Διακοσάρισε το κοντέρ του χρέους το 2021 κάνοντας παράλληλα πρωταθλητισμό ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης, όμως οι προβλέψεις των διεθνών και των εγχώριων αναλυτών απενεργοποιούν προς ώρας τον «κόκκινο» συναγερμό. Και αυτό διότι το κόστος δανεισμού έχει υποχώρησει και  ταυτόχρονα η αναμενόμενη ισχυρή ανάκαμψη της διετίας 2021-2022 βάζει γερά θεμέλια στις προοπτικές της μείωσής του.

Πρωταρχικό ρόλο σε αυτό διαδραματίζει  η στρατηγική του υπουργείου Οικονομικών και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Στην ατζέντα βρίσκονται μεταξύ άλλων οι αποπληρωμές χρέους σε Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και χώρες από το 1ο μνημόνιο, η μείωση του ύψους των εντόκων γραμματίων και  η εμπροσθοβαρής έκδοση ομόλογων το 2022.

Η Ελλάδα προγραμματίζει να βγει στις αγορές με στόχο να εκδώσει συνολικά 12 δισ. ευρώ και ένα μεγάλο μέρος να γίνει το πρώτο εξάμηνο. Έτσι έως τον Μάρτιο σχεδιάζεται να έχει εξοφληθεί το υπόλοιπο του δανείου προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ύψους 1,7 δισ. ευρώ και διμερή δάνεια ύψους 5,3 δισ. ευρώ.

Με την αποπληρωμή του ΔΝΤ στέλνεται εξάλλου σήμα με ιδιαίτερη συμβολική  αξία βάζοντας τίτλους τέλους στις σχέσεις Ελλάδας – Ταμείου, το οποίο συνδέθηκε όσο τίποτα άλλο με τα χρόνια της λιτότητας. Το επόμενο διάστημα η Ελλάδα θα προετοιμάζει επίσης την έξοδό της από την ενισχυμένη εποπτεία, ως το καλοκαίρι, αλλά και θα μετρά αντίστροφα για την αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης.

Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurostat το ελληνικό δημόσιο χρέος ανήλθε στο 200,7% του ΑΕΠ  έναντι 207,3% στο δεύτερο τρίμηνο, ενώ σε απόλυτα ποσά αυξήθηκε στα 357,3 δισ. ευρώ από 354 δισ. ευρώ. Σημειωνεται ότι το χρέος της Ευρωζώνης είναι στο 98,6%.

Τα νέα που έρχονται από τους οικονομολόγους αποτελούν όμως ένεση αισιοδοξίας που βλέπουν μείωση του χρέους σε κάτω από το 200%, του ελλείμματος σε κάτω από 2% ( από 6,5-7% το 2021) και ανάκαμψη κοντά στο 5% (από 8-9% το  2021). Χαρακτηριστικά, ο οίκος Moody’s σε πρόσφατη ανάλυσή του προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος στην Ελλάδα θα καταγράψει το 2022 τη μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των κρατών – μελών, καθώς η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρυθμούς άνω του 4%. Υπολογίζει ότι εφέτος το ελληνικό ΑΕΠ θα αναπτυχθεί κατά 4,3%, ενώ το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 10,1 μονάδες  στο 191%. Πάντως θα είναι το υψηλότερο- με διαφορά- στη ζώνη του ευρώ, όπως από το ιταλικό (149%) και το πορτογαλικό (122%).

Παρά τα καμπανάκια για το ύψος του χρέους και την προσοχή που απαιτείται από το οικονομικό επιτελείο -για την επαναφορά της χώρας στην δημοσιονομική κανονικότητα μετά το πέρας της πανδημίας- τα στοιχεία από ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) δείχνουν το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Το 2021 η σχέση τόκων/εσόδων μειώθηκε στο 5,6%, παρά την πρόσκαιρη μείωση των δημοσίων εσόδων από την αρχή της πανδημίας. Από το 2012, όταν είχε ανέλθει στο 10,9%, η σχέση τόκων/εσόδων έχει μειωθεί σχεδόν στο μισό, καθώς αυξήθηκαν σημαντικά τα έσοδα και μειώθηκαν οι πληρωμές τόκων.

Οι αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συνέβαλαν στη διατήρηση των οριακών επιτοκίων του ελληνικού χρέους, με την απόδοση του 10ετούς να υποχωρεί σε λίγο πιο πάνω 1,3%, από πάνω από 2% τον Μάιο του 2020. Άλλοι παράγοντες που υποστηρίζουν επίσης τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους, σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο Fitch, είναι to σημαντικό απόθεμα ρευστότητας το οποίο είναι κοντά στο 18% του ΑΕΠ το οποίο θα κάλυπτε την εξυπηρέτηση του χρέους για το σύνολο του 2022.

Το ευνοϊκό προφίλ του μεγαλύτερου μέρους τους χρέους σημαίνει ότι το μέσο κόστος εξυπηρέτησης είναι χαμηλό και η Fitch αναφέρει ότι η μέση ωρίμανση του χρέους είναι από τις πλέον μακρές στον κόσμο, περίπου στα 19 χρόνια.

Κρίσιμη είναι η ευρωπαϊκή συζήτηση για τις αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας. Από ο οικονομικό επιτελείο προβλέπουν πως η Ελλάδα από το 2023, όταν θεσπιστούν οι νέοι κανόνες, θα κληθεί να εξασφαλίσει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2% του ΑΕΠ ή περίπου 5 δισ. Ευρώ. Τα ποσά των πρωτογενών πλεονασμάτων η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να εξασφαλίζει από τον διατηρησιμο υψηλό ρυθμό ανάπτυξης. Σημειώνεται ότι με βαση τους υφιστάμενους κανόνες, για μείωση του χρέους κάθε χρόνο κατά 1/20 του ποσού του 60% του ΑΕΠ, η Ελλάδα θα έπρεπε να καταγράφει πλεονάσματα 6%-7% του ΑΕΠ ετησίως. Ο ανέφικτος αυτός στόχος για πολλές χώρες της Ευρωζώνης έχει βάλει στο τραπέζι τις αλλαγές στους κανόνες και  ενδεχομένως  οι κυβερνήσεις να μειώνουν κάθε χρόνο το δημόσιο χρέος κατά το 1/40 της υπέρβασης άνω του 60% του ΑΕΠ.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Macro