«Οι Δύο Όψεις της Ενεργειακής Κρίσης στην Ελληνική Οικονομία: Μέρος Α1» είναι ο τίτλος της τελευταίας έκθεση του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), στην οποία αναλύονται οι επιπτώσεις της αύξησης του ενεργειακού κόστους στην οικονομία, με τις επιβαρύνσεις τις οποίες προκαλούν σε επιχειρήσεις και στους οικιακούς καταναλωτές.
Στην έκθεση τονίζεται ότι σε ό,τι αφορά την τρέχουσα επικαιρότητα, τους τελευταίους έξι μήνες οι τιμές των ενεργειακών προϊόντων έχουν εκτοξευτεί σε πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα επίπεδα, γεγονός που έχει αντίκτυπο και στη χώρα μας, σε βαθμό μάλιστα που να γίνεται λόγος για ενεργειακή κρίση.
Αναφέρεται δε, ότι επιδίωξη της παρούσας ανάλυσης είναι να εξετάσει τις δομικές αιτίες για το ισχυρό αυτό πλήγμα στον ενεργειακό τομέα που έχει αρνητικές συνέπειες και στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
Εξέλιξη του ενεργειακού κόστους
Κατά το 2ο εξάμηνο του 2021 καταγράφηκε κατακόρυφη αύξηση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων που επηρέασε το σύνολο των κρατών-μελών της Ευρώπης.
Χαρακτηριστική είναι η αυξητική πορεία της προθεσμιακής τιμής του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η οποία, παρά τη μικρή πτωτική τάση που εμφάνισε κατά τα τέλη Οκτωβρίου, συνέχισε έντονα ανοδικά προς το τέλος του έτους. Αντίστοιχη αυξητική τάση κατέγραψε και η διεθνής τιμή του πετρελαίου Μπρεντ, η οποία, σε συνέχεια της πολύ μεγάλης πτώσης κατά τους πρώτους μήνες του 2020, παρουσίασε κατακόρυφη αύξηση, ιδιαίτερα από το τέλος του 2020 και μέχρι τον Οκτώβριο του 2021.
Ταυτόχρονα, η τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών αερίων ρύπων παρουσιάζει συνεχή αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια, ενώ συγκριτικά με το τέλος του 2020 έχει υπερδιπλασιαστεί, επηρεάζοντας άμεσα το κόστος παραγωγής της βιομηχανίας, αλλά και το κόστος παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα.
Σήμερα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στις μονάδες φυσικού αερίου, ενώ σημαντική παραμένει και η χρήση ορυκτών καυσίμων. Αυτή τη στιγμή, η ποσοστιαία συμμετοχή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ξεπερνάει το 40%.
Ως συνέπεια, η συνεχής αυξητική τάση του κόστους των ενεργειακών προϊόντων, και κατά κύριο λόγο αυτή του φυσικού αερίου, έχει οδηγήσει σε αντίστοιχες αυξήσεις του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, ένα φαινόμενο που δεν αφορά αποκλειστικά τη χώρα μας, αλλά έχει επηρεάσει και έχει προκαλέσει ιδιαίτερη ανησυχία στο σύνολο των κρατών-μελών της ΕΕ.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, οι χονδρεμπορικές τιμές του ρεύματος καταγράφουν συνεχή αυξητική πορεία από τον Σεπτέμβριο και, παρά τις ελπίδες για αποκλιμάκωση μετά το τέλος Οκτωβρίου, κατά τους τελευταίους δύο μήνες του έτους η τιμή αγοράς της επόμενης μέρας κινείται σταθερά σε τιμές άνω των 300 €/MWh, ενώ πρόσφατα ξεπέρασε ακόμα και τα 400 €/MWh.
Συγκυρία παραγόντων
Η αιφνίδια, έντονη άνοδος των τιμών των ενεργειακών προϊόντων το τελευταίο χρονικό διάστημα φαίνεται πως οφείλεται σε συγκυρία έκτακτων, αλλά και μακροχρόνιων παραγόντων, οι οποίοι ωστόσο έχουν συζητηθεί διεξοδικά το τελευταίο διάστημα. Ενδεικτικά, θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει την απότομη αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης για ενέργεια που προκάλεσε η ξαφνική ανάκαμψη της οικονομίας, τους περιορισμούς που προέκυψαν εξαιτίας της πανδημίας στα δίκτυα μεταφορών, καθώς και τη μείωση των επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας και των δικτύων, τον περιορισμό στη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ως συνέπεια του ψυχρού περσινού χειμώνα και άνοιξης, τη μειωμένη παραγωγή αιολικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, ως αποτέλεσμα των κλιματικών συνθηκών που επικράτησαν, την κατακόρυφη άνοδο της τιμής των δικαιωμάτων άνθρακα και φυσικά γεωπολιτικά αίτια που συνέβαλαν στη μείωση της προσφοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη, κυρίως από την πλευρά της Ρωσίας.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι γίνεται προσπάθεια αντιμετώπισης κάποιων από τους παραπάνω παράγοντες, όπως αναφέρθηκε, η τιμή του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στη χώρα μας, εξακολουθούν να αυξάνουν. Αυτό ενισχύει την εκτίμηση ότι υφίστανται συγκεκριμένα δομικά χαρακτηριστικά της ενεργειακής αγοράς που εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά το κόστος της ενέργειας.
Ενδεικτικά, μία σημαντική παράμετρος είναι η υψηλή εξάρτηση της Ευρώπης, αλλά και της χώρας μας από εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων, ιδιαίτερα σε φυσικό αέριο και πετρελαιοειδή. Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή στρατηγική προς μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα δημιουργεί περιορισμούς στο ενεργειακό σύστημα, καθώς, πέρα από την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των ΑΠΕ, απαιτεί επίσης σημαντικές επενδύσεις σε συστήματα αποθήκευσης, ενεργειακή αναβάθμιση και διαχείριση της ζήτησης, που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο.
Διασυνδέσεις του τομέα της ενέργειας με τους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας
Στη ανάλυση που ακολουθεί, εφαρμόζουμε μία διευρυμένη εκδοχή της μεθόδου υποθετικής απόσπασης, η οποία λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές συνθήκες παραγωγής, δηλαδή, στην περίπτωσή μας, τις ενεργειακές ανάγκες για την αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης, ενώ ακολουθούμε τη λογική των Dietzenbacher and van der Linden (1997) για τη διάκριση μεταξύ προς τα μπρος και προς τα πίσω διασυνδέσεων του τομέα της ενέργειας με τους υπόλοιπους κλάδους.
Οι προς τα μπρος διασυνδέσεις μετρούν τον βαθμό στον οποίο ένας κλάδος εξαρτάται από τους άλλους κλάδους της οικονομίας για την πώληση εισροών, ενώ οι προς τα πίσω διασυνδέσεις μετρούν τον βαθμό στον οποίο ένας κλάδος εξαρτάται από τους άλλους κλάδους για την αγορά εισροών.
Από την εξέταση των προς τα μπρος διασυνδέσεων, τα ευρήματα δείχνουν ότι οι πωλήσεις εισροών του τομέα της ενέργειας στους υπόλοιπους κλάδους είναι υψηλότερες τόσο σε σχέση με τον μέσο όρο πωλήσεων εισροών μεταξύ των κλάδων της οικονομίας όσο και σε σχέση με τις πωλήσεις εισροών των υπολοίπων κλάδων προς τον τομέα της ενέργειας.
Η πλειονότητα των κλάδων από τους οποίους εξαρτάται ο τομέας της ενέργειας για πωλήσεις εισροών ανήκουν στη βιομηχανία, ενώ εκτιμήσαμε ότι η προς τα μπρος διασύνδεση του τομέα της ενέργειας με τη διαδικασία αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης είναι ιδιαίτερα υψηλή ή, ισοδύναμα, ότι η «ενέργεια» αποτελεί σημαντικό συστατικό στοιχείο του πραγματικού ωρομισθίου.
Στον αντίποδα, από την εξέταση των προς τα πίσω διασυνδέσεων, τα ευρήματα δείχνουν ότι οι αγορές εισροών του τομέα της ενέργειας από τους υπόλοιπους κλάδους είναι χαμηλότερες τόσο σε σχέση με τον μέσο όρο αγορών εισροών μεταξύ των κλάδων της οικονομίας όσο και σε σχέση με τις αγορές εισροών των υπολοίπων κλάδων από τον τομέα της ενέργειας.
Οι δύο βασικοί κλάδοι από τους οποίους εξαρτάται ο τομέας της ενέργειας για αγορές εισροών είναι οι «Ορυχεία-Λατομεία» και «Παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου». Ένα αποτέλεσμα που δεν εκπλήσσει, δεδομένου ότι παραδοσιακά η ελληνική οικονομία για την παραγωγή ενέργειας βασίζεται στις εγχώριες εξορύξεις και στις εισαγωγές πετρελαίου.
Περαιτέρω, από την ανάλυση μας έπεται ότι ο τομέας της ενέργειας εξαρτάται από τους υπόλοιπους κλάδους περισσότερο όσον αφορά τις πωλήσεις εισροών σε αυτούς παρά όσον αφορά τις αγορές εισροών από τους άλλους κλάδους.
Επιπροσθέτως, λόγω του ότι η εξάρτηση των πωλήσεων του τομέα της ενέργειας είναι σχετικά υψηλή σε κλάδους της βιομηχανίας, μια μεταβολή της ζήτησης εισροών από αυτούς τους κλάδους θα τείνει να επηρεάσει περισσότερο τον τομέα της ενέργειας απ΄ ό,τι μια αντίστοιχη μεταβολή στον τομέα των υπηρεσιών και τον πρωτογενή τομέα. Τέλος, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μόνο ένας κλάδος, δηλαδή ο κλάδος «Παραγωγή βασικών μετάλλων», με τον οποίο ο τομέας της ενέργειας εμφανίζει υψηλές προς τα μπρος και ταυτοχρόνως υψηλές προς τα πίσω διασυνδέσεις.
Δεδομένου, τώρα, ότι ο τομέας της ενέργειας εμφανίζει υψηλή εξάρτηση με αυτόν τον κλάδο τόσο ως προς την πώληση εισροών προς αυτόν όσο και ως προς την αγορά εισροών από αυτόν, ονομάζουμε αυτόν τον κλάδο ως κλάδο υψηλής εξάρτησης του τομέα της ενέργειας. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι οποιαδήποτε μεταβολή στον κλάδο «Παραγωγή βασικών μετάλλων» (είτε μεταβολή στις συνθήκες ζήτησης είτε μεταβολή στις συνθήκες προσφοράς του κλάδου) θα τείνει να έχει υψηλή επίδραση στον τομέα της ενέργειας.
Συμπερασματικές παρατηρήσεις
Στη παρούσα Ανάλυση Επικαιρότητας το ΚΕΠΕ επιχείρησε να ανιχνεύσει τα δομικά αίτια της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης στη χώρα.
Στη βάση αυτή τα κύρια συμπεράσματα της ανάλυσης είναι επιγραμματικά τα εξής:
1. Μετά τα μέσα του του 2021 καταγράφηκε κατακόρυφη αύξηση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, όπως το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο.
2. Αυτή τη στιγμή, η ποσοστιαία συμμετοχή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ξεπερνάει το 40%.
3. Η δομική ανάλυση της ελληνικής οικονομίας, η οποία βασίζεται στα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία και τα οποία αντιστοιχούν στον Πίνακα Εισροών-Εκροών για το έτος 2015, έδειξε ότι οι δύο βασικοί κλάδοι από τους οποίους εξαρτάται ο τομέας της ενέργειας για αγορές εισροών είναι οι «Ορυχεία-Λατομεία» και «Παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου» (ενώ μόνο με τον κλάδο «Παραγωγή βασικών μετάλλων» ο τομέας της ενέργειας εμφανίζει σχετικά υψηλές προς τα μπρος και ταυτοχρόνως σχετικά υψηλές προς τα πίσω διασυνδέσεις).
4. Συνδυάζοντας λοιπόν το σημείο (2) με το (3) , προκύπτει ότι έχει επέλθει μια απότομη δομική αλλαγή όσον αφορά τον τομέα της ενέργειας. Συγκεκριμένα, η συμμετοχή των εγχώριων εξορύξεων, στον οποίο βασιζόταν παραδοσιακά η ελληνική οικονομία για την παραγωγή φτηνής ενέργειας, έχει μειωθεί αισθητά και σε μεγάλο βαθμό έχει αντικατασταθεί με εισαγωγές φυσικού αεριού. Συνεπώς, από τη μια πλευρά, η δομική μεταβολή του μείγματος εισροών για την παραγωγή ενέργειας της χώρας εις βάρος του κλάδου της εξόρυξης, στον οποίο η ελληνική οικονομία παραδοσιακά βασιζόταν, και υπέρ του εισαγόμενου φυσικού αερίου, και, από την άλλη πλευρά, η εκτίναξη των διεθνών τιμών φυσικού αερίου και πετρελαίου, έχουν δημιουργήσει την εκρηκτική αύξηση του ενεργειακού κόστους στην ελληνική οικονομία.
5. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί και το γεγονός ότι η «ενέργεια» αποτελεί σημαντικό συστατικό στοιχείο του πραγματικού ωρομισθίου.
Latest News
Αυξάνεται η δυναμικότητα της Mitsubishi σε LNG - Θα φτάσει τα 17 εκατ. τόνους το 2030
Η Mitsubishi συμμετέχει σε 12 έργα LNG στο Μπρουνέι, τη Μαλαισία, την Αυστραλία, το Ομάν, τη Ρωσία, την Ινδονησία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά
Πού κλείδωσαν τις τιμές ρεύματος για τον Νοέμβριο, ΔΕΗ και πάροχοι
Τα πράσινα τιμολόγια ρεύματος για τους οικιακούς καταναλωτές κυμαίνονται τον Νοέμβριο από τα 0,116 μέχρι τα 0,1519 ευρώ ανά κιλοβατώρα
Σε υψηλό 4 ετών οι εξαγωγές πετρελαίου της Βενεζουέλας - Καλύτεροι πελάτες ΗΠΑ και Ινδία
Στη Βενεζουέλα, η κρατική εταιρεία PDVSA και οι κοινοπραξίες της εξήγαγαν κατά μέσο όρο 947.387 βαρέλια ημερησίως αργού και καυσίμου
ΔΕΗ: Για τρίτο συνεχόμενο μήνα μειώνει τις τιμές στο ρεύμα – Οι χρεώσεις για τον Νοέμβριο
Η ΔΕΗ ανακοίνωσε τις χρεώσεις για το πράσινο οικιακό τιμολόγιοα και το «Γ21» για τους επαγγελματίες
Από σήμερα το χειμερινό ωράριο για το μειωμένο νυχτερινό τιμολόγιο ρεύματος
Για τους πελάτες που εφαρμόζεται οικιακό τιμολόγιο με χρονοχρέωση συνεχούς ωραρίου, ισχύει το υφιστάμενο ωράριο 23:00 έως 07:00
Βερροιόπουλος (ΤΕΝΕΡΓ): «Τα 4 προαπαιτούμενα για να πετύχει η πράσινη μετάβαση»
Ο Μιχάλης Βερροιόπουλος γενικός διευθυντής Ανάπτυξης της ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ τονίζει τη σημασία των ΑΠΕ και της αποθήκευσης ενέργειας
Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές ρεύματος; - Οι τρεις παράγοντες που επηρεάζουν τις αγορές
Τα εμπόδια για να περάσουν οι μειώσεις στις τιμές ρεύματος στους τελικούς καταναλωτές απαριθμούν κυβέρνηση, ΑΔΜΗΕ και βιομηχανία
Χρέωση στο ρεύμα ανά ώρα – Όλο το σχέδιο για τα πορτοκαλί τιμολόγια
Πότε τίθενται σε ισχύ τα πορτοκαλί τιμολόγια ρεύματος – Ποιοι πάροχοι μπορούν να τα προσφέρουν – Τι αλλάζει στις συμβάσεις και τους λογαρισμούς των οικιακών καταναλωτών
ΗΡΩΝ: Ρίχνει 13,5% τις τιμές ρεύματος τον Νοέμβριο [γράφημα]
Ποια η τιμή στο ειδικό τιμολόγιο
Σε ισχύ από αύριο το χειμερινό, νυχτερινό τιμολόγιο ρεύματος – Το ωράριο
Οι υπενθυμίζεις του ΔΕΔΔΗΕ στους καταναλωτές τις αλλαγές που έρχονται στο νυχτερινό τιμολόγιο