
Πριν μερικές μέρες έληξε η δημόσια διαβούλευση του νέου Αναπτυξιακού Νόμου «Ελλάδα Ισχυρή Ανάπτυξη», όπου παρουσιάστηκαν τα καθεστώτα χορήγησης κρατικών ενισχύσεων για συγκεκριμένες δραστηριότητες και κλάδους. Ανάμεσά τους η πράσινη μετάβαση και το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης. Παρά το ότι είναι θετική η συμπερίληψή τους, αυτό που απουσιάζει είναι η έμπρακτη στήριξη της ουσιαστικής συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στην ενεργειακή μετάβαση, αξιοποιώντας τον θεσμό των ενεργειακών κοινοτήτων.
Από το 2018 που θεσπίστηκε ο ιδρυτικός νόμος των ενεργειακών κοινοτήτων μέχρι σήμερα, οι προβλέψεις περί κρατικών ενισχύσεων αποτελούν ένα βασικό εμπόδιο στην απορρόφηση των πόρων που έχουν δεσμευτεί ειδικά για τις ενεργειακές κοινότητες. Αφενός δεν έχουν επιτρέψει την αξιοποίηση των πόρων πού είχαν προδημοσιευτεί στο πλαίσιο του ΕΠΑνΕΚ (€25εκ), ενώ η προγραμματική περίοδος 2014-2020 βαίνει πλέον προς το τέλος της, και αφετέρου εμποδίζουν την απορρόφηση μέρους των δημοσίων εσόδων δημοπράτησης δικαιωμάτων εκπομπών CO2 του 2018 που είχε προβλεφθεί για τις ενεργειακές κοινότητες στις λιγνιτικές περιοχές (€3,5εκ). Ανάλογα προβλήματα αποδέσμευσης πόρων θα υπάρξουν- εφόσον δεν επιλυθούν- και για τους αντίστοιχους πόρους των ετών 2019-2021, τα οποία αναμένονται να καθοριστούν αλλά κυρίως για τους νέους πόρους του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης της περιόδου 2021-27, για τους οποίους η χρηματοδότηση του κόστους εγκατάστασης έργων ΑΠΕ ενεργειακών κοινοτήτων κοινωφελούς σκοπού αποτελεί επιλέξιμη δαπάνη.
Επιπλέον οι ενεργειακές κοινότητες που έχουν μέλη ΟΤΑ ή και επιχειρήσεις ΟΤΑ αντιμετωπίζουν προβλήματα στην πρόσβασή τους στις χρηματοδοτήσεις λόγω, είτε των κανονισμών των κρατικών ενισχύσεων, είτε της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων.
Όλα αυτά είναι ήδη γνωστά στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο μάλιστα σε απάντησή του στο πλαίσιο του Κοινοβουλευτικού ελέγχου- τον Φεβρουάριο του 2021- τα έχει εντοπίσει και απάντησε ότι τα επεξεργάζεται στο πλαίσιο «ενός σχέδιο νόμου που θα αποσκοπεί στην πλήρη αναμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου το οποίο διέπει το θεσμό των ενεργειακών κοινοτήτων». Μέχρι σήμερα όμως ούτε σχέδιο νόμου έχει τεθεί σε δημόσιο διάλογο, ούτε όμως και ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος φαίνεται να ασχολείται με το κομβικό αυτό ζήτημα της στήριξης των ενεργειακών κοινοτήτων. Κι αυτό διότι στο σχέδιο που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση δεν αποσαφηνίζεται με ποιον τρόπο θα ξεπεραστούν τα υφιστάμενα προβλήματα απορρόφησης των κρατικών πόρων από τις ενεργειακές κοινότητες, ενώ δεν αποτυπώνονται ούτε τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία του δημοσίου για τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού) που λειτουργούν ή και συμμετέχουν σε ενεργειακές κοινότητες.
Θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό; Βεβαίως, είναι η απάντηση και έρχεται από την όχι και τόσο μακρινή Ιρλανδία. Η περίπτωση της Ιρλανδίας παρουσιάζει ενδιαφέρον διότι κατάφερε πρόσφατα, τον Ιούλιο του 2020, να διαμορφώσει ένα ειδικό σύστημα ενίσχυσης των Κοινοτήτων Ανανεώσιμης Ενέργειας (Renewable Energy Communities, RECs), το οποίο συμβαδίζει με τις ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας, παρόλο που σε αυτές δεν αναφέρονται συγκεκριμένα μέτρα και ειδικότερες διαδικασίες για ενεργειακές κοινότητες.
Πιο συγκεκριμένα, το Σύστημα Υποστήριξης Ανανεώσιμης Ηλεκτρικής Ενέργειας (Renewable Electricity Support System, RESS) της Ιρλανδίας παρέχει στήριξη σε έργα ΑΠΕ με πρωταρχική στόχευση την οικονομική αποδοτικότητα, ενώ παράλληλα υποστηρίζει ένα ευρύτερο φάσμα πολιτικής για τη διείσδυση των ΑΠΕ αλλά και τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών σε έργα ΑΠΕ. Ειδικότερα, προβλέπει:
Διακριτή κατηγορία για έργα των κοινοτήτων στον πρώτο διαγωνισμό του συστήματος, με παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατ’ ελάχιστον 30GWh/ έτος (υπό την προϋπόθεση ότι για αυτά θα υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός). Η ποσότητα αυτή αποτελεί το 1% της εν δυνάμει μέγιστης ανανεώσιμης ενέργειας που θα δημοπρατηθεί στον πρώτο διαγωνισμό.
Μέγιστο όριο εγκατεστημένης ισχύος για έργα ενεργειακών κοινοτήτων τα 5 MW.
Απλούστευση διαδικασιών για συμμετοχή στους διαγωνισμούς, όπως μη υποχρέωση καταβολής εγγυήσεων και άλλων οικονομικών υποχρεώσεων υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Διάθεση επιδοτήσεων έως €25.000/ έργο για μελέτες σκοπιμότητας, δανείων έως €150.000/ έργο για την ανάπτυξή τους, επιδότησης του συμβουλευτικού κόστους για όλες τις πτυχές του έργου (νομική, οικονομική, τεχνική).
Επιπλέον μέτρα για την υποστήριξη των κοινοτήτων που φιλοξενούν έργα ΑΠΕ, όπως η ίδρυση ενός Κοινοτικού Ταμείου Παροχών (Community Benefit Fund) και η θέσπιση ενός σχήματος συμμετοχής των πολιτών και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορέων των τοπικών κοινωνιών σε έργα ΑΠΕ άλλων φορέων στην περιοχή τους (Renewable Electricity Participation Scheme).
Θέσπιση πενταετούς προϋπολογισμού ενίσχυσης των Κοινοτήτων Ανανεώσιμης Ενέργειας και των τοπικών κοινοτήτων που φιλοξενούν έργα ΑΠΕ.
Για την Ιρλανδία οι κατευθύνσεις και τα μέτρα στήριξης των Κοινοτήτων Ανανεώσιμης Ενέργειας αναμένεται να επιφέρουν σημαντικά αποτελέσματα όχι μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων ενεργειακών στόχων της (τουλάχιστον 70% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2030), αλλά κυρίως στην αύξηση της τοπικής αποδοχής των ΑΠΕ και της ενημέρωσης και ενδυνάμωσης των πολιτών στον δρόμο για την επίτευξη ενός καθαρότερου μίγματος ηλεκτροπαραγωγής.
Από τη στιγμή λοιπόν που και η Ελλάδα αναγνωρίζει τα οφέλη των ενεργειακών κοινοτήτων, η διαμόρφωση ενός αντίστοιχου καθεστώτος ενίσχυσης για ενεργειακές κοινότητες θα μπορούσε να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξή τους, ενισχύοντας την ενεργειακή δημοκρατία. Η πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης χωρίς να μένει κανένας πίσω δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία δίχως τη συμμετοχή των πολιτών σε αυτή. Τώρα, λοιπόν, που ακόμα διαμορφώνεται ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος, είναι η στιγμή για να προβλεφθούν τα μέτρα εκείνα που θα στηρίξουν τις ενεργειακές κοινότητες για την ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στη δίκαιη ενεργειακή μετάβαση.
*Η Ιωάννα Θεοδοσίου είναι συνεργάτης Πολιτικής, The Green Tank


