Η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας από τη μεγαλύτερη μεταπολεμικά ύφεση του 2020 λόγω της πανδημίας συνεχίζεται, επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Ενδιάμεση Εκθεση για τη Νομισματική Πολιτική.

Παρά τις επιμέρους διαφορές και ανισότητες που παρατηρούνται μεταξύ προηγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών, ιδίως ως προς την εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού, η εμπιστοσύνη και η οικονομική δραστηριότητα γενικά ενισχύονται από τα αυξανόμενα επίπεδα εμβολιασμού του πληθυσμού, τις ευνοϊκές χρηματοπιστωτικές συνθήκες και την εξαιρετικά υποστηρικτική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική. Ως αποτέλεσμα, το παγκόσμιο ΑΕΠ εκτιμάται από το ΔΝΤ ότι θα αυξηθεί κατά 5,9% το 2021 και κατά 4,9% το 2022, έναντι πτώσης κατά 3,1% το 2020.

Δείτε εδώ την έκθεση της ΤτΕ

Μετά τη σημαντική συρρίκνωσή του κατά 8,2% το 2020 εξαιτίας των περιορισμών της πανδημίας, ο όγκος του διεθνούς εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών ανέκαμψε σημαντικά το 2021.

Εντούτοις, τα προβλήματα στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας συνεχίστηκαν και το 2021, αντανακλώντας κυρίως την αδυναμία ανταπόκρισης της παραγωγής και των εξαγωγών στην απότομη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών και στην αυξημένη ζήτηση. Οι ελλείψεις που παρατηρήθηκαν στον εφοδιασμό της παραγωγής με βασικές εισροές, όπως οι ημιαγωγοί, οι αυξημένοι χρόνοι παράδοσης προϊόντων σε κλάδους όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά και η κάμψη της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας στα μέσα του 2021 εξαιτίας της επιδείνωσης της πανδημίας στις αναδυόμενες οικονομίες, περιόρισαν προσωρινά τη δυναμική της ανάκαμψης του διεθνούς εμπορίου. Οι διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς ενδέχεται να ενταθούν περαιτέρω, λόγω των επιπτώσεων από την κατακόρυφη αύξηση των διεθνών τιμών της ενέργειας, καθώς και των αυξανόμενων ελλείψεων σε εργατικό δυναμικό στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, ο όγκος του διεθνούς εμπορίου θα αυξηθεί κατά 9,7% το 2021 και κατά 6,7% το 2022, αντικατοπτρίζοντας μια μεγαλύτερη της αναμενόμενης ελαστικότητα του εμπορίου στην εκτιμώμενη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Η ανάκαμψη του διεθνούς εμπορίου εκτιμάται ότι θα παραμείνει άνιση μεταξύ των αγαθών και των υπηρεσιών, εξαιτίας της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας λόγω της πανδημίας και της ενδεχόμενης παράτασης των περιορισμών στις διασυνοριακές συναλλαγές υπηρεσιών, ιδίως στον τουρισμό.

Ο πληθωρισμός

Ο πληθωρισμός σε παγκόσμιο επίπεδο σημειώνει επιτάχυνση, η οποία είναι πιο αισθητή στις προηγμένες οικονομίες και ιδίως στις ΗΠΑ, ως αποτέλεσμα της μεγάλης ανόδου των τιμών της ενέργειας και των άλλων εισροών, καθώς και των δυσχερειών της συνολικής προσφοράς να ανταποκριθεί στην ταχέως ανακάμπτουσα τελική ζήτηση. Ο πληθωρισμός αναμένεται ότι θα υποχωρήσει, αλλά θα συνεχίσει να κινείται και το 2022 άνω του μακροχρόνιου μέσου όρου του, ανάλογα με την εξέλιξη των διεθνών τιμών των βασικών εμπορευμάτων, οι οποίες προβλέπεται ότι θα σημειώσουν μικρή υποχώρηση.

Η οικονομία της ευρωζώνης ανέκαμψε δυναμικά το β΄ και γ΄ τρίμηνο του 2021, αλλά με χαμηλότερους ρυθμούς σε σύγκριση με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ταχεία, εκτεταμένη και συντονισμένη παρέμβαση της δημοσιονομικής πολιτικής αλλά και της ΕΚΤ ενίσχυσε την εμπιστοσύνη και στήριξε την απασχόληση και τις επιχειρήσεις, μειώνοντας τον κίνδυνο πιο μόνιμων επιπτώσεων στη δυνητική ανάπτυξη και τις εισοδηματικές ανισότητες. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος (Δεκέμβριος 2021), το ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 5,1% το 2021 και κατά 4,2% το 2022, στηριζόμενο τόσο από το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης NextGenerationEU, την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων όσο και από την ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης.

Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη, μετρούμενος με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), έφθασε στο 2,8% το γ΄ τρίμηνο του 2021, από 1,4% το πρώτο εξάμηνο του 2021 και -0,2% το δεύτερο εξάμηνο του 2020, ενώ το Νοέμβριο του 2021 ανήλθε στο 4,9%, το υψηλότερο επίπεδο ιστορικά. Η άνοδος του πληθωρισμού οφείλεται κυρίως στην εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, κατά 15,8% το γ΄ τρίμηνο του 2021 και 27,5% το Νοέμβριο του 2021, και στην κατακόρυφη αύξηση των διεθνών τιμών των βασικών εμπορευμάτων.

