Μπορεί ο πλανήτης να βρίσκεται στην παράταση του αγώνα με την πανδημία και να οδεύει προς το σφύριγμα της λήξης ενός σοκ διετίας, όμως ο δρόμος για τις οικονομίες μόνον στρωμένος με ροδοπέταλα δεν είναι. Στα ζητήματα της ελληνικής οικονομίας οι προκλήσεις είναι ιδιαίτερες και με διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνες των περασμένων μηνών, πόσω μάλλον όταν η ελληνική οικονομία δεν έχει ανακτήσει ακόμα την επενδυτική βαθμίδα, δηλαδή από τότε που χτύπησε η κρίση του 2010.
Από την επόμενη εβδομάδα μετρά αντίστροφα ο χρόνος για μία σειρά από οικονομικά δεδομένα και γεγονότα κατά τα οποία θα κριθούν ζητήματα τόσο στο δημοσιονομικό μέτωπο, όσο και στο κλίμα των αγορών.
Καταρχάς κατά τις 23 Φεβρουαρίου δημοσιεύεται η έκθεση των δανειστών της Ελλάδας για την 13η αξιολόγηση, ακολουθούν έπειτα – υπό τη σκιά της πληθωριστικής καταιγίδας – οι συνεδριάσεις των υπουργών Οικονομικών στις 25 Φεβρουαρίου και μετά στις 14 Μαρτίου. Στις 4 Μαρτίου ανακοινώνονται τα στοιχεία για το ΑΕΠ του 2021.
Στις 10 Μαρτίου προκειται να συνεδριάσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την πολιτική των επιτοκίων και των ομολόγων.
Την ίδια ημέρα, στις 10 Μαρτίου, η ελληνική στατιστική υπηρεσία ανακοινωνει τα στοιχεία για τον πληθωρισμού του Φεβρουαρίου όπου τον Ιανουάριο έσπασε ρεκόρ στο 6,2%.
Κρίσιμο ραντεβού στις 18 Μαρτίου καθώς είναι προγραμματισμένες να αξιολογήσουν την οικονομία η Moody’s και η DBRS. Στο μεταξύ το ελληνικό δημόσιο βάζει στο τραπέζι την επόμενη έξοδο της χώρας στις αγορές, γεγονός που θα κριθεί από τις συνθήκες στις διεθνείς αγορές, τις αποφάσεις της ΕΚΤ και των πορισμάτων για την ελληνική οικονομία.
Διαβάστε επίσης: Έρχονται 4 παρεμβάσεις στην φορολογία ακινήτων και εισοδήματος
Και όλα αυτά ενώ η κυβέρνηση έχει θέσει ως βασικό στόχο τη βελτίωση της δημοσιονομικής εικόνας, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έως το 2023, την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ εντός του διμήνου και ενόσω αναζητά “χώρο” για εφαπαξ μέτρα στήριξης λόγω της ακρίβειας. Το ράλι του πληθωρισμού και οι αναταράξεις σε διεθνές επίπεδο δίνει άλλο τόνο στην οικονομική πολιτική και εφιστά την προσοχή προκειμένου να μην υπάρξει παρέκκλιση στους στόχους λόγω της νέας “απειλής” και ταυτόχρονα να προβλεφθεί η απαραίτητη ομπρέλα προστασίας των πολιτών από την ακρίβεια.
1. Εφάπαξ επίδομα
Για κρίσιμο μήνα (σ.σ Μάρτιος) κάνειλόγο και η κυβέρνηση η οποία προανήγγειλε «δώρο» Πάσχα με τη μορφή στοχευμένου επιδόματος και πως τόσο το εύρος, όσο και το βάθος αυτής της στήριξης είναι κάτι που πρέπει να έχει αποτέλεσμα και επομένως θα ακολουθήσουν οι απαραίτητοι υπολογισμοί. Θα πρέπει να εντοπιστούν τα νοικοκυριά που έχουν πραγματική ανάγκη και πλήττονται περισσότερο από το κύμα ανατιμήσεων. Εξετάζεται η εφαρμογή κριτηρίων για την επιλογή των δικαιούχων του «επιδόματος Πάσχα». Στα σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι η επιλογή των δικαιούχων θα γίνει με βάση όχι μόνο τις μηνιαίες αποδοχές τους αλλά το σύνολο των εισοδημάτων και των περιουσιακών τους στοιχείων. Στην περίπτωση που δεν βγει η συγκεκριμένη άσκηση τότε θα ακολουθηθεί το μοντέλο του επιδόματος των Χριστουγέννων που δόθηκε στους χαμηλοσυνταξιούχους, τα άτομα με αναπηρία και τα νοικοκυριά που λαμβάνουν το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα και η καταβολή της ενίσχυσης θα γίνει αυτόματα στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων.
2. Οι δανειστές και ο επιπλέον χώρος
Γύρω στις 23 Φεβρουαρίου αναμένεται να δημοσιευθεί από την Κομισιόν η 13η Έκθεση για την ελληνική οικονομία στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο σημείο για το οποίο θα υπάρξουν αναφορές για το σχέδιο των φοροελαφρύνσεων. Λίγες ημέρες μετά στις 4 Μαρτίου ανακοινώνονται τα στοιχεία για το ΑΕΠ και οι προσφατες προβλέψεις της Κομισιον έδειξαν οτι η αναπτυξη το 2021 θα κλείσει τελικά στο 8,5%. Αν επιβεβαιωθούν τα στοιχεία αυτό σημαίνει ότι είναι άνω των εκτιμήσεων του υπουργείου Οικονομικών στο 7%”. Αυτό μεταφράζεται σε ένα επιπλέον χώρο που δίνεται από την ισχυρότερη ανάπτυξη του περσινού έτους, καθότι ο κρατικός προϋπολογισμός του 2022 στηρίχθηκε στην πρόβλεψη ανάπτυξης το 2021 για 6,9% και ονομαστικό ΑΕΠ περίπου 178 δις. Έτσι αν για παράδειγμα, επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της Επιτροπής θα αυξηθεί κατά περίπου 2,8 δισ το ονομαστικό ΑΕΠ.
3. Πληθωρισμός
Στις 10 Μαρτίου η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε τα στοιχεία για το ύψος της ακρίβειας και θα δείξει αν τα υψηλά ποσοστά αυξήσεων στην ενέργεια και σε βασικά προϊόντα θα πάρουν τη σκυτάλη από τον μήνα Ιανουάριο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του προηγούμενου μήνα ο δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα εφτασε το 6,%, δηλαδή έφτασε υψηλά από το 1997, όταν δηλαδή η Ελλάδα δεν ήταν στο ευρώ.
Την ίδια ώρα στην ευρωζώνη ο πληθωρισμός τον Ιανουάριο σημείωσε νέα αύξηση και διαμορφώθηκε στο 5,1% από 5% τον Δεκέμβριο. Το προηγούμενο υψηλό ήταν το 2010 όταν είχε φτάσει στο 5,2%. Το φυσικό αέριο κατέγραψε άνοδο 154,8%, το ηλεκτρικό ρεύμα 56,7% και το πετρέλαιο 36%. Ο δε ηλεκτρισμός κατέγραψε νέο ρεκόρ 25ετιας συμπαρασύροντας τις τιμες σε τρόφιμα και άλλα είδη. Τα στοιχεία για τις κυριότερες μεταβολές τιμών από τη σύγκριση των δεικτών (Ιανουάριος 2022 – Ιανουάριος 2021), δείχνουν ότι το αρνί και το κατσίκι αυξήθηκαν κατά 17,6% ελαιόλαδο ακρίβυνε κατά 15,4%, οι πατάτες 12,3% τα ζυμαρικά 7,1% τα λαχανικά κατά 14,4% το αλεύρι 6,6%, το ψωμί 5% τα τυριά και το γιαούρτι λίγο πάνω από 6% τα φρούτα 8,4%. Η τιμή των καυσίμων αυξήθηκε κατά 21,6%, των ρούχων και των υποδημάτων κατά 1,3%, των αεροπορικών εισιτηρίων κατά 11,4%, των αυτοκινήτων κατά 11% η ένδυση κατά 7%
4. Η ΕΚΤ κρίνει την πορεία των αποδόσεων
Στις 10 Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεδριάζει για την νομισματική πολιτική. Οι τοποθετήσεις των μελών της και η καθιερωμένη συνέντευξη τύπου θα διαμορφώσει μεταξύ άλλων το κλίμα στα κρατικά ομόλογα γεγονός που θα επηρεάσει περισσότερο τις χώρες του Νότου εξαιτίας των υψηλότερων χρεών. Οι αγορές περιμένουν ένα σήμα σχετικά με τις αυξήσεις ή μη των επιτοκίων από εφέτος ενώ παράλληλα τον Μάρτιο αναμένονται και οι λεπτομέρειες σχετικά με την συνέχιση της επιλεξιμότητας των ελληνικών ομολόγων και μετά τη λήξη του πανδημικού προγράμματος (τον Μάρτιο του 2022). Είναι πολύ σημαντική η συνεδρίαση καθότι -πέραν από τις μακροοικονομικές επιδόσεις της κάθε χώρας- η πολιτική που θα ακολουθήσει η ΕΚΤ αναφορικά με τα επιτόκια θα επηρεάσει καταλυτικά τη βραχυπρόθεσμη πορεία των ομολογιακών αποδόσεων. Η αντιμετώπιση του πληθωριστικού φαινομένου αποτελεί καίριας σημασίας ζήτημα, η ένταση και η διάρκεια του οποίου θα είναι ενδεχομένως οι παράγοντες που θα καθορίσουν εάν θα υπάρξει αύξηση επιτοκίων εντός του 2022. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ιταλία και τη Γερμανία παρατηρείται μία παράλληλη αύξηση των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων το τελευταίο διάστημα καθώς και μία ήπια διεύρυνση του περιθωρίου (spread) των αποδόσεων των δεκαετών ομολόγων των χωρών του Νότου σε σχέση με το γερμανικό ομόλογο. Η εξέλιξη αντανακλά τον υψηλότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ (2020: Ελλάδα 206,3%, Ιταλία 155,6% έναντι 68,7% της Γερμανίας).
5. Κόστος δανεισμού και νέα έξοδος στις αγορές
Το πρόγραμμα του ΟΔΔΗΧ προαναγγέλει άντληση συνολικού ποσού περί τα 12 δισ. Ευρώ για εφέτος. Μετά την έξοδο του Ιανουαρίου ( 3 δισ. Ευρώ με 10ετές ομόλογο) το οικονομικό επιτελείο προετοιμάζει την επόμενη παρουσία της Ελλάδας στις αγορές και φαίνεται πως η άνοδος των αποδόσεων παγώνει τις όποιες κινήσεις. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα προετοιμάζει επίσης την πρώτη έξοδο με πράσινο ομόλογο προς το καλοκαίρι. Το “άνοιγμα” των spread των ελληνικών ομολόγων και εκείνων της περιφέρειας – το οποίο παρατηρείται το τελευταίο διάστημα – συνοδεύεται αναμφίβολα και από το κλίμα αβεβαιότητας που τροφοδοτεί το θολό τοπίο στην πορεία του πληθωρισμού. Απαιτεί έτσι μία ιδιαίτερη προσοχή για τις χώρες της νότιας Ευρώπης, καθότι οι αποδόσεις σε Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία αυξάνονται με πιο γρήγορο ρυθμό από εκείνες του Βορρά λόγω των υψηλότερων ποσοστών χρέους. Από την άλλη, η ελληνική οικονομία έχει καταγράψει ισχυρό ρυθμό ανάκαμψης το 2021 ( περί το 8,5%) και αναγνωρίζεται η προώθηση των μεταρρυθμίσεων.
Όμως το αδύναμο σημείο είναι το κατά πόσο οι αποδόσεις θα επιβαρύνουν το δημόσιο δανεισμό. Ιδιαιτέρως σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα έχει αυξήσει τις δαπάνες λόγω της πανδημίας, άρα και το έλλειμμα, το οποίο πρέπει να “κλείσει” μέχρι και το 2024. Σημειώνεται ότι το ελληνικό 10ετές ομόλογο «ανέβηκε» κατά τις τελευταίες ημέρες περίπου κατά 5 φορές σε σχέση με πριν 6 μήνες και σκαρφάλωσε στο 2,6% από 0,8%. Παράλληλα, το ελληνικό χρέος έχει φτάσει το 200% και όλα αυτά σε συνδυασμό με το υψηλό πρωτογενές έλλειμμα το 2021 (10,985 δισ. ευρώ) και το εμπορικό (24,295 δις. ευρώ πέρυσι).
6. Αξιολογήσεις οίκων
Με τις αξιολογήσεις των δύο οίκων “γεμίζει” η ατζέντα του Μαρτίου. Στις 18 Μαρτίου είναι προγραμματισμένη η αξιολόγηση από την Moody’s. Έχει βαθμολογήσει την Ελλάδα στην βαθμίδα Βa3 με θετικές προοπτικές τον Νοέμβριο του 2020. Την ίδια ημέρα, ο καναδικός οίκος DBRS επίσης αξιολογεί την ελληνική οικονομία, o οποίος έχει βαθμολογήσει το αξιόχρεο της οικονομίας στην βαθμίδα ΒΒ με θετικές προοπτικές, από τον Σεπτέμβριο του 2021. Υπενθυμίζεται ότι η Moody’s έχει αναβάλει την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας τρεις συνεχόμενες φορές. Αν δεν κάνει διπλή αναβάθμιση δεν θα αλλάξει κάτι για την Ελλάδα καθώς η κατάταξη με βάση τον συγκεκριμένο οίκο αξιολόγησης είναι τρείς βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Ο οίκος DBRS έχει κατατάξει την Ελλάδα δύο σκαλοπάτια πιο κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Μα αναβάθμιση θα φέρει την Ελλάδα μια θέση κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
7. Κλείνει το κεφάλαιο «ΔΝΤ»
Η Ελλάδα σχεδιάζει να αποπληρώσει περισσότερα από 7 δισ. ευρώ σε δάνεια στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τους εταίρους της ευρωζώνης τους επόμενους δύο μήνες, εξοφλώντας πρόωρα τα υπόλοιπα κεφάλαια που δανείστηκε για να αποτρέψει τη χρεοκοπία κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Έτσι, η η Ελλάδα αναμένεται να αποπληρώσει το υπόλοιπο των δανείων, ύψους 1,8 δισ. ευρώ έως τα τέλη Μαρτίου. Τα δάνεια που έλαβε η χώρα από το ΔΝΤ έχουν ημερομηνία λήξης το 2024. Σύμφωνα με το αρχικό χρονοδιάγραμμα η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει: 132 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2022, 1,3 δισ. ευρώ το 2023 και ακόμα 278 εκατ. ευρώ το 2024. Υπενθυμίζεται ότι ήδη η Ελλάδα έχει προχωρήσει στην πρόωρη αποπληρωμή περίπου 6 δισ. ευρώ δανείων του ΔΝΤ, σε δύο δόσεις, την πρώτη το 2019 και την τελευταία, ύψους 3,3 δισ. ευρώ, το Μάρτιο του 2021. Η κυβέρνηση σχεδιάζει επίσης την οριστική αποπληρωμή δανείων ύψους 5,3 δισ. ευρώ που έλαβε μέσω διακρατικών συμφωνιών με χώρες-μέλη της ευρωζώνης μέχρι το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2022, τα οποία έληγαν μέχρι και το 2023. Οι πληρωμές των δανείων του GLF για το 2022 ανέρχονται σε 2,64 δισ. ευρώ όπως και για το 2023. Το ίδιο ποσό θα πρέπει να καταβάλει η Ελλάδα κάθε χρόνο έως το 2039, το 2040 το ποσό ανέρχεται σε 1,93 δις. ευρώ και το 2041 σε 573 εκατ. ευρώ (σύνολο 50,78 δισ. ευρώ).
Latest News
Πώς σχολιάζει το υπουργείο Οικονομίας την έκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα
Η Ελλάδα κλείνει την ψαλίδα με την Ευρώπη
Κομισιόν για Ελλάδα: Ανάπτυξη 2,1% και πληθωρισμός 3% το 2024 – Πόσο θα μειωθεί το χρέος έως το 2026
Οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν περαιτέρω, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο κοντά στο 9% το 2025, κατά την Κομισιόν