Η οικονομική κρίση συνεχίζεται με αμείωτη ένταση σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς μπορεί να έχουν μειωθεί οι επιπτώσεις από την πανδημία, όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία με την ρωσική εισβολή έχει δημιουργήσει μια τεράστια αναταραχή και ανισορροπία στις χρηματαγορές και στον τρόπο που λειτουργεί το διεθνές εμπόριο.
Είναι γεγονός, ότι παρά την ένταση της κρίσης την μείωση των εισοδημάτων και τον υψηλό πληθωρισμό, η ΕΕ κατάφερε και δημιούργησε το λεγόμενο Ταμείο Ανάκαμψης με κονδύλια άνω του 1 τρις ευρώ, με στόχο την στήριξη των κρατών μελών, την μόχλευση κεφαλαίων και την προώθηση επενδύσεων.
Το σύμφωνο σταθερότητας και οι δημοσιονομικοί κανόνες έχουν ανασταλεί για το 2022 και πιθανότατα για το 2023, ενώ είναι πολύ πιθανό η ΕΚΤ αλλά και άλλες κεντρικές τράπεζες να προβούν σε αύξηση των επιτοκίων και σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, ώστε να προλάβουν τις ήδη εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις στην παγκόσμια κοινωνία.
Πέραν όμως των βασικών ανελαστικών δαπανών, όπως στην υγεία, στην άμυνα και στην εκπαίδευση, το κλειδί για την ανάπτυξη ιδίως για χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος όπως η Ελλάδα, είναι οι επενδύσεις και μάλιστα με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Παρόλα αυτά, μέσω της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής και στήριξης των νοικοκυριών και επιχειρήσεων για την συγκράτηση του δημοσίου χρέους, επιλέγεται συχνά η μείωση ή το πάγωμα του προγράμματος των δημοσίων επενδύσεων, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά μεσοπρόθεσμα την πορεία τόσο της ελληνικής οικονομίας, όσο και άλλων χωρών που επιλέγουν το ίδιο μείγμα πολιτικής.
Μπορεί να είναι πολύ σημαντικό και κομβικό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα ή δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, όμως δεν έχει τόση σημασία το μέγεθος των κεφαλαίων όσο η μόχλευση που δημιουργείται καθώς και η ετοιμότητα των επιχειρήσεων, κυρίως των μικρομεσαίων, στο να αξιοποιήσουν και να επενδύσουν κατάλληλα τα κονδύλια αυξάνοντας έτσι τις θέσεις απασχόλησης.
Εν κατακλείδι, για να μπορέσει μία οικονομία που έχει έλλειμμα ανταγωνιστικότητας όπως η ελληνική να ανακάμψει, αλλά και να πρωταγωνιστήσει διεθνώς, απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις, τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα κεφαλαίων, με αντίστοιχα χρονοδιαγράμματα, αλλά και με το κατάλληλο ανθρώπινο κεφάλαιο, που θα θέσει ως προτεραιότητα την εξωστρέφεια και την αναπτυξιακή δυναμική, τόσο της χώρας όσο και των επιχειρήσεων που εκπροσωπούν.
Αν δεν γίνουν άμεσα τα παραπάνω, μέσω ενός επενδυτικού σοκ στην ελληνική οικονομία, τότε θα μιλάμε γι’ αυτό που στην οικονομική θεωρία αποκαλούμε τραγωδία των οριζόντων, ως η χαμένη ευκαιρία μίας οικονομίας, να αναδειχθεί και να αξιοποιήσει τις επενδυτικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε κάθε συγκυρία της ιστορίας.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός
Latest News
Η οικονομική κατάθλιψη των Ελλήνων
Η Eurostat μέσα στις στατιστικές της έρευνες που κάνει δημοσιεύει και μία για την αυτοκατάταξη κάθε χώρας ως προς το ποσοστό του πληθυσμού που θεωρεί τον εαυτό του φτωχό
Το νούφαρα του Μονέ, τα crypto και η μπανάνα…
Στο οίκο Sotheby's γράφτηκε ένα περίεργο κεφάλαιο στην ιστορία της τέχνης
Ευρωπαϊκές οικονομίες σε τροχιά αβεβαιότητας
Οι προειδοποιήσεις της ΕΚΤ αποκαλύπτουν τους λόγους της ανησυχίας για την κατάσταση των οικονομιών στις ευρωπαϊκές χώρες
Χωρίς τιμαριθμοποίηση
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση συνεχίζει να επιλέγει τον «αραμπά» του κοινωνικού αυτοματισμού
Ο θρίαμβος των αισιόδοξων
Στις μέρες μας, το 2024 εδώ στην Ελλάδα, έχουν πάρει κεφάλι και πάλι οι απαισιόδοξοι και φοβούνται και τη σκιά τους
Ο θρίαμβος των αισιόδοξων
Οι ίδιοι απαισιόδοξοι ανησυχούσαν πριν από τις εκλογές του 2019 για το δημόσιο χρέος και τις τράπεζες
Οι επιχειρήσεις στην εποχή των αναταράξεων
Οι περίοδοι της σταθερότητας και μιας υποτιθέμενης κανονικότητας θα γίνονται όλο και πιο σύντομες για τις επιχειρήσεις και τις οικονομίες
Το ελαιόλαδο ρίχνει τον πληθωρισμό
Σε όλες τις απότομες αλλαγές σε μια αγορά, έτσι και στο ελαιόλαδο υπάρχουν νικητές και ηττημένοι
Στην ασφάλεια των πλεονασμάτων
Το χθεσινό μήνυμα Χατζηδάκη αποτελεί μια ελάχιστη ανταπόδοση στους χτυπημένους από τη χρεοκοπία Έλληνες φορολογουμένους
Ευκαιρία εκσυγχρονισμού
Τα Κράτη-Μέλη της ΕΕ έχουν υποχρέωση μεταφοράς, έως 15 Νοεμβρίου 2024, στο εθνικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς