Είναι απαραίτητο να μην ανακοπεί η μεταρρυθμιστική πορεία της Ελλάδας λόγω της αυξημένης οικονομικής και δημοσιονομικής πίεσης που θα υποστεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, τονίζει, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο Κώστας Μεγήρ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Yale και μέλος της Επιτροπής Πισσαρίδη.

Ο Έλληνας οικονομολόγος εκτιμά ότι σημαντικό ρόλο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του πολέμου θα παίξει η δυνατότητα να έχει η Ελλάδα δημοσιονομική ευελιξία τα επόμενα χρόνια με αρωγό, στην προσπάθεια αυτή, την ενίσχυση του πολιτικού ρόλου της χώρας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ λόγω της στάσης της έναντι της ουκρανικής κρίσης.

Τα επιτόκια

Ο Κώστας Μεγήρ τοποθετεί στο επίκεντρο των αρνητικών εξελίξεων για την πορεία της ελληνικής οικονομίας την αύξηση του πληθωρισμού, που μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις. «Η αύξηση στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, που υπάρχει ήδη, θα οδηγήσει σε χαμηλότερη κατανάλωση, πίεση στους μισθούς, θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στις επενδύσεις και ενδεχομένως στον τουρισμό, επιβαρύνοντας έτσι τον ρυθμό ανάπτυξης, και καθώς ο πληθωρισμός μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων, θα δούμε άνοδο του κόστους δανεισμού, που με τη σειρά του θα προκαλέσει επιπλέον δημοσιονομική πίεση» επισημαίνει.

«Λόγω πληθωρισμού θα αυξηθούν τα επιτόκια διεθνώς, με αποτέλεσμα ο νέος δανεισμός να είναι πιο ακριβός. Αν τα επιτόκια αυξηθούν έστω και κατά μία ποσοστιαία μονάδα, αυξάνεται το κόστος δανεισμού κατά 30% λόγω των αναγκών εξυπηρέτησης του χρέους και μπορεί το κράτος να αναγκαστεί να μειώσει δαπάνες, εξέλιξη που θα ασκήσει πίεση στην ανάπτυξη. Και αν δεν υπάρχει ανάπτυξη για να αντισταθμιστεί ο πληθωρισμός, τότε θα υπάρξει επιπλέον δημοσιονομική πίεση.

Αύξηση λιτότητας

Και αν οι μισθοί αυξηθούν, ειδικά οι μισθοί Δημοσίου, θα υπάρξουν επιπλέον δημοσιονομικές δυσκολίες. Οι δημόσιες επενδύσεις θα επηρεαστούν αρνητικά. Τα συμφωνημένα πλεονάσματα θα είναι πιο δύσκολο να επιτευχθούν. Θα χρειαστεί να αυξηθεί η λιτότητα και εδώ οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να χαλαρώσουν τις απαιτήσεις. Υπάρχει σίγουρα κίνδυνος συρρίκνωσης του ρυθμού ανάπτυξης, αλλά το τελευταίο που θέλουμε είναι να εισέλθει η χώρα σε ύφεση» τονίζει ο καθηγητής στο Yale.

Τον ρωτάμε ειδικότερα για τις επιπτώσεις στις επενδύσεις. «Καταρχήν, αν αυξηθούν τα επιτόκια, επηρεάζονται αρνητικά οι επενδύσεις. Επιπλέον, εφόσον αυξάνεται ο πληθωρισμός, ο οποίος έχει αυξηθεί ήδη, αυξάνεται το κόστος των επενδύσεων, οπότε θα πρέπει να αναμένεται μείωση επενδύσεων, όχι μόνο των δημόσιων λόγω και της δημοσιονομικής πίεσης, αλλά και των ιδιωτικών και των ξένων επενδύσεων, που έχουν τεράστια σημασία για την Ελλάδα» επεξηγεί ο Κώστας Μεγήρ. «Επιπλέον, υπάρχει ο παράγοντας της αβεβαιότητας. Υπάρχει αβεβαιότητα για το πού θα καταλήξει η κρίση στην Ουκρανία. Το ζήτημα είναι αν θα μπορέσουμε να την απομονώσουμε, να περιοριστεί τοπικά. Οι διεθνείς αγορές πέφτουν, αλλά όχι δραματικά, διότι εκτιμούν ότι δεν θα διεθνοποιηθεί η κρίση, και εφόσον δεν διεθνοποιηθεί, πρόκειται για μια δραματική τραγωδία η οποία, όμως, δεν θα υπερχειλίσει στις ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες πάντως θα υποστούν το ενεργειακό σοκ και το σοκ από τις τιμές των τροφίμων. Θα γνωρίζουμε σε δύο με τρεις εβδομάδες αν υπάρχει ευρύτερος κίνδυνος για γενικευμένη σύρραξη. Οι Δυτικοί προσπαθούν να περιχαρακώσουν την κρίση, να υπάρξει μια τεράστια μονωτική ταινία, θα έλεγε κανείς, να βοηθήσουν όσο γίνεται την Ουκρανία με στρατιωτικά και οικονομικά μέσα, να ασκήσουν όσο περισσότερη πίεση στη Ρωσία, κάτι που θα έχει οικονομικές συνέπειες, αλλά στόχος είναι να μην εξαπλωθεί η κρίση».

Ο καθηγητής εξηγεί ότι στις οικονομικές επιπτώσεις που προκαλεί αφενός η εξάρτηση της Ευρώπης από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, αφετέρου η προμήθεια δημητριακών από την Ουκρανία, τον σιτοβολώνα της Ευρώπης, θα πρέπει να προστεθεί η μείωση, λόγω των κυρώσεων, της οικονομικής δραστηριότητας που κατευθυνόταν από τη Ρωσία στη Δύση.

«Η Ρωσία θα προσανατολιστεί στην Κίνα, η οποία θα εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να κάνει τη Ρωσία, λίγο – πολύ, προτεκτοράτο. Η οικονομική δραστηριότητα που κατευθυνόταν από τη Ρωσία στη Δύση θα κατευθυνθεί στην Κίνα, προκαλώντας συρρίκνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αυτό που συμβαίνει είναι ένα σοκ σαν το πετρελαϊκό του ’73, με επιπρόσθετες τις απειλές του πολέμου, και έρχεται μετά την πανδημία, που από μόνη της προκάλεσε δυσκολίες» τονίζει.

Οι μεταρρυθμίσεις

«Η Ελλάδα, η οποία περιορίζεται από τη δημοσιονομική κατάσταση στην οποία βρέθηκε ύστερα από χρόνια κακοδιαχείρισης, πρέπει να διαπραγματευτεί με την ΕΕ να αναβληθούν τα δημοσιονομικά πλεονάσματα, ώστε να μπορεί να προχωρήσει σε αύξηση των κρατικών δαπανών για να υποστηρίξει την οικονομία και να απορροφήσει το επικείμενο σοκ ώστε να μην εισέλθει σε ύφεση. Είναι απαραίτητο να μην ανακοπεί η πορεία των δομικών μεταρρυθμίσεων λόγω αυξημένης δημοσιονομικής πίεσης εξαιτίας της κρίσης αυτής. Η Ελλάδα έχει ακόμη ευάλωτη οικονομία, παρότι υπάρχει κάθε καλός λόγος για αισιοδοξία και θετική προοπτική, καθώς έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις, το κλίμα έχει αλλάξει, προχωρούν έργα, όπως το Ελληνικό».

Επιπλέον, κατά τον Κώστα Μεγήρ, με τη στάση της έναντι της ουκρανικής κρίσης η χώρα αποδεικνύει ότι αποτελεί αξιόπιστο εταίρο. «Η νεοευρεθείσα συνοχή του ΝΑΤΟ, η καλή φήμη της Ελλάδας, η ισχυρή γεωπολιτική της θέση και συγχρόνως η ισχυρή πολιτική θέση που υιοθέτησε, αποδεικνύουν ότι αποτελεί καλό και αξιόπιστο σύμμαχο και κατά συνέπεια μπορεί να της επιτραπεί δημοσιονομική χαλάρωση, ώστε να μην εισέλθει σε ύφεση, τώρα που άρχισε να εξέρχεται από την πανδημία. Οι Ευρωπαίοι πρέπει να είναι ανοιχτοί να διαπραγματευτούν χαλάρωση των δημοσιονομικών μεγεθών για να υποστηριχθεί η ελληνική ανάπτυξη».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Plus
UEFA: Ιστορική συμφωνία συνεργασίας  με την FIFPRO Europe
Business of Sport |

UEFA: Ιστορική συμφωνία συνεργασίας με την FIFPRO Europe

Οι βασικές αποφάσεις που επηρεάζουν τις συνθήκες απασχόλησης των παικτών ή τον φόρτο εργασίας των παικτών στις διοργανώσεις της UEFA θα λαμβάνονται πλέον μόνο μετά από εκτεταμένο διάλογο μεταξύ των δύο οργανισμών.