Εντείνεται η διαμάχη, με απρόβλεπτες συνέπειες, μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του πετρελαϊκού καρτέλ, με αφορμή τις υψηλές τιμές του πετρελαίου και την απόφαση του ΟΠΕΚ να μην αυξήσει την παραγωγή του.

Το τελευταίο επεισόδιο στον πόλεμο που έχει ξεσπάσει, αφορά στις προειδοποιήσεις του ΟΠΕΚ+ ότι  δεν θα αφήσουν «αναπάντητη» την απόφαση της Ουάσιγκτον, σε συνεργασία με άλλες χώρες  να απελευθερώσουν πετρέλαιο από τα στρατηγικά τους αποθέματα.

Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το Bloomberg, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν πρόκειται να ανακοινώσει σήμερα Τρίτη ένα σχέδιο για την αποδέσμευση αποθεμάτων από τα Στρατηγικά Αποθέματα σε συνεργασία με τη Κίνα, την Ινδία, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.

Η πρωτοβουλία αυτή έχει ως στόχο να ανακόψει το ράλι στις τιμές του πετρελαίου.

Οι εκπρόσωποι του ΟΠΕΚ+ δήλωσαν ότι η αποδέσμευση εκατομμυρίων βαρελιών από τα αποθέματα των μεγαλύτερων πελατών τους είναι αδικαιολόγητη υπό τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς και ο όμιλος μπορεί να χρειαστεί να επανεξετάσει τα σχέδια για αύξηση της παραγωγής πετρελαίου κατά τη συνεδρίασή τους την επόμενη εβδομάδα.

Η διαμάχη αυτή απειλεί να προκαλέσει ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα στη γεωπολιτική του πετρελαίου από τον πόλεμο τιμών μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ρωσίας στις αρχές του 2020.

Διακυβεύεται η τιμή του πιο σημαντικού εμπορεύματος στον κόσμο καθώς πολιτικοί και κεντρικοί τραπεζίτες αντιμετωπίζουν την ισχυρότερη πληθωριστική άνοδο σε περισσότερο από ένα δεκαετία.

Δείχνει επίσης την τεταμένη σχέση μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Ριάντ, που παραδοσιακά αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο των σχέσεων των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.

Η κατάσταση παραμένει ρευστή και τα σχέδια θα μπορούσαν να αλλάξουν, αλλά οι ΗΠΑ εξετάζουν το ενδεχόμενο να απελευθερώσουν περισσότερα από 35 εκατομμύρια βαρέλια με την πάροδο του χρόνου.

«Μια τέτοια κίνηση θα αύξανε δυνητικά τα στοιχήματα στο παιχνίδι πόκερ πετρελαίου και θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες εντάσεις στη διμερή σχέση μεταξύ Ουάσιγκτον και Ριάντ», δήλωσε η Helima Croft, επικεφαλής στρατηγικής εμπορευμάτων στην RBC Capital Markets LLC.

Ο ΟΠΕΚ+ ήδη απέρριψε τις εκκλήσεις του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και άλλων νωρίτερα αυτόν τον μήνα για αύξηση της παραγωγής.

Για τον Μπάιντεν, η συντονισμένη απελευθέρωση θα σηματοδοτούσε μια διπλωματική νίκη για τις ΗΠΑ, ειδικά δεδομένης της εμπλοκής της Κίνας. Το θέμα συζητήθηκε με τον Πρόεδρο Xi Jinping σε μια εικονική σύνοδο κορυφής την περασμένη εβδομάδα.

Η μάχη του να μειώσει τις τιμές έρχεται σε αντίθεση με την προσπάθεια του προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ να πείσει τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία να τερματίσουν έναν πόλεμο τιμών στις αρχές του 2020 που κατέρριψε τις τιμές κατά την έναρξη της πανδημίας του κορωνοϊού.

Δείχνει επίσης ότι σε ένα πληθωριστικό περιβάλλον, όπου οι τιμές των πάντων, από τα αυτοκίνητα μέχρι το κρέας αυξάνονται, οι μεγάλες οικονομίες έχουν χαμηλότερο όριο ανοχής για τις υψηλές τιμές του πετρελαίου. Κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα το πετρέλαιο ήταν για χρόνια πάνω από 100 δολάρια το βαρέλι χωρίς να γίνει πολιτικό σημείο ανάφλεξης.

Η κίνηση θα αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη αποδέσμευση αποθεμάτων αργού από μεγάλες οικονομίες που πραγματοποιείται εκτός της αιγίδας του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας.

Προηγούμενες παγκόσμιες προσπάθειες για την αξιοποίηση των αποθεμάτων — όπως η απελευθέρωση 60 εκατομμυρίων βαρελιών το 2011 μετά τις αναταραχές και τις διακοπές του εφοδιασμού στη Λιβύη — συντονίστηκαν από τον ΔΟΕ, του οποίου η Κίνα δεν είναι μέλος.

Ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών και οι σύμμαχοί του θα συναντηθούν στις 2 Δεκεμβρίου για να εξετάσουν την αύξηση της παραγωγής κατά 400.000 βαρέλια την ημέρα τον Ιανουάριο.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Αγορές
Wall Street: Νέα ρεκόρ για  S&P 500 και Dow- Έφθασαν ενδοσυνεδρικά τις 6.000 και 44.000 μονάδες αντίστοιχα
Wall Street |

Τα ρεκόρ των S&P 500 και Dow «στρώνουν το χαλί» στην Wall Street για την καλύτερη εβδομάδα της χρονιάς

Η σαρωτική νίκη του Τραμπ ενίσχυσε τα στοιχήματα για μια φιλική προς τις επιχειρήσεις ατζέντα και η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων μείωσε την πίεση στην αμερικανική οικονομία