
Μέσα στη φασαρία για την Ολλανδέζα διάβασα να υιοθετούνται από κάποιους όλα τα στερεότυπα που διακινεί ένα «διεθνές μεταναστευτικό λόμπι», καθώς και διάφορα έντυπα που το υποστηρίζουν.
Ουσιαστικά στοχοποιούν την περιφρούρηση του εθνικού χώρου. Και φυσικά προωθούν τη διευκόλυνση του μεταναστευτικού εμπορίου. Υποθέτω μήπως βγάλουν και κανένα φράγκο – άλλωστε ο «ανθρωπισμός» εκτός από ιδεώδες είναι και λίγο μπίζνα.
Αλλά πάμε στην ουσία διότι φοβούμαι ότι στο τέλος θα μας ζητήσουν και τα ρέστα.
Πρώτον, η μετανάστευση δεν αποτελεί απροϋπόθετο δικαίωμα. Υπόκειται στους νόμους της χώρας υποδοχής. Η οποία αν θέλει δέχεται μετανάστες κι ορίζει τους όρους με τους οποίους τους δέχεται. Αν δεν θέλει, δεν τους δέχεται.
Δεύτερον, ο πρόσφυγας προϋποθέτει πόλεμο ή διωγμό ή απειλή ή τέλος πάντων καταστάσεις που θέτουν σε κίνδυνο την ύπαρξή του.
Η Τουρκία είναι (κατά διεθνή κι ευρωπαϊκή παραδοχή) χώρα ασφαλής, συνεπώς δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις να εξάγει πρόσφυγες στα νησιά μας.
Τρίτον, το καλαμπούρι πως όσοι δεν περνούν καλά στην Ασία ή την Αφρική δικαιούνται να διασχίσουν πεντέξι χώρες και μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα για να μπουκάρουν στην Ελλάδα, την Ιταλία ή την Ισπανία έχει αρχίσει να γίνεται επικίνδυνο.
Μπορεί η Ευρώπη να αποτελέσει φρούριο; Αν το αποφασίσει, ασφαλώς. Και φρούριο και κάστρο και μπούνκερ και ό,τι άλλο αποφασίσει.
Διότι αν δεν κάνω λάθος, στην Ευρώπη διατηρούμε απολύτως το δικαίωμα να μη γίνουμε Λαχόρη, Μογκαντίσου ή Χαρτούμ.
Τέταρτον, η φύλαξη των συνόρων, χερσαίων και θαλάσσιων, αποτελεί εθνικό καθήκον. Στο οποίο περιλαμβάνεται η παρεμπόδιση ή η αποτροπή όσων θέλουν να τα περάσουν παράνομα.
Αν κάποιος διαφωνεί με την αρχή, μπορεί να φτιάξει κόμμα και να κατέβει στις εκλογές ζητώντας να καταργηθούν τα σύνορα.
Αν κάποιος διαφωνεί με τις μεθόδους φύλαξης των συνόρων μπορεί να κάνει μηνυτήρια αναφορά, παράσταση στην εισαγγελία, μήνυση, αγωγή κι ό,τι άλλο τραβάει η ψυχή του.
Ολα τα νομικά όπλα του κράτους δικαίου είναι στη διάθεσή του κι είμαι βέβαιος ότι η δικαιοσύνη θα ακούσει με ενδιαφέρον τα παράπονά του.
Αν πάλι κάποιος προτιμάει «ανεξάρτητες αρχές», καμία αντίρρηση. Μπορεί να βρει μια αρχή και να κηρύξει την ανεξαρτησία της.
Αλλά ένα πράγμα είναι βέβαιο. Πως παρά την ύπαρξη ενός δραστήριου μεταναστευτικού λόμπι δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να συνταχθούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις με το λόμπι κι όχι με τις κοινωνίες τους.
Αυτό είναι η δημοκρατία. Και το σημειώνω διότι κινδυνεύουμε στο τέλος να μας πουν και μ@λ@κες.


Latest News

Πρώτα παράγουμε, μετά ξοδεύουμε
Στη δημόσια συζήτηση, αντί να ασχολούμαστε πώς θα συνεχίσουμε να παράγουμε, πώς θα δημιουργήσουμε μεγαλύτερη αξία, εμείς σχεδόν μονοθεματικά, ασχολούμαστε με το πώς και πόσο θα αυξήσουμε τις κρατικές δαπάνες

Παροχές σε λάθος χρόνο
Στην Ελλάδα έχουμε καταφέρει να κάνουμε και πάλι τη λάθος συζήτηση

Χάνεται η λογική
Μπερδεύουν στην κυβέρνηση το «κράτος-εργοδότη» με το «κοινωνικό κράτος»

Ο Τραμπ, ο γεωπολιτικός αναταγωνισμός ΗΠΑ - Κίνας και η παγίδα του Θουκυδίδη;
Το βιβλίο των Αθ. Πλατιά και Β. Τρίγκα από τον Ιωάννη Ε. Κωτούλα και η ανάλυση του επίκαιρου και διόλου ακίνδυνου ανταγωνισμού ΗΠΑ – Κίνας

Οι «κρυφές» αμυντικές βιομηχανίες και τα οικονομικά οδοφράγματα
Ουδείς είχε αντιληφθεί ότι η Ελλάδα διαθέτει τόσο πολλές βιομηχανίες παραγωγής αμυντικού υλικού κάθε είδους

Ζώντας με 743 ευρώ το μήνα
Η κυβέρνηση πανηγυρίζει για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Παραβλέποντας ότι αυτός αποτυπώνει ακόμη μια πολύ δύσκολη συνθήκη.

Βάζουν πλάτη οι επιχειρήσεις
Η αύξηση της τάξεως του 6% του κατώτατου μισθού, που ενέκρινε χθες το Υπουργικό Συμβούλιο, δεν είναι διόλου αμελητέα ως ποσοστό

Ο καθρέφτης του χρηματιστηρίου
Σημαντική αύξηση των συναλλαγών, επιχειρηματικές εξελίξεις, νέες συμφωνίες και μεγάλη κινητικότητα σε πολλούς κλάδους είναι ξεκάθαρο σημάδι μιας οικονομίας σε ανάπτυξη

Κλείνει υποθέσεις με το παρελθόν
Το επίσημο ελληνικό κράτος οφείλει να «ξεψαχνίσει» και να φέρει στα ταμεία και το παραμικρό από τα χρωστούμενα, πριν αποφασίσει να προχωρήσουμε ως χώρα

Από τα μπλοκάκια στις εταιρείες για να αποφύγουν την κλίμακα των μισθωτών
Η «μαύρη» εργασία σε μεγάλο βαθμό περιορίστηκε με τη χρήση της κάρτας εργασίας, αλλά και εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης εργαζομένων στην περίοδο που διαδέχτηκε τα μνημόνια