Project Syndicate
Στις 4 Οκτωβρίου, ο Φούμιο Κισίντα έγινε ο 100ός πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, αφού διαδέχθηκε τον Γιοσιχίντε Σούγκα, ο οποίος κατείχε το αξίωμα αυτό μόνο για ένα χρόνο. Ο Κισίντα εξασφάλισε αυτή τη θέση, επικρατώντας μεταξύ τεσσάρων άλλων υποψηφίων, που ανταγωνίζονταν για την ηγεσία του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος. Στις 31 Οκτωβρίου, αυτός και το LDP θα κατέβουν στις εθνικές εκλογές για τη Βουλή των Αντιπροσώπων, το κατώτερο, αλλά πιο ισχυρό τμήμα, της Ιαπωνικής Δίαιτας.
Μαζί με τον εταίρο συνασπισμού, το Κόμμα Komeito, το LDP αναμένεται να σημειώσει αποφασιστική νίκη. Η τελευταία δημοσκόπηση του NHK παρουσιάζει την υποστήριξη του LDP στο 38,8% (και του Komeito στο 3,9%). Το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Συνταγματικό Δημοκρατικό Κόμμα, συγκεντρώνει μόλις 6,6%, με το Κομμουνιστικό Κόμμα να το ακολουθεί με 2,8%.
Εάν το LDP κερδίσει, ο Κισίντα θα είναι, για τουλάχιστον μία τριετία, πρόεδρος του εν λόγω κόμματος και, για τα επόμενα 4 χρόνια, πρωθυπουργός της Ιαπωνίας. Το διάστημα αυτό είναι αρκετό, ώστε να μπορέσει να εισάγει και να εφαρμόσει την πολιτική ατζέντα της επιλογής του. Επομένως, το ερώτημα που τίθεται είναι τι πορεία θα ακολουθήσει.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του LDP, ο Κισίντα υποσχέθηκε την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής του κόμματος από τον «νεοφιλελευθερισμό» στον «νέο καπιταλισμό». Ελπίζει να δημιουργήσει έναν ενάρετο κύκλο μεταξύ της ανακατανομής του εισοδήματος και της ανάπτυξης, υποστηρίζοντας ότι ο νεοφιλελευθερισμός έχει δημιουργήσει ένα διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών της Ιαπωνίας.
Ο Κισίντα επιθυμεί οι εταιρείες να διανέμουν τα κέρδη τους ευρύτερα στους εργαζόμενους, τους πελάτες και τους υπεργολάβους (πέραν από τους μετόχους), πράγμα που συνεπάγεται αλλαγή από τον «καπιταλισμό των μετόχων» στον «καπιταλισμό των ενδιαφερόμενων μερών». Απώτερος στόχος του είναι να «κυριαρχήσει» ξανά η μεσαία τάξη και, για να το επιτύχει αυτό, πρότεινε φοροαπαλλαγή για τις εταιρείες που αυξάνουν τα μεροκάματα και τους μισθούς των εργαζομένων.
Κι όμως, πολλά ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά. Συνεπάγεται το όραμα του Κισίντα για έναν νέο καπιταλισμό την έγκριση των αρχών της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και διακυβέρνησης; Ή αναπολεί απλώς τις παλιές εποχές του ιαπωνικού καπιταλισμού, τότε που οι εργαζόμενοι παρέμεναν σε μια εταιρεία ισόβια (με προαγωγές προτεραιότητας) και οι εταιρείες δεν προέβαιναν σε απολύσεις ακόμη και σε περιόδους σοβαρής ύφεσης ή για ενδεχόμενη αναδιάρθρωση; Μόνο αφού ο Κισίντα δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το οικονομικό του πρόγραμμα, θα γνωρίζουμε πώς ακριβώς θα κινηθεί ο νέος πρωθυπουργός.
