπιστοσύνης προς αυτό και, κυρίως, προς τους παραδοσιακούς εκπροσώπους του.

Ανασφάλεια και στην Ευρώπη

Αυτό είναι κάτι που αποδεικνύεται και από δύο πρωτιές: Αφενός, ότι ο δικομματισμός βρέθηκε αθροιστικά κάτω από το 50% και, αφετέρου, ότι απαιτούνται τρία κόμματα για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης (με δεδομένο ότι SPD και CDU-CSU έχουν αποκλείσει νέα μεταξύ τους συνεργασία).

Όπως και να έχει, μέχρι ότου ξεκαθαρίσει η κατάσταση στη Γερμανία, η Ευρώπη έχει κάθε λόγο να αισθάνεται ανήσυχη και ανασφαλής. Τα όσα συμβαίνουν στο Βερολίνο, άλλωστε, διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό και τη δική της εικόνα και προοπτική – όσο κι αν υπάρχουν πολλοί (όπως ο Εμανουέλ Μακρόν) που πιστεύουν πως κάπου εδώ τελειώνει οριστικά η Ευρώπη του «γερμανικού Ράιχ».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα