«Τα Α.Ε.Ι. έχουν ως αποστολή… να συμβάλουν στην εκπαίδευση με βάση την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα στο ανώτερο επίπεδο ποιότητας σύμφωνα, με τα διεθνώς αναγνωρισμένα κριτήρια». Επομένως η επιστημονική και τεχνολογική έρευνα ανώτερου επιπέδου, αποτελεί καθολική παραδοχή,τουλάχιστον από τα πολιτικά κόμματα που κυβέρνησαν την χώρα. (Ν. 4485/2017)

Πως όμως διακρίνουμε την έρευνα υψηλής ποιότητας; Για τον αναγνώστη που δεν είναι ακαδημαϊκός αναφέρω ότι η επιστημονική έρευνα γίνεται αποδεκτήαπό την επιστημονική κοινότητα μόνο εάν δημοσιευθεί, μετά από αξιολόγηση από ειδικούς, σε επιστημονικό περιοδικό. Τα επιστημονικά περιοδικά προφανώς δεν είναι όλα του ιδίου επιπέδου και κύρους. Το επίπεδο του περιοδικού καθορίζεται από το επίπεδο των ερευνών που δημοσιεύει. Τα υψηλού επιπέδου περιοδικά κατέκτησαν αυτήν την θέση διότι από την αρχήστοχεύουν στην δημοσίευση έρευνών υψηλού επιπέδου και λόγω του αποκτηθέντος κύρους σήμερα προσελκύουν την έρευνα υψηλού επιπέδου. Εξ αυτού του λόγου η αναγνωσιμότητα των δημοσιεύσεων αυτών είναιμεγαλύτερη.

Τα μεγάλα και γνωστά πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής έχουν κατακτήσει αυτήν την θέση στην παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα διότι οι καθηγητές και φοιτητές τους παράγουν επιστημονική γνώση υψηλού επιπέδου. Σήμερα, λειτουργούν παγκοσμίως περίπου 20.000 ιδρύματατριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πανεπιστήμια, κολλέγια, κ.α. Συνεπώς, ο αριθμός των υπηρετούντων ακαδημαϊκών είναι μεγάλος ενώ και σημαντικός αριθμός νέων επιστημόνων στοχεύει στην ακαδημαϊκή και ερευνητική σταδιοδρομία. Όλοι οι παραπάνω προσπαθούν να δημοσιεύσουν την έρευνά τους σε επιστημονικά περιοδικά. Η ζήτηση για δημοσιεύσεις έχει αυξηθεί ραγδαία κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Και όπως γνωρίζουν οι οικονομολόγοι, η αυξημένη ζήτηση οδηγεί σε αύξηση της προσφοράς με αποτέλεσμα μια τεράστια στρέβλωση. Δημιουργήθηκαν δεκάδες ή εκατοντάδες εκδοτικοί οίκοι που εκδίδουν περιοδικά χαρακτηριζόμενα ως «επιστημονικά» και στα οποία ο ερευνητής πρέπει να καταβάλλει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για να δημοσιευθεί η εργασία του μετά από υποτιθέμενη κρίση. Πολλοί ακαδημαϊκοί και νέοι επιστήμονες επιλέγουν να δημοσιεύουν σε αυτά τα περιοδικά λόγω της χαρακτηριστικής ευκολίας αποδοχής της εργασίας, αρκεί να πληρώσουν το χρεωνόμενο ποσό. Ποια όμως είναι η στρέβλωση;

Οι ερευνητές υψηλού επίπεδου συνέχισαν και συνεχίζουν να παράγουν έρευνα υψηλού επιπέδου που συνήθως δημοσιεύεται σε υψηλής ποιότητας περιοδικά. Από την ολοκλήρωση της έρευνας μπορεί να χρειαστούν και δυο χρόνια ώσπου να γίνει τελικά αποδεκτή για δημοσίευση. Και προφανώς η υψηλής ποιότητας έρευνα απαιτεί και πολλαπλάσιο χρόνο εκπόνησης σε σχέση με την έρευνα, όπως θα λέγαμε, «φασόν». Έτσι ένας νέος επιστήμονας, που στο πλαίσιο του διδακτορικού του παρήγε μόνο μια δημοσίευση αλλά σε περιοδικό υψηλότατου επιπέδου, πρέπει να ανταγωνιστεί άλλους επιστήμονεςπου μπορεί να έχουν 10-20-30 δημοσιεύσεις σε αυτά τα περιοδικά χαμηλής ποιότητας. Πως λοιπόν ένα πανεπιστήμιο αντιμετωπίζει αυτή την στρέβλωση; Στις ΗΠΑ, όπου το σύστημα είναι πλήρως αποκεντρωμένο, το κάθε πανεπιστήμιο έχει τα δικά του κριτήρια. Έτσι, για παράδειγμα, το Πανεπιστήμιο Yale δεν θα λάβει υπόψη του αυτό το πλήθος των δημοσιεύσεωνκαι θα προσλάβει τον νέο ερευνητή με την μια υψηλού επιπέδου δημοσίευση. Αυτή η πολιτική εξασφαλίζει ότι οι καθηγητές του Yale θα συνεχίζουν να παράγουν έρευνα υψηλού επιπέδου και θα διατηρείται το υψηλό κύρος του πανεπιστημίου σε βάθος χρόνου.

