Δεκατρείς ημέρες αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία η Coca-Cola και η PepsiCo με ανακοινώσεις τους ενημέρωσαν ότι σταματούν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία.
«Θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε και να αξιολογούμε την κατάσταση», τονίζει η Coca-Cola με έδρα την Ατλάντα. «Οι σκέψεις μας είναι με τους ανθρώπους που υφίστανται τα ασυνείδητα αποτελέσματα από αυτά τα τραγικά γεγονότα στην Ουκρανία», ανέφερε σε μια σύντομη δήλωση την Τρίτη το απόγευμα (ώρα Αμερικής).
Λίγα λεπτά αργότερα και η PepsiCo, με έδρα το Purchase της Νέας Υόρκης, μέσω του CEO της, Ramon Laguarta, ενημέρωσε ότι «δεδομένων των φρικιαστικών γεγονότων που συμβαίνουν στην Ουκρανία», αναστέλλει την πώληση της Pepsi-Cola και των παγκόσμιων εμπορικών της σημάτων στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων των 7Up και Mirinda. «Θα αναστείλουμε επίσης τις επενδύσεις κεφαλαίου και όλες τις διαφημιστικές και προωθητικές δραστηριότητες στη Ρωσία» τόνισε.
Ωστόσο θα συνεχίσει την πώληση των άλλων προϊόντων της, όπως γάλα και βρεφικές και παιδικές τροφές. «Συνεχίζοντας να δραστηριοποιούμαστε, θα συνεχίσουμε επίσης να υποστηρίζουμε τα προς το ζην των 20.000 Ρώσων συνεργατών μας και των 40.000 Ρώσων εργαζομένων στη γεωργία στην αλυσίδα εφοδιασμού μας, καθώς αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις και αβεβαιότητα μπροστά τους», αναφέρεται στην ανακοίνωση της εταιρείας.
Στις αγορές της Ρωσίας και της Ουκρανίας η Coca Cοla HBC, στρατηγικός εταίρος εμφιάλωσης της Coca-Cola, πραγματοποίησε το 2021 το 1/5 του συνολικού όγκου των πωλήσεών της.
Το εν λόγω διάστημα, στη Ρωσία ο όγκος πωλήσεων της εταιρείας κατέγραψε άνοδο κατά 18,3% στα 373,3 εκατ. κιβώτια και στην Ουκρανία 17% στα 137,3 εκατ. κιβώτια.
Στη Ρωσία η Cοca Cola HBC λειτουργεί 10 εργοστάσια (απ’ τη Μόσχα ως το Βλαβιδοβοστόκ), απασχολεί 7.000 Ρώσους ενώ το σύστημα της Coca-Cola έχει επενδύσει πάνω από 6,2 δισ. δολάρια.
To ποσοστό ιδιοκτησίας Coca-Cola στην Coca-Cola HBC, τον συνεργάτη εμφιάλωσης και διανομής της εταιρείας στην Ρωσία, ήταν περίπου 21% στις 31 Δεκεμβρίου 2021.
Προηγήθηκαν McDonald’s και Starbucks
Οι ανακοινώσεις των δύο μεγαλύτερων παραγωγών αναψυκτικών στον κόσμο για την αναστολή των δραστηριοτήτων τους στη ρωσική αγορά ήρθαν μετά τις ανακοινώσεις της McDonald’s, η οποία ανέφερε ότι κλείνει προσωρινά τα περισσότερα από 800 εστιατόριά της στη Ρωσία, καθώς και της Starbucks με 130 καταστήματα, που δήλωσε πως θα αναστείλει κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα στη Ρωσία.
Σύμφωνα με την Starbucks Corp, ο όμιλος Alshaya Group με έδρα το Κουβέιτ θα μεριμνήσει για την υποστήριξη των περίπου 2.000 συνεργατών στη χώρα.
Τους μισθούς των 62.000 υπαλλήλων της θα συνεχίσει να καταβάλει και η αλυσίδα McDonald’s Corp, όπως διαβεβαίωσε.
Από τα σχεδόν 847 εστιατόρια της McDonald’s στη ρωσική αγορά, το 84% ανήκει στην εταιρεία. Τα υπόλοιπα λειτουργούν ως επί το πλείστον από τον δικαιοδόχο Rosinter Restaurants Holding με έδρα τη Μόσχα.
Η McDonald’s είναι μεταξύ εκείνων που δέχτηκαν το μεγαλύτερο οικονομικό πλήγμα. Σε αντίθεση με τη Starbucks και άλλες εταιρείες γρήγορου φαγητού όπως η KFC και η Pizza Hut, των οποίων το ρωσικό δίκτυο των καταστημάτων τους ανήκει σε δικαιοδόχους, η McDonald’s κατέχει τη συντριπτική πλειονότητα των ρωσικών καταστημάτων της. Η McDonald’s έκλεισε επίσης προσωρινά 108 εστιατόρια που διαθέτει στην Ουκρανία και συνεχίζει να πληρώνει τους υπαλλήλους.
Η Ρωσία και η Ουκρανία συνεισφέρουν το 9% των ετήσιων εσόδων της McDonald’s, ή περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι.
Με βάση εκτιμήσεις, οι αμερικανικές αλυσίδες εστίασης, όπως McDonald’s, Papa John’s, KFC, Pizza Hut, Burger King και Starbucks λειτουργούν περίπου 2.700 καταστήματα στη Ρωσία.
Δημόσια πίεση
Να σημειωθεί ότι οι εμβληματικές παγκόσμιες μάρκες, όπως η McDonald’s, η Coca Cola και η PepsiCo πιέστηκαν να αποσυρθούν από τη Ρωσία, τόσο από καταναλωτές (τα hashtags #BoycottCocaCola, #BoycottPepsi και #BoycottMcDonalds «τρεντάρουν» στο Twitter για μέρες) όσο και από επενδυτές, συμπεριλαμβανομένου του συνταξιοδοτικού ταμείου της πολιτείας της Νέας Υόρκης.
Περίπου 300 ξένες εταιρείες έχουν περιορίσει τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία μέχρι στιγμής, σύμφωνα με έναν τρέχοντα απολογισμό του Jeffrey Sonnenfeld, καθηγητή του Yale, ο οποίος υπηρετεί ως ανώτερος αναπληρωτής κοσμήτορας προγραμμάτων ηγεσίας του εν λόγω πανεπιστημίου.
Latest News
Ντανιέλα Καβάλο: Το πρόσωπο - κλειδί στις διαπραγματεύσεις για τις απολύσεις στη Volkswagen
Κόρη μετανάστη από την Ιταλία, η Ντανιέλα Καβάλο είναι επικεφαλής σωματείων των εργαζομένων στη Volkswagen
Η μεγαλύτερη απώλεια κερδών σε δύο χρόνια για την Target - Μειώνει το guidance
Οι διακριτικές αγορές μπαίνουν σε δεύτερο πλάνο - Τι είδε η Target στα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου και πώς θα κινηθεί μέχρι το τέλος της χρονιάς
Σε καθεστώς πτώχευσης στις ΗΠΑ η Northvolt - Το σχέδιο αναδιάρθρωσης
Η Northvolt δεν κατάφερε να συμφωνήσει με τους επενδυτές σε ένα πακέτο διάσωσης και ζητά υπαγωγή στο Άρθρο 11
Παραιτείται στις 20 Ιανουαρίου ο πρόεδρος της SEC Γκάρι Γκένσλερ
H παραίτηση του έρχεται δυο χρόνια πριν τη λήξη της θητείας του
Το «γεράκι» της ΕΚΤ ξαναχτυπά: «Πρέπει να διατηρήσουμε περιοριστική νομισματική πολιτική»
Η διατήρηση αυστηρής πολιτικής αποτελεί επί του παρόντος μέρος της δήλωσης που δημοσιεύει η ΕΚΤ μετά τις συνεδριάσεις της για τα επιτόκια
Σε χαμηλό επταμήνου οι αιτήσεις για τα επιδόματα ανεργίας στις ΗΠΑ
Οι μη προσαρμοσμένες αιτήσεις μειώθηκαν κατά 17.750 σε 213.035 την περασμένη εβδομάδα
O αμερικανική Deer, ο γίγαντας των αγροτικών μηχανημάτων προβλέπει μικρότερη κερδοφορία
Οι εκτιμήσεις της Deer για αδύναμα ετήσια κέρδη καθώς τα εισοδήματα των Αμερικανών αγροτών υποχωρούν
Πώς επηρεάζουν την πολιτική της ΕΚΤ τα trumponomics - Κινδυνεύει η μείωση επιτοκίων;
Η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει πυροδοτήσει στην ευρωζώνη τη συζήτηση στην ΕΚΤ πώς μπορεί να επηρεάσει τα σχέδιά τους για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη
Απόφαση σταθμός στη Βρετανία - Επανεθνικοποιήθηκαν οι σιδηρόδρομοι
Πράσινο φως της Βουλής των Λόρδων στο Ηνωμένο Βασίλειο - Οι Εργατικοί εκπλήρωσαν την προεκλογική τους δέσμευση
Με αργά βήματα η επιστροφή των επενδυτών στα ακίνητα - Τι συμβαίνει στη γερμανική αγορά
Η αγορά γραφείων στη Γερμανία συνεχίζει να βρίσκεται σε μια μεταπανδημική ύφεση εν μέσω αβεβαιότητας για τη μελλοντική ζήτηση χώρων εργασίας