Η στρατηγική για την επιστροφή της Ελλάδας στο γκρουπ των «κανονικών» εκδοτών κρατικών ομολόγων θεωρείται επιτυχημένη όπως σημειώνει η DZ Bank, έπειτα και από την τελευταία προσφορά για ανταλλαγή των ομολόγων του PSI.
«Η Ελλάδα θέλει να ξεπεράσει το τραύμα της χρεοκοπίας», σημειώνουν οι αναλυτές της DZ Bank, τονίζοντας ότι οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης έχουν αποτέλεσμα. Παρά την διαφορά στην πιστοληπτική τους αξιολόγηση, τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν ο ισχυρότερος ανταγωνιστής των ιταλικών.
Σύμφωνα με τον γερμανικό επενδυτικό οίκο, η Ελλάδα έχει κάνει πολλά βήματα προς τον στόχο της να θεωρείται μία «κανονική» εκδότρια χώρα: Έχει ήδη επιστρέψει με επιτυχία στην αγορά ομολόγων, έχει εξέλθει από το πρόγραμμα του ESM και το 2019 έκανε την πρώτη πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Ωστόσο, οι αναλυτές ξεκαθαρίζουν πως μένει ακόμα πολλή δουλειά να γίνει. Τον επόμενο χρόνο θα αποπληρωθούν όλα τα δάνεια του ΔΝΤ και θα ακολουθήσει η πρώτη πρόωρη αποπληρωμή των διμερών δανείων του πρώτου πακέτου διάσωσης από τις ευρωπαϊκές χώρες. Με τη βοήθεια αυτών των μέτρων μείωσης του χρέους, η Ελλάδα ξαναχτίζει το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων της, με στόχο να ανακτήσει -έστω μερικώς- την επενδυτική βαθμίδα το 2023, σημειώνει η DZ Bank.
Παράλληλα, η DZ Bank εκτιμά πως η ανάπτυξη της Ελλάδα φέτος θα κινηθεί στο 8%, ενώ θα παραμείνει ισχυρή και το 2022 με ρυθμούς κοντά στο 4% με το ελληνικό ΑΕΠ να επιστρέφει πλήρως στα επίπεδα προ πανδημίας.
Την επόμενη διετία η ανάπτυξη αναμένεται να οδηγηθεί από τις επενδύσεις οι οποίες και θα υποστηριχθούν από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σε ό,τι αφορά το ελληνικό χρέος ο οίκος εκτιμά ότι θα τεθεί σε πτωτική τροχιά από φέτος, όπου θα διαμορφωθεί στο 202% του ΑΕΠ από 206,3% το 2020, ενώ το 2022 θα κινηθεί στο 195% και το 2023 στο 190% του ΑΕΠ.
Latest News
Πώς σχολιάζει το υπουργείο Οικονομίας την έκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα
Η Ελλάδα κλείνει την ψαλίδα με την Ευρώπη
Κομισιόν για Ελλάδα: Ανάπτυξη 2,1% και πληθωρισμός 3% το 2024 – Πόσο θα μειωθεί το χρέος έως το 2026
Οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν περαιτέρω, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο κοντά στο 9% το 2025, κατά την Κομισιόν