Θα μείνει για δεκαετίες υψηλός ο πληθωρισμός; Ένας επιφανής οικονομολόγος απαντά καταφατικά
Ο Τσαρλς Γκούτχαρτ βλέπει να τελειώνει η εποχή των φθηνών εργατικών χεριών και να έρχονται χρόνια ελλείψεων εργατικού δυναμικού – και ανατιμήσεων. Προβληματισμένοι οι κεντρικοί τραπεζίτες σε ολόκληρο τον κόσμο
Όταν η παγκόσμια οικονομία άρχισε να φθίνει τον Μάρτιο του 2020, τα ποσοστά του πληθωρισμού φαίνονταν σαν να υποχωρούν σταδιακά προς το μηδέν. Αυτό εξέπληξε σφόδρα τον πρώην κεντρικό τραπεζίτη του Ηνωμένου Βασιλείου, Τσαρλς Γκούντχαρτ, ο οποίος προέβλεψε ότι ο πληθωρισμός θα εκτιναχθεί στο 5% έως και 10% το 2021 – και θα παραμείνει υψηλός.
Ο κ. Γκούντχαρτ υποστήριξε ότι στην παγκόσμια οικονομία συνέβαιναν τεκτονικές αλλαγές. Αλλαγές που θα επιταχύνονταν από τα πακέτα δημοσιονομικής εξυγίανσης και τη μεταπανδημική ανάκαμψη των οικονομιών. Μια πληθώρα φθηνού εργατικού δυναμικού που είχε διατηρήσει τις τιμές και τους μισθούς χαμηλά για δεκαετίες έδινε τη θέση του σε μια εποχή ελλείψεων εργαζομένων και ως εκ τούτου υψηλότερων τιμών.
«Η πανδημία του κορωνοϊού θα σηματοδοτήσει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των αποπληθωριστικών δυνάμεων των τελευταίων 30 έως 40 χρόνων και του αναζωπυρούμενου πληθωρισμού των επόμενων δύο δεκαετιών», δήλωσε ο 85χρονος οικονομολόγος σε συνέντευξή του. Προέβλεψε ότι ο πληθωρισμός στις προηγμένες οικονομίες, που τη δεκαετία πριν από την πανδημία κυμαινόταν περίπου στο 1,5%, γύρω στο τέλος του 2022 θα σταθεροποιηθεί στο 3% με 4% και ότι θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο για δεκαετίες.
Η θεωρία του κ. Γκούτχαρτ για το πώς τα μεταβαλλόμενα δημογραφικά στοιχεία συμπιέζουν το εργατικό δυναμικό και ανεβάζουν τις τιμές έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των κεντρικών τραπεζιτών στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Κίνα. Πολλές συζητήσεις ξεκίνησαν για το αν έχει δίκιο. Οι μεγάλες Κεντρικές Τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της αμερικανικής Fed και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), έχουν εκφράσει ανησυχία για την άνοδο του πληθωρισμού και καταστρώνουν σχέδια για να τον περικόψουν.
«Η ιδέα του σίγουρα ανησυχεί τις Κεντρικές Τράπεζες», δήλωσε ο Γουίλεμ Μπούιτερ, πρώην συνάδελφος του Γκούτχαρτ στην Τράπεζα της Αγγλίας. «Εάν η θεωρία του κ. Γκούτχαρτ είναι σωστή, τότε αφορά τους πάντες. Και όλοι θα πρέπει όχι απλώς να σκέφτονται αν θα περικόψουν ή όχι τους ισολογισμούς, αλλά να το κάνουν άμεσα και ταυτόχρονα να σπεύσουν γρήγορα για να αυξήσουν και τα επιτόκια», είπε ο κ. Μπούιτερ.
Ορισμένοι, όπως η πρώτη αναπληρώτρια διευθύνουσα σύμβουλος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) Τζίτα Γκοπινάθ, έχουν εκφράσει αμφιβολίες για το εάν η μακροπρόθεσμη εικόνα του πληθωρισμού είναι τόσο τρομακτική όσο πιστεύει ο κ. Γκούτχαρτ. Η κ. Γκοπινάθ είπε ότι η μείωση του αριθμού των εργαζομένων και η αύξηση των συνταξιούχων θα μπορούσαν, αντί να αυξήσουν, να μειώσουν τον πληθωρισμό. Και έφερε ως παράδειγμα την Ιαπωνία.
«Δεν νομίζω ότι μπορούμε να εξαγάγουμε ένα πολύ απλοϊκό συμπέρασμα βάσει μιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας που εδράζεται στα δημογραφικά στοιχεία», είχε πει πέρυσι η κ. Γκοπινάθ στον κ. Γκούτχαρτ, κατά τη διάρκεια μιας συγκέντρωσης ακαδημαϊκών και υψηλόβαθμων στελεχών Κεντρικών Τραπεζών και χρηματοπιστωτικών θεσμών.
