Αν και η πρώτη εικόνα ήταν διαφορετική, η συνέχεια έδειξε ότι οι Κεντρικές Τράπεζες δεν κατάφεραν να καθησυχάσουν τις αγορές, ούτε να σβήσουν τις σκιες της αβεβαιότητας αναφορικά με το μέλλον…

Αυτό αποτυπώθηκε τόσο στο ταμπλό των μεγαλύτερων χρηματιστηρίων σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ασία αλλά και στην αγορά του χρυσού, ο οποίος επιβεβαιώνει τον ρόλο του ως ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο και παράγοντα αντιστάθμισης έναντι των έντονων πληθωριστικών πιέσεων.

Με τις μετοχές να βρίσκονται στο «κόκκινο» εν μέσω ανησυχιών για την εξάπλωση της παραλλαγής Όμικρον αλλά και των εξελίξεων στο μέτωπο του πληθωρισμού, ο χρυσός επιβεβαιώνει σήμερα τον ρόλο του ως ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο και αντιστάθμισμα στη άνοδο των τιμών.

Η τιμή του πολύτιμου μετάλλου ξεπέρασε την Παρασκευή το όριο των 1.800 δολαρίων ανά ουγγιά, φθάνοντας στο υψηλότερο σημείο του από τις 22 Νοεμβρίου, με κέρδη 1,1% στο σύνολο της εβδομάδας.

Η ανοδική πορεία του χρυσού έρχεται στο τέλος μιας εβδομάδας, στην οποία καταλυτικό ρόλο έπαιξαν οι αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, οι οποίες από ό,τι διαφαίνεται δεν κατάφεραν να καθησυχάσουν τις αγορές.

Νευρικότητα στη Wall Street

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το πλέον ενδεικτικό δείγμα για την νευρικότητα που επικρατεί στις αγορές είναι η αγορά της Wall Street, η οποία αντέδρασε αρχικά ανοδικά την Τετάρτη μετά την απόφαση της Federal Reserve, άνοιξε επίσης ανοδικά την Πέμπτη για να υποχωρήσει αμέσως μετά και κατέγραψε απώλειες την Παρασκευή.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι ο τεχνολογικός κλάδος, που ηγήθηκε των ρευστοποιήσεων τις δύο τελευταίες ημέρες, ανέκαμψε ενδοσυνεδριακά, για να υποχωρήσει και πάλι και να κλείσει με απώλειες.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι μετά τo sell off επενδυτές εκμεταλλεύτηκαν την πτώση συγκεκριμένων τίτλων και τοποθετήθηκαν χαμηλότερα, και μετά την άνοδο ρευστοποιήσαν εκ νέου τα κέρδη τους.

Στο ταμπλό ο δείκτης Dow Jones υποχώρησε 560 μονάδες ή 1,6% κι έκλεισε στις 35.365,37 μονάδες. Ο S&P 500 υποχώρησε κατά 1,2% στις 4.620,60 μονάδες. Ο τεχνολογικός Nasdaq κατέγραψε απώλειες 0,2% στις 15.169,68 μονάδες μετά από σύντομη διαπραγμάτευση στο πράσινο. Στο χαμηλό της συνεδρίασης, ο Nasdaq σημείωσε πτώση 1,5%.

Σε επίπεδο εβδομάδας ο Nasdaq ήταν ο μεγαλύτερος χαμένος, με απώλειες 2,4%, ενώ ο Dow και ο S&P 500 υποχώρησαν και οι δύο περισσότερο από 1%.

Στο «κόκκινο» η Ευρώπη

Οι ευρωπαϊκές αγορές υποχώρησαν την Παρασκευή καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες για την εξάπλωση της παραλλαγής Όμικρον και τις προοπτικές για τον πληθωρισμό.

Ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 υποχώρησε κατά 0,47% στις 474,33 μονάδες, με τα αυτοκίνητα να διολισθαίνουν κατά 2,5%.

Ο γερμανικός DAX βούτηξε 0,54% στις 15.550,56 μονάδες και ο γαλλικός CAC διαμορφώθηκε στι 6.926,63 μονάδες με απώλειες 1,125%. Μικρά κέρδη 0,16% κατέγραψε ο βρετανικός FΤSE και έκλεισε στις 7.271,55 μονάδες.

Οι ευρωπαϊκές αγορές αντέδρασαν αρχικά θετικά την Πέμπτημετά τη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ωστόσο ο αρνητικό αντίκτυπος της απόφασης της Fed στα χρηματιστήρια συμπαρέσυρε στο κόκκινο και τις ευρωπαϊκές μετοχές.