Παράλληλα, η ανάκαμψη της ζήτησης, τα φαινόμενα συμφόρησης στις αλυσίδες αξίας και η συνακόλουθη αύξηση του κόστους εισροών και των ναύλων, εν μέρει υπό την επίδραση της πρόσφατης υποτίμησης του ευρώ, τροφοδοτούν την άνοδο των τιμών στην ευρωζώνη. Πρόσθετοι πρόσκαιροι παράγοντες, όπως η άρση της μείωσης του ΦΠΑ που εφαρμόστηκε στη Γερμανία το 2020 και η επίδραση βάσης λόγω των χαμηλότερων τιμών το 2020, επιδρούν αυξητικά στον πληθωρισμό.

Σύμφωνα με τις προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος (Δεκέμβριος 2021), ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 2,6% το 2021, έναντι 0,3% το 2020. Το 2022 ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί στο 3,2%. Οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να είναι προσωρινές, αντανακλώντας την ομαλοποίηση των τιμών της ενέργειας καθώς και τη συγκρατημένη αύξηση των πληθωριστικών προσδοκιών και των ονομαστικών μισθών. Το 2023 η αύξηση του ΕνΔΤΚ προβλέπεται να είναι χαμηλότερη από το στόχο της ΕΚΤ (2%), και συγκεκριμένα 1,8%. Ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής αυξήθηκε στο 2,6% το Νοέμβριο του 2021 από 1,4% τον Ιανουάριο, ενώ προβλέπεται στο 1,4% για το σύνολο του 2021 και στο 1,9% το 2022, έναντι 0,7% το 2020. Η αύξηση αυτή οφείλεται στη μείωση του παραγωγικού κενού, στην άνοδο των μισθών, στη μερική μετακύλιση του αυξημένου κόστους της ενέργειας στα μη ενεργειακά αγαθά, καθώς και στα φαινόμενα συμφόρησης στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.

Αυξημένη αβεβαιότητα

Οι τρέχουσες προβλέψεις των διεθνών οργανισμών για την παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία περιβάλλονται από αυξημένη αβεβαιότητα και, σύμφωνα με τους οργανισμούς αυτούς, υφίστανται κίνδυνοι για την ανάκαμψη και την πορεία του πληθωρισμού. Οι ανησυχίες αυτές εντείνονται και από την εμφάνιση νέων γεωπολιτικών εντάσεων, όπως η αντιπαράθεση των ΗΠΑ και της ΕΕ με τη Ρωσία για την Ουκρανία, η όξυνση της αντιπαράθεσης των ΗΠΑ με την Κίνα, ενώ δυσμενή επίπτωση στους ρυθμούς ανάπτυξης μπορεί να έχει και η κατακόρυφη αύξηση διεθνώς του κρατικού χρέους που προέκυψε από τις επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Η οικονομική δραστηριότητα ενδέχεται να εξασθενήσει, τόσο από μια πιθανή νέα έξαρση της πανδημίας από μεταλλάξεις του ιού όσο και από μια βραδεία ομαλοποίηση στο διεθνές εμπόριο και τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Παράλληλα, μια πιο έντονη και παρατεταμένη άνοδος των τιμών της ενέργειας και των λοιπών εισροών ή μια λιγότερο σταδιακή απεξάρτηση από παραδοσιακές μορφές ενέργειας ενδέχεται να διατηρήσει τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα και να αποσταθεροποιήσει τις προσδοκίες γι’ αυτόν, προκαλώντας ενδεχόμενη συσταλτική αντίδραση από τις νομισματικές αρχές νωρίτερα από ό,τι υπαγορεύει η ανάγκη στήριξης της τρέχουσας
ανοδικής φάσης του κύκλου, ενισχύοντας έτσι τον κίνδυνο διαταραχών στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ταυτόχρονα, η αύξηση των επιτοκίων θα δυσχέραινε την εξυπηρέτηση του υψηλού ιδιωτικού χρέους, με δευτερογενείς αρνητικές επιδράσεις στο τραπεζικό σύστημα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η ενίσχυση της αυτοματοποίησης καθώς και η ταχύτερη υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων μέσω του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NextGenerationEU σε τομείς με υψηλή παραγωγικότητα θα επιταχύνουν την οικονομική ανάπτυξη.

Ανισότητα

Επιπρόσθετο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία αποτελεί και η ανισότητα της ανάκαμψης μεταξύ των χωρών. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι προηγμένες οικονομίες θα ανακτήσουν εντός του 2022 την τάση ανόδου που είχαν προ της πανδημίας, ενώ οι υπόλοιπες οικονομίες πλην της Κίνας θα εξακολουθήσουν να υπολείπονται αυτής τουλάχιστον μέχρι το 2024. Η ανισότητα αυτή οφείλεται στην τεράστια διαφορά εμβολιαστικής κάλυψης μεταξύ προηγμένων και χαμηλού εισοδήματος οικονομιών, αλλά και στο γεγονός ότι οι τελευταίες δεν έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν τις αναγκαίες δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Δύο πρόσθετοι παράγοντες οι οποίοι θα επηρεάσουν την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας μακροπρόθεσμα είναι η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός. Αμφότεροι αναμένεται να έχουν θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα μακροπρόθεσμα, καθώς η υλοποίησή τους απαιτεί σημαντική αύξηση των επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες. Ωστόσο, μεσοπρόθεσμα αναμένεται να έχουν αντίθετες επιπτώσεις στον πληθωρισμό. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός, μέσω της αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας, εκτιμάται ότι θα μειώσει το ρυθμό ανόδου των τιμών, ενώ η πράσινη μετάβαση, λόγω του αρχικού υψηλού κόστους επένδυσης και της αύξησης του φόρου στον άνθρακα με σκοπό τη μείωση των εκπομπών καυσαερίων, θα ασκήσει αυξητική πίεση στις τιμές της ενέργειας και θα πλήξει δυσανάλογα τα φτωχότερα νοικοκυριά.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή