Η δυτική συμμαχία έχει απειλήσει το Κρεμλίνο με «τεράστιες» και «άνευ προηγουμένου» κυρώσεις εάν η Ρωσία επιτεθεί στην Ουκρανία. Όμως, καθώς η κρίση στην Ουκρανία φτάνει σε σημείο βρασμού, οι δυτικές προσπάθειες για απομόνωση και τιμωρία της Ρωσίας είναι πιθανό να υπονομευθούν από την υποστήριξη της Κίνας – του γιγαντιαίου γείτονα της Ρωσίας.

Όταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν ταξιδέψει στο Πεκίνο για την έναρξη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στις 4 Φεβρουαρίου, ο Ρώσος πρόεδρος θα συναντήσει τον ηγέτη που έχει γίνει ο πιο σημαντικός σύμμαχός του — τον Σι Τζινπίνγκ της Κίνας. Σε τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Πούτιν και Σι τον Δεκέμβριο, ο Κινέζος ηγέτης υποστήριξε το αίτημα της Ρωσίας να μην ενταχθεί ποτέ η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ.

Πριν από μια δεκαετία, μια τέτοια σχέση φαινόταν απίθανη: η Κίνα και η Ρωσία ήταν τόσο αντίπαλοι όσο και εταίροι. Αλλά μετά από μια περίοδο όπου και οι δύο χώρες έχουν επίμονα φιλονικήσει με τις ΗΠΑ, η υποστήριξη του Σι στον Πούτιν αντανακλά μια αυξανόμενη ταυτότητα μεταξύ των συμφερόντων και των κοσμοθεωριών της Μόσχας και του Πεκίνου. Σύμφωνα με τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης, ο Σι είπε στον Πούτιν ότι «ορισμένες διεθνείς δυνάμεις παρεμβαίνουν αυθαίρετα στις εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας και της Ρωσίας, υπό το πρόσχημα της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Όπως κατέστησαν σαφές οι δηλώσεις του Σι προς τον Πούτιν, οι Ρώσοι και Κινέζοι ηγέτες ενώνονται με την πεποίθηση ότι οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να υπονομεύσουν και να ανατρέψουν τις κυβερνήσεις τους. Στην ακμή του κομμουνισμού, η Ρωσία και η Κίνα υποστήριξαν επαναστατικές δυνάμεις σε όλο τον κόσμο. Αλλά σήμερα η Μόσχα και το Πεκίνο έχουν αγκαλιάσει τη ρητορική της αντεπανάστασης. Όταν ξέσπασαν πρόσφατα αναταραχές στο Καζακστάν, ο Πούτιν κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι προσπάθησαν να υποστηρίξουν μια «έγχρωμη επανάσταση» – όρος που δίνεται σε κινήματα διαμαρτυρίας που επιδιώκουν να αλλάξουν την κυβέρνηση – σε μια χώρα που συνορεύει με τη Ρωσία και την Κίνα. Ανώτεροι Κινέζοι υπουργοί επανέλαβαν αυτές τις παρατηρήσεις.

Το κρυφό χέρι της Ουάσιγκτον

Όπως βλέπουν τα πράγματα Ρωσία και Κίνα, η εξέγερση στο Καζακστάν αντανακλούσαν ένα πρότυπο. Το Κρεμλίνο έχει από καιρό υποστηρίξει ότι οι ΗΠΑ ήταν το χέρι που κρυβόταν πίσω από την εξέγερση του Μαϊντάν της Ουκρανίας το 2013-14, κατά την οποία ανατράπηκε ο -τότε- φιλορώσος ηγέτης της χώρας. Η Κίνα επιμένει επίσης ότι ξένες δυνάμεις -δηλαδή οι ΗΠΑ- ήταν πίσω από τις τεράστιες διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ του 2019, οι οποίες τελικά κατέληξαν σε διαταχθείσα από το Πεκίνο καταστολή.

Τόσο ο Πούτιν όσο και ο Σι έχουν επίσης ξεκαθαρίσει ότι πιστεύουν ότι ο απώτερος στόχος της Αμερικής είναι να ανατρέψει τις κυβερνήσεις της Ρωσίας και της Κίνας και ότι οι τοπικές δυνάμεις που τάσσονται υπέρ της δημοκρατίας είναι απλά δούρειος ίππος της Αμερικής.

Το 1917, ο Πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον των ΗΠΑ μίλησε για την ανάγκη «να καταστεί ο κόσμος ασφαλής για τη δημοκρατία». Το 2022, ο Πούτιν και ο Σι είναι αποφασισμένοι να κάνουν τον κόσμο ασφαλή για την απολυταρχία.

Οι φιλοδοξίες της Ρωσίας και της Κίνας, ωστόσο, απέχουν πολύ από το να είναι απολύτως αμυντικές. Τόσο ο Πούτιν όσο και ο Σι πιστεύουν ότι η τρωτότητά τους στις «έγχρωμες επαναστάσεις» πηγάζει από θεμελιώδη ελαττώματα στην τρέχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων – δηλαδή τον συνδυασμό θεσμών, ιδεών και δομών εξουσίας που καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα εξελιχθεί η παγκόσμια πολιτική. Ως αποτέλεσμα, μοιράζονται μια αποφασιστικότητα να δημιουργήσουν μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων που θα εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα της Ρωσίας και της Κίνας — όπως αυτά ορίζονται από τους σημερινούς ηγέτες τους.

Δύο χαρακτηριστικά της τρέχουσας παγκόσμιας τάξης στα οποία συχνά αντιτίθενται οι Ρώσοι και οι Κινέζοι είναι η «μονοπολικότητα» και η «παγκοσμιότητα». Με απλά λόγια, πιστεύουν ότι οι τρέχουσες διευθετήσεις δίνουν στην Αμερική υπερβολική δύναμη — και είναι αποφασισμένοι αυτό να το αλλάξουν.

«Μονοπολικότητα» σημαίνει ότι, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο κόσμος έμεινε με μία μόνο υπερδύναμη – τις ΗΠΑ. Ο Φιοντόρ Λουκιάνοφ, ένας προσκείμενος στον Πρόεδρο Πούτιν Ρώσος αναλυτής εξωτερικής πολιτικής που, πιστεύει ότι η μονοπολικότητα «έδωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες την ικανότητα και τη δυνατότητα να κάνουν ό,τι θεωρούν κατάλληλο στην παγκόσμια σκηνή». Υποστηρίζει ότι η νέα εποχή της αμερικανικής ηγεμονίας εγκαινιάστηκε από τον πόλεμο του Κόλπου το 1991 — στον οποίο οι ΗΠΑ συγκέντρωσαν έναν παγκόσμιο συνασπισμό για να διώξουν από το Κουβέιτ το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν.

Τον πόλεμο του Κόλπου ακολούθησε μια αλληλουχία στρατιωτικών επεμβάσεων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο — συμπεριλαμβανομένης της Βοσνίας και του Κοσσυφοπεδίου τη δεκαετία του 1990. Ο βομβαρδισμός από το ΝΑΤΟ της πρωτεύουσας της Σερβίας, του Βελιγραδίου, το 1999, αποτελεί εδώ και καιρό μέρος του επιχειρήματος της Ρωσίας ότι το ΝΑΤΟ δεν είναι μια αμιγώς αμυντική συμμαχία. Το γεγονός ότι βόμβες του ΝΑΤΟ έπληξαν και την κινεζική πρεσβεία στο Βελιγράδι δεν έχει ξεχαστεί από το Πεκίνο.

Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, το ΝΑΤΟ επικαλέστηκε το Άρθρο 5 – τη ρήτρα αμοιβαίας άμυνας – και εισέβαλε στο Αφγανιστάν. Για άλλη μια φορά, σύμφωνα με τον Λουκιάνοφ, η Αμερική είχε επιδείξει την προθυμία και την ικανότητά της να «μεταμορφώσει τον κόσμο δια της βίας».

Όμως η ήττα της Αμερικής στο Αφγανιστάν, που συμβολίζεται από τη χαοτική απόσυρση από την Καμπούλ το καλοκαίρι του 2021, έδωσε στους Ρώσους ελπίδες ότι η παγκόσμια τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ καταρρέει. Ο Λουκιάνοφ υποστηρίζει ότι η πτώση της Καμπούλ στους Ταλιμπάν δεν ήταν «λιγότερο ιστορική και συμβολική από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου».

Επιδραστικοί Κινέζοι ακαδημαϊκοί έχουν παρόμοιες σκέψεις. Ο Ζαν Ζουετόνγκ, κοσμήτορας της σχολής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Tsinghua στο Πεκίνο (απ’ όπου αποφοίτησε και ο Σι), γράφει ότι «η Κίνα πιστεύει ότι η άνοδός της σε καθεστώς μεγάλης δύναμης της δίνει το δικαίωμα σε έναν νέο ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις — έναν ρόλο που δεν μπορεί να συμβιβαστεί με μια αδιαμφισβήτητη κυριαρχία των ΗΠΑ».

Όπως και ο Λουκιάνοφ, ο Ζαν πιστεύει ότι «η παγκόσμια τάχψξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εξασθενεί». . . Στη θέση της θα έρθει μια πολυπολική τάξη». Ο ίδιος ο Πρόεδρος Σι το έθεσε ακόμη πιο συνοπτικά με τον συχνά επαναλαμβανόμενο ισχυρισμό του ότι «η ανατολή ανεβαίνει και η δύση παρακμάζει».

Για τη Ρωσία και την Κίνα, η δημιουργία μιας νέας παγκόσμιας τάξης δεν είναι απλώς θέμα ωμής ισχύος. Είναι επίσης μια μάχη ιδεών. Ενώ η δυτική φιλελεύθερη παράδοση προωθεί την ιδέα των καθολικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι Ρώσοι και οι Κινέζοι στοχαστές προβάλλουν το επιχείρημα ότι διαφορετικές πολιτιστικές παραδόσεις και «πολιτισμοί» πρέπει να επιτρέπεται να αναπτύσσονται με διαφορετικούς τρόπους.

Ο Βλάντισλαβ Σούρκοφ, άλλοτε σημαντικός σύμβουλος του Πούτιν, έχει αποδοκιμάσει τις «επανειλημμένες άκαρπες προσπάθειες της Ρωσίας να γίνει μέρος του δυτικού πολιτισμού». Αντίθετα, σύμφωνα με τον Σουρκόφ, η Ρωσία θα πρέπει να ενστερνιστεί την ιδέα ότι έχει «απορροφήσει και την Ανατολή και τη Δύση» και έχει μια «υβριδική νοοτροπία». Με παρόμοιο τρόπο, φιλοκυβερνητικοί στοχαστές στο Πεκίνο υποστηρίζουν ότι η συγχώνευση του Κομφουκιανισμού και του κομμουνισμού σημαίνει ότι η Κίνα θα είναι πάντα μια χώρα που δίνει έμφαση στα συλλογικά και όχι στα ατομικά δικαιώματα. Ισχυρίζονται ότι η επιτυχία της Κίνας στον περιορισμό του Covid-19 αντανακλά την ανωτερότητα της κινεζικής έμφασης στη συλλογική δράση και στα ομαδικά δικαιώματα.

Το Πεκίνο και η Μόσχα υποστηρίζουν ότι η τρέχουσα παγκόσμια τάξη χαρακτηρίζεται από μια αμερικανική προσπάθεια να επιβληθούν δυτικές ιδέες για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα σε άλλες χώρες, εάν χρειαστεί μέσω στρατιωτικής επέμβασης. Η νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων που απαιτούν η Ρωσία και η Κίνα θα βασίζεται σε διακριτές σφαίρες επιρροής. Οι ΗΠΑ θα αποδέχονταν τη ρωσική και την κινεζική κυριαρχία στις γειτονιές τους και θα εγκατέλειπαν την υποστήριξή τους στη δημοκρατία ή τις έγχρωμες επαναστάσεις που θα μπορούσαν να απειλήσουν τα καθεστώτα Πούτιν ή Σι.

Η κρίση για την Ουκρανία είναι ένας αγώνας για τη μελλοντική παγκόσμια τάξη πραγμάτων γιατί εστιάζεται ακριβώς σε αυτά τα ζητήματα. Για τον Πούτιν, η Ουκρανία είναι πολιτιστικά και πολιτικά μέρος της σφαίρας επιρροής της Ρωσίας. Οι ανάγκες ασφαλείας της Ρωσίας θα πρέπει να της δώσουν το δικαίωμα να ασκήσει βέτο σε οποιαδήποτε επιθυμία της Ουκρανίας να ενταχθεί στη δυτική συμμαχία, δηλαδή στο ΝΑΤΟ. Η Μόσχα απαιτεί επίσης να ενεργεί ως προστάτης των απανταχού ρωσόφωνων. Για τις ΗΠΑ, αυτές οι απαιτήσεις παραβιάζουν ορισμένες βασικές αρχές της τρέχουσας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων — ειδικότερα, το δικαίωμα μιας ανεξάρτητης χώρας να ορίζει τη δική της εξωτερική πολιτική και τις δικές της στρατηγικές επιλογές.

Η κρίση στην Ουκρανία αφορά επίσης την «παγκόσμια τάξη» επειδή έχει σαφείς παγκόσμιες επιπτώσεις. Οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι εάν η Ρωσία επιτεθεί στην Ουκρανία και δημιουργήσει τη δική της «σφαίρα επιρροής», θα δημιουργηθεί προηγούμενο για την Κίνα. Κατά τη διάρκεια της εποχής Σι, η Κίνα έχτισε στρατιωτικές βάσεις σε όλες τις αμφισβητούμενες περιοχές της Νότιας Σινικής Θάλασσας. Οι απειλές του Πεκίνου για εισβολή στην Ταϊβάν – ένα αυτοδιοικούμενο δημοκρατικό νησί που η Κίνα θεωρεί ως ανταρτοκρατούμενη επαρχία – έχουν επίσης γίνει πιο εμφανείς και συχνές. Εάν ο Πούτιν καταφέρει να εισβάλει στην Ουκρανία, ο πειρασμός για τον Σι να επιτεθεί στην Ταϊβάν θα αυξηθεί, όπως και η εσωτερική πίεση στον Κινέζο ηγέτη από ενθουσιώδεις εθνικιστές, που οσμίζονται το τέλος της αμερικανικής εποχής.

Η Ρωσία και η Κίνα έχουν σαφώς παρόμοια παράπονα με την τρέχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Υπάρχουν επίσης ορισμένες σημαντικές διαφορές μεταξύ των προσεγγίσεων της Μόσχας και του Πεκίνου. Η Ρωσία αυτή τη στιγμή είναι πιο πρόθυμη να αναλάβει στρατιωτικά ρίσκα, από ότι η Κίνα. Αλλά οι απώτεροι στόχοι της μπορεί να είναι πιο περιορισμένοι. Για τους Ρώσους, η χρήση στρατιωτικής δύναμης στη Συρία, την Ουκρανία και αλλού είναι ένας τρόπος να αναιρέσουν τον ισχυρισμό του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ότι η Ρωσία δεν είναι πλέον παρά μια περιφερειακή δύναμη. Ο Ντμίτρι Τρένιν του Κέντρου Κάρνεγκι στη Μόσχα υποστηρίζει ότι «για τους ηγέτες της χώρας, η Ρωσία δεν είναι τίποτα αν δεν είναι μεγάλη δύναμη».

Αλλά ενώ η Ρωσία φιλοδοξεί να είναι μια από τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου, η Κίνα φαίνεται να σκέφτεται να εκτοπίσει τις ΗΠΑ ως την εξέχουσα δύναμη του κόσμου. Η Ελίζαμπεθ Ικονόμι, συγγραφέας ενός νέου βιβλίου με τίτλο «Ο κόσμος σύμφωνα με την Κίνα» (o China), υποστηρίζει ότι το Πεκίνο στοχεύει σε μια «ριζικά μεταμορφωμένη διεθνή τάξη» στην οποία οι ΗΠΑ στην ουσία απωθούνται από τον Ειρηνικό και περιορίζονται απλώς στο να είναι μια δύναμη στον Ατλαντικό. Δεδομένου ότι ο Ινδο-Ειρηνικός είναι πλέον ο πυρήνας της παγκόσμιας οικονομίας, αυτό θα άφηνε ουσιαστικά την Κίνα ως το «νούμερο ένα». Ο Ρους Ντόσι, ένας μελετητής της Κίνας που εργάζεται στον Λευκό Οίκο, προβάλλει ένα παρόμοιο επιχείρημα στο βιβλίο του, «Το μακροπρόθεσμο παιχνίδι» (The Long Game). Επικαλούμενος διάφορες κινεζικές πηγές, ο Ντόσι υποστηρίζει ότι η Κίνα ξεκάθαρα στοχεύει πλέον σε παγκόσμια ηγεμονία αμερικανικού τύπου.

Μια προσπάθεια για παγκόσμια υπεροχή

Η διαφορά στην κλίμακα των φιλοδοξιών της Κίνας και της Ρωσίας αντανακλά τη διαφορά στις οικονομικές τους δυνατότητες. Η οικονομία της Ρωσίας έχει τώρα περίπου το μέγεθος της οικονομίας της Ιταλίας. Η Μόσχα απλά δεν έχει τον πλούτο για να διατηρήσει μια προσπάθεια για παγκόσμια υπεροχή. Αντίθετα, η Κίνα είναι τώρα, σύμφωνα με ορισμένες παραμέτρους, η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Είναι επίσης ο μεγαλύτερος κατασκευαστής και εξαγωγέας στον κόσμο. Ο πληθυσμός της 1,4 δισεκατομμυρίων ανθρώπων είναι περίπου δεκαπλάσιος από αυτόν της Ρωσίας. Ως αποτέλεσμα, είναι ρεαλιστικό για την Κίνα να φιλοδοξεί να είναι η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο.

Όμως, ενώ οι διαφορές στο οικονομικό δυναμικό της Ρωσίας και της Κίνας καθιστούν τον Σι τελικά πιο φιλόδοξο από τον Πούτιν, βραχυπρόθεσμα τον κάνει επίσης πιο επιφυλακτικό. Υπάρχει κάτι σαν την απόγνωση ενός τζογαδόρου στην προθυμία του Πούτιν να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία για να προσπαθήσει να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Ο Τρένιν υποστηρίζει ότι, έχοντας δει το ΝΑΤΟ να επεκτείνεται σε μεγάλο μέρος του πρώην σοβιετικού μπλοκ, ο Πούτιν βλέπει την Ουκρανία ως την «μάχη μέχρι εσχάτων».

Στο Πεκίνο, αντίθετα, υπάρχει μια έντονη αίσθηση ότι ο χρόνος και η ιστορία είναι υπέρ της Κίνας. Οι Κινέζοι έχουν επίσης πολλά οικονομικά μέσα για να επεκτείνουν την επιρροή τους που απλά δεν είναι διαθέσιμα στους Ρώσους. Ένα έργο εμβληματικό της εποχής Σι είναι το Belt and Road Initiative (σ.σ. Ο νέος δρόμος του μεταξιού), το οποίο είναι ένα τεράστιο διεθνές πρόγραμμα υποδομής που χρηματοδοτείται από την Κίνα και εκτείνεται στην Κεντρική Ασία, την Αφρική, την Ευρώπη και την Αμερική.

Πώς θα εξελισσόταν μια σύγκρουση στην Ουκρανία;

Καθώς η Αμερική έγινε πιο οικονομικά προστατευτική, η Κίνα χρησιμοποίησε επίσης την εμπορική της δύναμη για να επεκτείνει την παγκόσμια επιρροή της. Αυτόν τον μήνα ξεκίνησε η Περιφερειακή Συνολική Οικονομική Συνεργασία, μια τεράστια νέα ζώνη ελεύθερων συναλλαγών στην Ασία-Ειρηνικό που περιλαμβάνει την Κίνα και αρκετούς στρατηγικούς συμμάχους της Αμερικής, όπως η Ιαπωνία και η Αυστραλία — σε αυτή δεν συμμετέχουν οι ΗΠΑ. Η πρόσβαση, ή η άρνηση αυτής, στην κινεζική αγορά δίνει στο Πεκίνο ένα εργαλείο επιρροής που απλά δεν είναι διαθέσιμο στη Μόσχα.

Θα λειτουργήσει όμως αυτή η σταδιακή προσέγγιση; Ή μήπως η Ρωσία και η Κίνα χρειάζονται κάποιο δραματικό συμβάν για να δημιουργήσουν τη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων που επιδιώκουν;

Η ιστορία δείχνει ότι νέα συστήματα παγκόσμιας διακυβέρνησης αναδύονται γενικά μετά από κάποιου είδους κατακλυσμιαίου πολιτικού γεγονότος, όπως ένας μεγάλος πόλεμος.

Μεγάλο μέρος της ασφάλειας και της θεσμικής αρχιτεκτονικής της τρέχουσας παγκόσμιας τάξης εμφανίστηκε καθώς έκλεινε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ή κατά τα επακόλουθα του, όταν ιδρύθηκαν τα Ηνωμένα Έθνη, η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ, και τα κεντρικά γραφεία τους βρίσκονταν στις ΗΠΑ. Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (GΑΤΤ) τέθηκε σε ισχύ το 1948. Το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε το 1949. Η Συνθήκη Ασφαλείας ΗΠΑ-Ιαπωνίας υπογράφηκε το 1951. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, ο πρόδρομος της ΕΕ, ιδρύθηκε επίσης το 1951. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αντίπαλοι θεσμοί που υποστηρίζονταν από τη Σοβιετική Ένωση, όπως το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, κατέρρευσαν και το ΝΑΤΟ και η ΕΕ επεκτάθηκαν μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Η Κίνα εντάχθηκε στον διάδοχο του GΑΤΤ, Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το 2001.