Η Federal Reserve ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι θα είναι επιθετική όσον αφορά τη μείωση των αγορών ομολόγων και βλέπει αρκετές αυξήσεις επιτοκίων το 2022.

Η Τράπεζα της Αγγλίας ακολούθησε το παράδειγμά της αυξάνοντας τα επιτόκια για πρώτη φορά από την έναρξη της πανδημίας, επικαλούμενη μια ισχυρή αγορά εργασίας και την ανάγκη να επιστρέψει ο πληθωρισμός προς τον στόχο του 2%.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υιοθέτησε έναν πιο ήπιο τόνο, περικόπτοντας περαιτέρω το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της εποχής της πανδημίας, αλλά δεσμεύτηκε ότι θα διατηρήσει τη χαλαρή νομισματική της πολιτική μέχρι το 2022 και μετά.

Ωστόσο, με τον πληθωρισμό να βρίσκεται σε υπερδιπλάσιο στόχο στις ΗΠΑ, τη ζώνη του ευρώ και το Ηνωμένο Βασίλειο, υπάρχουν ανησυχίες για το εάν η άνοδος των τιμών μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο.

Εν τω μεταξύ, η παραλλαγή Όμικρον εξαπλώνεται με ανησυχητικό ρυθμό, με χώρες σε όλη την Ευρώπη να εφαρμόζουν μέτρα περιορισμού σε μια προσπάθεια να αποφύγουν ένα τσουνάμι κρουσμάτων.

Το Ηνωμένο Βασίλειο ανέφερε πάνω από 90.000 κρούσματα σε μια μέρα την Παρασκευή, αλλά οι καθημερινοί θάνατοι παραμένουν σχετικά σταθεροί προς το παρόν.

Τραπεζική πτώση στο ΧΑ

Πτωτικά κινήθηκε ο Γενικός Δείκτης Τιμών στην τελευταία συνεδρίαση της εβδομάδας εν μέσω αρνητικού κλίματος στις διεθνείς αγορές και υπό το βάρος πιέσεων στον κλάδο των τραπεζών. Ως αντίβαρο λειτούργησαν οι μετοχές των ΕΛΠΕ, της ΔΕΗ και της Coca Cola HBC.

Πιο αναλυτικά, ο Γενικός Δείκτης έκλεισε στις 887,50 μονάδε, σημειώνοντας πτώση 0,60%. Ενδοσυνεδριακά υποχώρησε μέχρι τις 883,57 μονάδες καταγράφοντας απώλειες 1,04%.

Σε εβδομαδιαία βάση, ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης κατέγραψε πτώση σε ποσοστό 1,24%, από τις αρχές Δεκεμβρίου ενισχύεται κατά 2,28%, ενώ από τις αρχές του έτους σημειώνει κέρδη σε ποσοστό 9,70%.

Ο τζίρος διαμορφώθηκε στα 83,47 εκατ. ευρώ.

Πτώση και στην Ασία

Πτωτικά έκλεισαν οι ασιατικές αγορές με τους επενδυτές να αξιολογούν τα αποτελέσματα των συνεδριάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Τράπεζας της Αγγλίας.

Στο ταμπλό, ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 υποχώρησε σε ποσοστό 1,8% στις 28.545,68 μονάδες.

Στο Χονγκ Κονγκ ο Hang Seng υποχώρησε 1,1%, ενώ στην ηπειρωτική Κίνα ο Shanghai Composite έχασε 1,2%.

Ο Kospi της Νότιας Κορέας κινήθηκε με μικρά κέρδη 0,4%, ενώ στην Αυστραλία ο S&P/ASX 200 ενισχύθηκε 0,1%.

Η Τράπεζα της Ιαπωνίας ανακοίνωσε ότι θα περικόψει τις αγορές εταιρικών ομολόγων και άλλων τίτλων, ακολουθώντας τις υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες που αποσύρουν σταδιακά τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που σχετίζονται με την πανδημία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Wall Street
Wall Street: Νέα ρεκόρ για  S&P 500 και Dow- Έφθασαν ενδοσυνεδρικά τις 6.000 και 44.000 μονάδες αντίστοιχα
Wall Street |

Τα ρεκόρ των S&P 500 και Dow «στρώνουν το χαλί» στην Wall Street για την καλύτερη εβδομάδα της χρονιάς

Η σαρωτική νίκη του Τραμπ ενίσχυσε τα στοιχήματα για μια φιλική προς τις επιχειρήσεις ατζέντα και η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων μείωσε την πίεση στην αμερικανική οικονομία