Latest News

Πώς επηρεάστηκαν τα επενδυτικά καταφύγια από τη διεθνή οικονομική αναταραχή
Η άναρχη και συνάμα επικίνδυνη χάραξη της δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ προκαλεί έντονη νευρικότητα στους επενδυτές. Κι εκείνοι, ενστικτωδώς αναζητούν χαμηλότερη μεταβλητότητα.

Πώς η λογιστική θα κάνει πιο «πλούσιους» τους φορείς γενικής κυβέρνησης από 1/1/2026;
To 2025 θεωρείται περίοδος προετοιμασίας, ή αλλιώς προπαρασκευαστική περίοδος
![Οι αλλαγές που υπάρχουν στα φορολογικά έντυπα για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2024 από ακίνητα [Α]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2025/03/akinita1-e1727899707686-1024x684-1-600x401.jpg)
Οι αλλαγές στα φορολογικά έντυπα για τα εισοδήματα από ακίνητα
Οι νέες διατάξεις για τα κίνητρα ώστε να μπουν στην αγορά νέα ακίνητα που προέρχονται είτε από βραχυχρόνια μίσθωση είτε ήταν κενά

Τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν ελκυστικά παρά τις αναταράξεις στις μετοχικές αγορές
Ο τυφώνας Trump έχει σαρώσει τις χρηματαγορές παγκοσμίως, με τους επενδυτές να αντιμετωπίζουν σοβαρή μεταβλητότητα. Κάποιοι, όμως, βρίσκονται στο απυρόβλητο.
![Ελάχιστο ετήσιο εισόδημα αυτοαπασχολούμενων [Α’ Μέρος]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2024/08/ergazomenoi-768x512-1-600x400.jpg)
Ελάχιστο ετήσιο εισόδημα αυτοαπασχολούμενων [Α’ Μέρος]
Υπολογισμός του τεκμαιρόμενου ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος (προ μειώσεων)

Πώς να υπολογίσετε το δώρο Πάσχα
Το δώρο Πάσχα πρέπει να καταβληθεί από τους εργοδότες του ιδιωτικού τομέα μέχρι τη Μεγάλη Τετάρτη, 16 Απριλίου

Μισθοί, αγοραστική δύναμη και επίπεδο φτώχειας
Με την αύξηση αυτή η Ελλάδα είναι στην 11η θέση μεταξύ των 22 χωρών της Ευρώπης που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό σε ονομαστικές τιμές και στην 13η θέση σε τιμές αγοραστικής δύναμης

Νέες πράξεις απαλλαγές από τον ΕΝΦΙΑ 2023 και 2024
Επανεκκαθάριση ΕΝΦΙΑ για οικισμούς μετά από αλλαγές στους συντελεστές αξιοποίησης οικοπέδου

Οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου και οι άμυνες της Ελλάδας
Η Ελλάδα, αν και έχει μικρότερη εξάρτηση από τις ΗΠΑ, ενδέχεται να επηρεαστεί έμμεσα

Η συνεισφορά της επιστήμης στη Δημοκρατία
Τα απαραίτητα στοιχεία για την πρόοδο της επιστήμης είναι: η επένδυση στην έρευνα, η προώθηση επιστημονικών επαγγελμάτων, η εκπαίδευση στην κριτική σκέψη, η θέση της εξειδίκευσης στη χάραξη δημόσιων πολιτικών και, κυρίως η ανάδειξη των στενών δεσμών μεταξύ επιστημονικής προσέγγισης και δημοκρατίας