Το ερώτημα τώρα είναι εάν οι φιλοδοξίες της Ρωσίας και της Κίνας για μια «νέα παγκόσμια τάξη» θα χρειαστούν επίσης έναν πόλεμο για να καρποφορήσουν. Μια άμεση σύγκρουση με τις ΗΠΑ είναι απλώς πολύ επικίνδυνη στην πυρηνική εποχή και δεν θα συμβεί εκτός εάν όλες οι πλευρές  κάνουν λάθος υπολογισμούς (κάτι που είναι πάντα δυνατό).

Η Ρωσία και η Κίνα μπορεί, ωστόσο, να αισθάνονται ότι θα μπορέσουν να επιτύχουν τις φιλοδοξίες τους μέσω πολέμων με χρήση αντιπροσώπων. Μια αδιαμφισβήτητη ρωσική νίκη στην Ουκρανία θα μπορούσε να σηματοδοτήσει ότι μια νέα τάξη ασφαλείας αναδυόταν στην Ευρώπη, που εμπλέκει μια de facto ρωσική «σφαίρα επιρροής». Μια επιτυχημένη κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν θα διαβαζόταν ευρέως ως σημάδι ότι η εποχή της αμερικανικής κυριαρχίας στον Ειρηνικό είχε τελειώσει. Σε εκείνο το σημείο, πολλές χώρες της περιοχής που επί του παρόντος προσβλέπουν στις ΗΠΑ για την ασφάλειά τους, όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, μπορεί να επιλέξουν να προσαρμοστούν σε μια νέα τάξη που κυριαρχείται από την Κίνα.

Εναλλακτικά, μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων μπορεί να προκύψει μέσω της σιωπηρής συναίνεσης από την Ουάσιγκτον. Αυτό το αποτέλεσμα δεν φαίνεται πιθανό με την κυβέρνηση Μπάιντεν στην εξουσία, εκτός και αν υπάρξουν κάποιες δραματικές παραχωρήσεις της τελευταίας στιγμής από τις ΗΠΑ σχετικά με την Ουκρανία. Αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε ίσως να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο το 2024. Τουλάχιστον στα λόγια, φαίνεται να συμμερίζεται πτυχές της ρωσο-κινεζικής κοσμοθεωρίας.

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ εξευτέλισε μερικές φορές το ΝΑΤΟ και, ακόμη, ισχυρίστηκε ότι οι σύμμαχοι της Αμερικής στην Ασία ήταν τζαμπατζήδες. Η φιλοσοφία του «Πρώτα η Αμερική» απέφυγε την παραδοσιακή γλώσσα για μια αμερικανική «αποστολή» (σ.σ. μεσσιανικού τύπου) για την υποστήριξη της ελευθερίας σε όλο τον κόσμο. Κατά καιρούς, ο Τραμπ ήταν επίσης ειλικρινής εκφράζοντας τον θαυμασμό τόσο για τον Σι όσο και για τον Πούτιν. Και, ως αυτοαποκαλούμενος dealmaker, ο Τραμπ συμμερίζεται τις ιδέες για σφαίρες επιρροής.

Ωστόσο, η Ρωσία και η Κίνα δεν φαίνονται διατεθειμένες να μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια και να περιμένουν πότε ο Τραμπ θα επιστρέψει στον Λευκό Οίκο. Γνωρίζουν ότι ακόμη και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα του Τραμπ περιλαμβάνει πολλά γεράκια, με σκοπό την αντιπαράθεση τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Κίνα. Σε κάθε περίπτωση, πολλά μπορούν να συμβούν από τώρα μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο του 2024.

Η ανυπομονησία της Ρωσίας είναι ξεκάθαρη από την προθυμία του Πούτιν να εκβιάσει μια κρίση στην Ουκρανία. Οι προοπτικές για μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων που είναι πιο συμφέρουσα για τη Ρωσία μπορεί να εξαρτώνται από το εάν ο τζόγος στην Ουκρανία πετύχει. Αλλά ακόμα κι αν ο Πούτιν αποτύχει να πετύχει τους στόχους του στην Ουκρανία, η απειλή για την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ παγκόσμια τάξη πραγμάτων δεν θα εξαφανιστεί. Μια ανερχόμενη Κίνα, με επικεφαλής τον φιλόδοξο Πρόεδρο Σι, αυτή ακριβώς την απειλή θα διασφαλίσει.