Η κατάφωρη παραβίαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου από τη Ρωσία με την εισβολή στρατιωτικών δυνάμεών της στην Ουκρανία επιφέρει σημαντικές επιδράσεις σε πολλαπλά επίπεδα. Εκτός των συνεπειών που αναπόφευκτα θα προκληθούν στην επιδιωκόμενη επίτευξη της παγκόσμιας γεωπολιτικής ισορροπίας, άμεσες συνέπειες θα καταγραφούν στο επίπεδο της οικονομίας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Οι πρόσφατες δραματικές εξελίξεις βρήκαν την Ευρώπη εν μέσω δύο προβλημάτων, μιας εξελισσόμενης ενεργειακής κρίσης και των προσπαθειών τιθάσευσης των συνεπειών της πανδημίας. Η μεγάλη εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο έφερε στην επιφάνεια μια ακόμη διαχρονική αδυναμία της Ευρώπης, το έλλειμμα συνεκτικής στρατηγικής στον τομέα της ενέργειας. Ο σημαντικός βαθμός εξάρτησης από τρίτες χώρες αποτελεί το δεύτερο πεδίο απόδειξης των παθογενειών του κοινού ευρωπαϊκού εγχειρήματος, με το πρώτο να εντοπίζεται το 2020 στα προβλήματα επάρκειας του απαραίτητου ιατροφαρμακευτικού υλικού.
Η σημαντική αύξηση των τιμών ενέργειας προκαλεί σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις τόσο στο δημοσιονομικό επίπεδο όσο και στους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η καταγραφόμενη ενίσχυση του πληθωρισμού σε συνδυασμό με τους ασθενέστερους ρυθμούς ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας – σε σύγκριση με τις μεγαλύτερες οικονομίες του υπόλοιπου κόσμου – επαναφέρουν κινδύνους όπως ο στασιμοπληθωρισμός και η κρίση του δημόσιου χρέους. Θεωρείται βέβαιο ότι η διαμορφωθείσα κατάσταση, ειδικά εάν δεν βρεθεί σύντομα μια διπλωματική – πολιτική λύση, θα έχει αρνητικές μακροοικονομικές επιδράσεις τόσο συνολικά στην ευρωπαϊκή οικονομία όσο και στις χώρες-μέλη.
Οσον αφορά το δημοσιονομικό σκέλος θεωρείται πλέον πιθανή η παράταση της απενεργοποίησης του Συμφώνου Σταθερότητας για το 2023, ενώ υπάρχει ισχυρό ενδεχόμενο λήψης συντονισμένων μέτρων αντιμετώπισης των ενεργειακών ανατιμήσεων στο επίπεδο της ΕΕ. Πιθανή εξέλιξη που αναδεικνύει το εύστοχο της θέσης για τη δημιουργία μηχανισμού αυτόματων δημοσιονομικών σταθεροποιητών μέσω του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την έγκαιρη αντιμετώπιση έκτακτων συνθηκών και κρίσεων.
Στο σκέλος της νομισματικής πολιτικής η παράταση του προγράμματος επαναγοράς κρατικών ομολόγων θα έπρεπε να εξεταστεί ως λύση, ενώ όσον αφορά το επίπεδο των ονομαστικών επιτοκίων θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη του πληθωρισμού. Εκτίμηση του γράφοντος, ότι είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο αναβολής της απόφασης αύξησης των επιτοκίων για το 2022, παρ’ όλα αυτά παραμένουν ισχυρές οι προβλέψεις αύξησής τους, με συνέπεια την άνοδο του κόστους αναχρηματοδότησης του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Στην περίπτωση της Ελλάδας αρνητικές συνέπειες αναμένεται να καταγραφούν στα τουριστικά έσοδα και τις εξαγωγές, ενώ η μείωση των ευρωπαϊκών ρυθμών ανάπτυξης θα επηρεάσει άμεσα και το ελληνικό ΑΕΠ. Σε αυτό το χρονικό διάστημα οι οποιεσδήποτε εκτιμήσεις για τις ενδεχόμενες απώλειες στο ΑΕΠ είναι σχετικά άκαιρες καθώς βρισκόμαστε στην αρχή των εξελίξεων. Ταυτόχρονα αυξάνεται η κοινωνική πίεση για τη λήψη μέτρων ανακούφισης των φυσικών και νομικών προσώπων επηρεάζοντας ανάλογα το δημοσιονομικό βάρος.
Εκείνο που πρέπει να υπογραμμισθεί είναι η ενίσχυση της σημαντικότητας της έγκαιρης και εύστοχης απορρόφησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων (Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ΕΣΠΑ) και η περαιτέρω ενεργοποίηση του εγχώριου και διεθνούς ιδιωτικού τομέα προκειμένου να επιτευχθούν υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης μέσω των εξαγωγών και των επενδύσεων. Οσο ο ρυθμός της ονομαστικής ανάπτυξης είναι μεγαλύτερος του κόστους αναχρηματοδότησης του χρέους η Ελλάδα δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί με «αυστηρότητα» από τις αγορές. Στην αντίθετη περίπτωση δημιουργούνται αρνητικές συνθήκες και οφείλουμε να το λάβουμε σοβαρά υπόψη στο πλαίσιο άσκησης της δημοσιονομικής/μακροοικονομικής πολιτικής.
Οι έκτακτες συνθήκες απαιτούν έκτακτα μέτρα και ως εκ τούτου οι ευρωπαϊκές ηγεσίες οφείλουν να βρίσκονται σε εγρήγορση στα πολλαπλά με διαφορετικές χρονικότητες μέτωπα. Οπως στα περισσότερα μέτωπα, αντίστοιχα και σε εκείνο της αντιμετώπισης των ανατιμήσεων στα ενεργειακά τιμολόγια βέλτιστη λύση θεωρείται ο συντονισμός των ευρωπαϊκών χωρών και η λήψη κοινών μέτρων. Το επιτυχημένο εγχείρημα κατά την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης πρέπει να είναι ο νέος «οδηγός» αντί να αποτελεί την εξαίρεση στον ατελή ιστορικό «κανόνα» της αντιμετώπισης των προβλημάτων σε εθνικό επίπεδο.
Ο Δημήτρης Λιάκος είναι οικονομολόγος – πρώην υφυπουργός
Latest News
Ψηφιακό ευρώ: ποια τα οφέλη του για εσάς
Το ψηφιακό ευρώ θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τα τραπεζογραμμάτια, παρέχοντας – δωρεάν – μία και μοναδική επιλογή για τις ψηφιακές πληρωμές σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ
Σενάριο σοκ για την οικονομία - Το χτύπημα του Ισραήλ στα πυρηνικά του Ιράν
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι διαχειριστές οικονομικών κινδύνων μπορεί να ελπίζουν για το καλύτερο, αλλά θα πρέπει να προετοιμάζονται για το χειρότερο.
Για μια επιχειρούσα κοινωνία
Το βιβλίο των Αθ. Παπανδρόπουλου και Κώστα Χριστίδη φέρνει στο προσκήνιο τον δημιουργικό δυναμισμό ως δημόσια φιλοσοφία
Πράσινη μετάβαση με ψηφιακές τεχνολογίες
Η προσαρμογή των επιχειρήσεων σε αυτές τις νέες συνθήκες απαιτεί στρατηγικές καινοτομίας και εκσυγχρονισμού
Κληρονομιές: Ορισμένα νομικά θέματα και όχι μόνο
Όσα πρέπει να γνωρίζετε για τις κληρονομιές
Ενεργός γήρανση, απασχόληση και ανεργία
Το επίπεδο της απασχόλησης αποτελεί έναν πιο αντιπροσωπευτικό δείκτη για να εκφράσει την ικανότητα μιας οικονομίας να δημιουργεί απασχόληση και να διαθέτει μια δυναμική αγορά εργασίας
Η ανατροφοδότηση πολιτικών και οικονομικών θεσμών
Οι ανοιχτοί οικονομικοί θεσμοί δημιουργούν μια δυναμική που προετοιμάζει το έδαφος για την ανάδυση ανοιχτών πολιτικών θεσμών
Ανάκληση συντελεσμένης απαλλοτρίωσης: Τι ισχύει στον απόηχο της απόφασης του ΣτΕ
Για ποιους ισχύει η δυνατότητα ανάκλησης - Τι συμβαίνει με την υπέρ του Δημοσίου συντελεσμένη απαλλοτρίωση
Πώς κινείται ο τραπεζικός δείκτης στη σκιά των πιέσεων του ΧΑ
Στο ναδίρ η ψυχολογία των επενδυτών, που ξεπούλησαν τις τραπεζικές μετοχές. Το τρέχον επίπεδο του Τραπεζικού Δείκτη αφορά σε κρίσιμες μεσοπρόθεσμες στηρίξεις.
Επενδύσεις σε ασφαλή «καταφύγια»: Γιατί «μαγνητίζουν» χρυσός, ομόλογα και ακίνητα
Για αμυντικούς ή «ψαγμένους» επενδυτές με χαμηλό προφίλ κινδύνου