Όσον αφορά την πανδημία του κορωνοϊού, η οποία συνεχίζει να πλήττει την Ιαπωνία, ο Κισίντα ζήτησε την αύξηση των μισθών νοσηλευτών, εργαζομένων φροντίδας και νηπιαγωγών. Σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες, αυτός ο στόχος στην Κίνα μπορεί να επιτευχθεί, κάλλιστα, μέσω της κυβέρνησης, δεδομένου του ότι η υγειονομική περίθαλψη, η μακροχρόνια φροντίδα και η φροντίδα των παιδιών αποτελούν σημαντικά ρυθμιζόμενους τομείς. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τέτοιες ενέργειες λαμβάνουν και τη συναίνεση των πολιτών. Το σύστημα υγείας της Ιαπωνίας είναι γνωστό για την ακαμψία και τους «αποπνικτικούς» κανονισμούς του, με τους εργαζόμενους να αναγκάζονται, συνήθως, να εργάζονται υπερωρίες χωρίς αμοιβή.
Αν και αυτό που τράβηξε περισσότερο την προσοχή, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, είναι η έμφαση που δίνει ο Κισίντα στην αναδιανομή, πρέπει να καταστεί γνωστό ότι ο Κισίντα ακολουθεί και μία στρατηγική ανάπτυξης. Επιθυμεί περισσότερες επενδύσεις στην επιστήμη και την τεχνολογία, την ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών στις αγροτικές περιοχές, τη δημιουργία ανθεκτικών αλυσιδών εφοδιασμού και την ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας. Ένα συγκεκριμένο μέτρο που έχει προτείνει είναι η δημιουργία ενός «πανεπιστημιακού ταμείου» 10 τρισεκατομμυρίων λιρών (περίπου 90 δισεκατομμύρια δολάρια) για την υποστήριξη της έρευνας στα κορυφαία ιδρύματα.
Όπως φαίνεται, όμως, αυτό που απουσιάζει από τη στρατηγική ανάπτυξης του Κισίντα είναι η λέξη «μεταρρύθμιση». Ίσως συσχετίζει αυτόν τον όρο με τον νεοφιλελευθερισμό, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευφημιστικά, ώστε να περιγράψει το επώδυνο κλείσιμο επιχειρήσεων ή τις μαζικές απολύσεις για μείωση κόστους.
Ωστόσο, η συσχέτιση αυτή είναι λάθος. Η Ιαπωνία χρειάζεται απεγνωσμένα μια κυβέρνηση που είναι πρόθυμη να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις για να ενθαρρύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό σε πολλούς κλάδους. Χωρίς αυτό, είναι δύσκολο να δούμε πώς ο Κισίντα μπορεί να ενισχύσει την παραγωγικότητα, και συνεπώς, να προσφέρει υψηλότερους πραγματικούς μισθούς για τους απλούς εργαζόμενους. Επιπλέον, τα προγράμματα επανεκπαίδευσης και οι μεταβατικές πολιτικές δικτύων ασφαλείας μπορούν να βοηθήσουν στον τρόπο που θα διαχειριζόμαστε το κλείσιμο των επιχειρήσεων, τις απολύσεις όσων δεν είναι παραγωγικοί και τις παρακμάζουσες βιομηχανίες. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις ταιριάζουν απόλυτα με τον καπιταλισμό των ενδιαφερομένων μερών.
Σημαντικό θέμα στην εθνική προεκλογική εκστρατεία αυτού του μήνα είναι το μέγεθος των πληρωμών σε μετρητά σε νέους και εργαζομένους χαμηλού εισοδήματος. Το Κόμμα Komeito πρότεινε εφάπαξ επιδόματα τέκνων ύψους 100.000 λιρών για κάθε άτομο κάτω των 19 ετών ανά νοικοκυριό. Ωστόσο, κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν, επίσης, προτείνει εκταμίευση μετρητών σε νοικοκυριά, καθώς και χαμηλότερο συντελεστή φόρου κατανάλωσης.
Ακόμη μία φωνή είναι και η Σανάε Τακάιτσι, η οποία κατέβηκε στις εκλογές απέναντι στον Κισίντα, για την ηγεσία του LDP και, έκτοτε, ανέλαβε θέση χάραξης πολιτικής στο κόμμα. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας της, διαμόρφωσε τη Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία, κατά την οποία υποστηρίζεται ότι δεν υπάρχει όριο στην έκδοση κρατικού χρέους, εφόσον εκφράζεται στο ίδιο νόμισμα της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να υπάρξει ισχυρή πίεση εντός του ίδιου του LDP για τη διαχείριση των δημοσιονομικών.
Παρόλο που ο Κισίντα πρότεινε τη θέσπιση προοδευτικών φορολογικών συντελεστών για τόκους, μερίσματα και κεφαλαιακά κέρδη, υποχώρησε από αυτήν την ιδέα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Φαίνεται ότι ο αγώνας για την αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων προς υποστήριξη των ριζικά επεκτατικών εκταμιεύσεων μετρητών έχει ενταθεί. Εάν και ο Κισίντα συμμετέχει στον αγώνα αυτό, μπορεί ο ίδιος να κερδίσει φήμη βραχυπρόθεσμα, αλλά οι μακροοικονομικοί κίνδυνοι για την Ιαπωνία θα αυξηθούν σημαντικά.
Ο Τακατόσι Ίτο, πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Ιαπωνίας, είναι καθηγητής στη Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Υποθέσεων, στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, και καθηγητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Μεταπτυχιακών Σπουδών Πολιτικής, στο Τόκιο.
Latest News
Ψηφιακή έκδοση και διαβίβαση παραστατικών διακίνησης (Ε’ Μέρος)
Τι θα πρέπει να γνωρίζουν οι επιχειρήσεις
Η Ελλάδα και η μεγάλη ευκαιρία της Νέας Εποχής του Υδρογόνου
H Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αδράξει τη μοναδική ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στον αναδυόμενο τομέα του υδρογόνου
Η δημογραφική εικόνα της Θεσσαλίας
Η Θεσσαλία δεν βρίσκεται στην πλέον δυσμενή δημογραφικά θέση συγκρινόμενη με τις λοιπές ελληνικές Περιφέρειες
Ο παράδεισος των θεσμών και η επί γης Ελλάδα
Και μια λέξη: γιατί;
Oι πολιτικές εξελίξεις επιβάρυναν το ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών
Πώς αντέδρασε το Χρηματιστήριο Αθηνών στις πολιτικές εξελίξεις - Οι επενδυτές καλούνται να επιστρατεύσουν την υπομονή τους
Αποζημίωση δανειολήπτη με αναπηρία εξαιτίας καταχρηστικής πρακτικής
Η δικαστική απόφαση που αποτελεί σημαντικό νομικό προηγούμενο στην προστασία των δικαιωμάτων δανειοληπτών και ασθενών
Αναζητώντας την ουσία της Βιωσιμότητας πάνω στην Αχνή Γαλάζια Κουκίδα
Οι παγκόσμιες προκλήσεις της βιωσιμότητας ασκούν πιέσεις στην οικονομία και το επιχειρηματικό περιβάλλον, αλλά ταυτόχρονα ανοίγουν ευκαιρίες για ανάπτυξη και καινοτομία
Η αγορά κρυπτονομισμάτων μαγνητίζει τα βλέμματα
Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ αναμένεται να αλλάξει τα πράγματα στα κρυπτονομίσματα
Πώς υπολογίζεται η Υπεύθυνη Καινοτομία;
Μια επιτυχημένη υπεύθυνη καινοτομία συνιστά de facto μια θετική πρόοδο. Παρέχει προστιθέμενη αξία όσον αφορά τον κοινωνικό αντίκτυπο και τη βιώσιμη ανάπτυξη
Ο γερμανικός κίνδυνος
Η αυξανόμενη ανεργία και η δημοσιονομική αμηχανία έπεισαν τελικά την κεντροαριστερή κυβέρνηση της εποχής να προχωρήσει σε ένα κύμα μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης