Συνεχίζεται το ράλι των τιμών σε ενέργεια και σε βασικά προϊόντα, καταρρίπτοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Πλήττοντας περαιτέρω τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε τον Δεκέμβριο σε υψηλά 11 ετών, στο 5,1%, έναντι μείωσης 2,3% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2020 με το 2019. Το επόμενο δίμηνο προβλέπεται ανηφορικό, με τον δείκτη τιμών να εκτιμάται πως θα προσεγγίσει το 6% τον Ιανουάριο.
Τον μεγαλύτερο, πάντως, «πονοκέφαλο» σε αγορά, πολίτες και κυβέρνηση φέρνει το τσουνάμι αυξήσεων στην ενέργεια, το οποίο και εκτοξεύει το κόστος σε θέρμανση και ρεύμα.
Οπως μαρτυρούν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, καταγράφεται αύξηση κατά 135% στο φυσικό αέριο σε έναν χρόνο και κατά 34% στο πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ ο ηλεκτρισμός έχει ανατιμηθεί κατά 45%. Από την κατηγορία «τρόφιμα» ενδεικτικά το αρνί – κατσίκι αυξήθηκε κατά 19,7%, το ελαιόλαδο κατά 17%, οι πατάτες κατά 14% και τα ζυμαρικά κατά 7,6%. Ως προς τη μηνιαία αύξηση, κατά τον μήνα Δεκέμβριο του 2021, σε σύγκριση με τον Νοέμβριο 2021, ο δείκτης τιμών παρουσίασε αύξηση 0,7% έναντι αύξησης 0,4% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του προηγούμενου έτους.
Έρχονται παρεμβάσεις
Από την κυβέρνηση δρομολογούνται παρεμβάσεις για την καταπολέμηση της ακρίβειας και εκφράζεται σε όλους τους τόνους η διαβεβαίωση ότι η ομπρέλα προστασίας και στήριξης σε νοικοκυριά – επιχειρήσεις θα συνεχιστεί για όσο κριθεί απαραίτητο, ενώ οι εκτιμήσεις δείχνουν αποκλιμάκωση των πιέσεων μετά το τρίτο τρίμηνο του έτους. Κυβερνητικά στελέχη και υπουργείο Οικονομικών σκιαγραφούν το πλαίσιο και φαίνεται ότι η ανάσχεση του κύματος της ακρίβειας θα επιτευχθεί δίνοντας βάρος στην πολιτική ενίσχυσης των εισοδημάτων – και όχι με τη μείωση των έμμεσων φόρων.
Δρομολογείται εξάλλου το σχέδιο της δεύτερης αύξησης του κατώτατου μισθού για το 2022. Η αύξηση φαίνεται «επείγουσα» και προς την απόφαση αυτή συνηγορούν και τα περιθώρια που δημιουργεί η ισχυρή ανάπτυξη του 2021 πάνω από 8%, ενώ για το 2022 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 4,5%-5%.
Σημειώνεται ότι σε ό,τι αφορά την ενέργεια, από τον Σεπτέμβριο μέχρι τώρα, η κυβέρνηση έχει διαθέσει πάνω από 1,3 δισ. ευρώ για τη στήριξη των νοικοκυριών. Τον Ιανουάριο ένα ποσό της τάξεως των 400 εκατ. ευρώ για την υποστήριξη των νοικοκυριών, αλλά και των επιχειρήσεων και των αγροτών σε ό,τι αφορά τις ανατιμήσεις της ηλεκτρικής ενέργειας.
Από την κυβέρνηση έχει τονιστεί η πολιτική προς τη μείωση φόρων και εισφορών όπου, για παράδειγμα, ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει τις ήδη ανακοινωθείσες παρεμβάσεις όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ συν 60 εκατ. ευρώ το 2022, η μείωση στη φορολόγηση των επιχειρήσεων στο 22% από 29%, οι μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές κατά 4% και οι μόνιμες μειώσεις σε προκαταβολές φόρου, η μείωση της φορολογίας στα φυσικά πρόσωπα από το 22% στο 9% για τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, η αύξηση του πληθωρισμού είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και, προφανώς, επηρεάζει και την οικιακή οικονομία. Τόνισε ότι βρισκόμαστε, ήδη, αντιμέτωποι με τις συνέπειες των ανατιμήσεων, κάτι που επηρεάζει την οικονομία των νοικοκυριών, την τσέπη των καταναλωτών, των πολιτών, αλλά και των επιχειρήσεων.
«Η πολιτική μας διευρύνει το διαθέσιμο εισόδημα, κάτι που έγινε το προηγούμενο διάστημα και εξελίσσεται, συνεχίζεται και τώρα. Εχει αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, έχουν μειωθεί οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές. Θα πάμε σε δεύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού μέσα στο 2022. Παίρνουμε μέτρα για τη σωστή λειτουργία της αγοράς, έτσι ώστε ο καταναλωτής να έχει επιλογές. Με την πολιτική μας δεν πρόκειται να αφήσουμε κανέναν απροστάτευτο απέναντι σ’ αυτό το κύμα ανατιμήσεων και, ταυτόχρονα, δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο ούτε τη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας ούτε την αναπτυξιακή της διάσταση», υπογράμμισε ο Οικονόμου.
Latest News
Πώς σχολιάζει το υπουργείο Οικονομίας την έκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα
Η Ελλάδα κλείνει την ψαλίδα με την Ευρώπη
Κομισιόν για Ελλάδα: Ανάπτυξη 2,1% και πληθωρισμός 3% το 2024 – Πόσο θα μειωθεί το χρέος έως το 2026
Οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν περαιτέρω, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο κοντά στο 9% το 2025, κατά την Κομισιόν