Πως προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα άλλες χώρες με πιο συγκεντρωτικό σύστημα, όπως το δικό μας, αλλά και μικρότερα πανεπιστήμια στην δύση που δεν έχουν την δύναμη και τους μηχανισμούς του Yale; Όταν η πλημμυρίδα αυτών των περιοδικών άρχισε να κατακλύζει την παγκόσμιαακαδημαϊκή κοινότητα δημιουργήθηκε η ανάγκη ελέγχου της ποιότητας. Με την βοήθεια ακαδημαϊκών, οι βιβλιοθήκες μεγάλων πανεπιστήμιών στις ΗΠΑ άρχισαν να εξετάζουν τα περιοδικά και τους εκδοτικούς οίκους ως προς την εφαρμογή επιστημονικών κριτήριων για την αποδοχή των δημοσιεύσεων. Αρχίσαν να δημιουργούνται κατάλογοι με «ύποπτους-suspicious» εκδοτικούς οίκους και για τα λεγόμενα “αρπακτικά-predatory» περιοδικά, των οποίωνστόχος είναι η είσπραξη από τους ερευνητές των χρημάτων χωρίς να εφαρμόζουν ουσιαστικής κρίσης των άρθρων. Ο πρώτος κατάλογος «Beall’sList of Suspicious Journal and Publishers» δημοσιεύθηκε από τον βιβλιοθηκάριοJ. Beall του Πανεπιστημίου του Κολοράντο. Σήμερα, φιλοξενείται από την βιβλιοθήκη του Yale μαζί με άλλους που χρησιμοποιούνται από τα μέλη του πανεπιστήμιου για τις κρίσεις και για την καθοδήγηση ως προς τα προς δημοσίευση περιοδικά.

Ο κατάλογος του J. Beall έδωσε το έναυσμα σε ορισμένες χώρες να δημοσιεύσουν καταλόγους με τους «ύποπτους-suspicious» εκδοτικούς οίκουςκαι τα λεγόμενα “αρπακτικά-predatory» περιοδικά, προσπαθώντας να διασφαλίσουν την ποιότητα του ακαδημαϊκού προσωπικού των πανεπιστημίων τους. Η αντίστοιχη ΕΘΑΕ της Ινδίας «The University GrantsCommission», η οποία δημιουργήθηκε το 1953, δημοσιεύει τον ετήσιο κατάλογο των περιοδικών που έχει αξιολογήσει και θεωρεί ότι δεν ανταποκρίνονται σε ακαδημαϊκά κριτήρια. Ο φετινός κατάλογοςπεριλαμβάνει 4.100 “αρπακτικά-predatory» περιοδικά (https://www.ugc.ac.in/journallist/4305_Journals.pdf)

Στην Ελλάδα, με τις υπερβολικές νομικές ρυθμίσεις, που μπορεί να οδηγήσειαυτή η στρέβλωση; Σχεδόν σε όλες τις κρίσεις που συμμετείχα, εμφανίσθηκαν υποψήφιοι με πολλές δημοσιεύσεις σε αυτού τύπου τα περιοδικά. Η δυσκολία να μην ληφθούν υπόψη προκύπτει από τις συχνές δικαστικές προσφυγές που φέρνουν όλους σε δύσκολη θέση. Στο παράδειγμα που αναφέραμε παραπάνω, ο υποψήφιος με τα 30 δημοσιεύσεις σε περιοδικά αμφιβόλου αξίας, μπορεί να προσφύγει κατά της απόφασης του τμήματος που εξέλεξε τον ερευνητή με την μια δημοσίευση και ενδεχομένως το δικαστήριο να τον δικαιώσει, διότι δεν κρίνει με ακαδημαϊκά κριτήρια. Η στρέβλωση λοιπόν είναι προφανής διότι στρέφουμε τους νέους επιστήμονες προς την έρευνα χαμηλότερου επιπέδου, η οποία όμως είναι εύκολα δημοσιεύσιμη σε αυτά τα περιοδικά. Κατά αυτόν τον τρόπο όχι μόνο δεν επιτυγχάνεται η αποστολή των ΑΕΙ, αλλά ελλοχεύει ο κίνδυνος το νέο προσωπικό που προσλαμβάνεται να είναι χαμηλότερης ποιότητας από το ήδη υπάρχον.

Προτείνω, λοιπόν, την εξουσιοδότηση ης ΕΘΑΕ με νομοθετική ρύθμιση ώστε να δημοσιεύει ετησίως επικαιροποιημένο κατάλογο των περιοδικών που δεν θα λαμβάνονται υπόψη στις κρίσεις για εκλογή ή εξέλιξη του ακαδημαϊκούκαι ερευνητικού προσωπικού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα καθοδηγήσουμε τους νέους επιστήμονες προς την εκπόνηση ποιοτικών ερευνών, οι οποίεςαναμφίβολα θα είναι λιγότερες αλλά υψηλοτέρου επιπέδου και κύρους. Η μεταρρύθμιση αυτή δεν έχει δημοσιονομικό κόστος αλλά θα δώσει το σήματόσο στην ακαδημαϊκή κοινότητα όσο και στην κοινωνία ότι το ελληνικόπανεπιστήμιο αλλάζει και θέτει πλέον υψηλούς στόχους.

*Νίκος Χ. Βαρσακέλης, Καθηγητής Βιομηχανικής Πολιτικής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών – Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις
Experts |

Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις

Mε διαφορετικούς όρους κρατικής παρέμβασης παρατείνεται η μνημονιακή κατάργηση (Φεβρουάριος 2012) της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που καθόριζε στην Ελλάδα επί δεκαετίες τον κατώτατο μισθό