Οι τιμές καταναλωτή στις ΗΠΑ αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 7,5% τον Ιανουάριο, τον υψηλότερο των τελευταίων 40 ετών. Στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός τον Φεβρουάριο έφτασε στο 5,8%, όπως έδειξαν τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα. Η σύγκρουση στην Ουκρανία είναι πιθανό να οδηγήσει τον πληθωρισμό ακόμη υψηλότερα, καθώς εκτινάσσει τις παγκόσμιες τιμές της ενέργειας, των εμπορευμάτων και των τροφίμων.
Ο κ. Γκούτχαρτ έχει περιγράψει τη θεωρία του στο βιβλίο «The Great Demographic Reversal» («Η Μεγάλη Δημογραφική Ανατροπή») που συνέγραψε σε συνεργασία με τον οικονομολόγο Μανόι Πραντάν που ζει στο Λονδίνο και κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2020.
Υποστήριξε ότι ο χαμηλός πληθωρισμός από τη δεκαετία του 1990 δεν ήταν τόσο αποτέλεσμα έξυπνων πολιτικών εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας, αλλά η προσθήκη εκατοντάδων εκατομμυρίων φθηνών Κινέζων και Ανατολικοευρωπαίων εργαζομένων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Ένα δημογραφικό μέρισμα που ώθησε προς τα κάτω και τους μισθούς και τις τιμές των προϊόντων που εξάγονταν σε πλούσιες χώρες. Μαζί με το νέο γυναικείο εργατικό δυναμικό και τη μεγάλη γενιά των baby-boomers, η δεξαμενή που προμηθεύει τις αγορές εργασίας των προηγμένων οικονομιών υπερδιπλασιάστηκε μεταξύ των ετών 1991 και 2018.
Τώρα ο πληθυσμός που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία έχει αρχίσει να συρρικνώνεται στις προηγμένες οικονομίες για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σημειώνει ο κ. Γκούτχαρτ. Και τα ποσοστά των γεννήσεων επί του συνολικού πληθυσμού έχουν επίσης μειωθεί. Ο πληθυσμός σε παραγωγική ηλικία στην Κίνα αναμένεται να συρρικνωθεί σχεδόν κατά το ένα πέμπτο τα επόμενα 30 χρόνια.
Καθώς το εργατικό δυναμικό συρρικνώνεται, υποστήριξε, οι εργαζόμενοι θα πιέσουν για υψηλότερους μισθούς ωθώντας με τη σειρά τους ανοδικά τις τιμές. Ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις θα κατασκευάζουν και θα επενδύουν περισσότερο σε τοπικό επίπεδο για να αντισταθμίσουν τόσο τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού όσο και τις εθνικιστικές και γεωπολιτικές πιέσεις που περιορίζουν τις παγκοσμιοποιημένες αλυσίδες εφοδιασμού. Αυτό θα αυξήσει το κόστος παραγωγής και τη διαπραγματευτική δύναμη των ντόπιων εργαζομένων. Οι αποταμιεύσεις θα μειωθούν σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς οι ηλικιωμένοι θα καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν, δαπανώντας ιδιαίτερα για την υγειονομική περίθαλψη. Όλα αυτά θα ωθήσουν ανοδικά τα επιτόκια, προέβλεψε το πρώην μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας της Αγγλίας.
Οι μεγάλες ελλείψεις εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ και την Ευρώπη εφέτος έχουν ήδη ωθήσει ανοδικά τους μισθούς. Στην Κίνα επίσης το κόστος εργασίας έχει αυξηθεί, καθώς το εργατικό δυναμικό συρρικνώνεται και λιγότεροι εργαζόμενοι μετακινούνται από την ύπαιθρο στις πόλεις. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της εταιρείας επενδύσεων KKR, οι μισθοί στην αμερικανική μεταποίηση είναι τώρα λιγότερο από τέσσερις φορές υψηλότεροι από εκείνους στην Κίνα, όταν το 2001 που εντάχθηκε η Κίνα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) ήταν περισσότερες από 26 φορές υψηλότεροι.
«Παίρνω πολύ σοβαρά όσα λέει ο Τσαρλς Γκούτχαρτ», δήλωσε η Ίζαμπελ Σνάμπελ, μέλος του εξαμελούς διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. «Ο Τσαρλς θέλει να μας προειδοποιήσει ότι δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι ο κόσμος στο μέλλον θα μοιάζει με αυτόν που ήταν τα τελευταία χρόνια».
Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ αναφέρθηκε στο βιβλίο του κ. Γκούτχαρτ σε μια ομιλία του στην ετήσια συγκέντρωση των κεντρικών τραπεζιτών και άλλων ειδικών στον τομέα της Οικονομίας που έγινε στο Τζάκσον Χόουλ του Γουαϊόμινγκ τον περασμένο Αύγουστο. Διαφώνησε με την κεντρική υπόθεση των συγγραφέων, λέγοντας ότι τα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού πιθανότατα θα αποδεικνύονταν παροδικά. Τελευταία, όμως, σταμάτησε να αναφέρεται στον πληθωρισμό ως παροδικό και η Fed είναι έτοιμη να συνεχίσει μια σειρά αυξήσεων των επιτοκίων το επόμενο διάστημα.
Στη Γερμανία οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού είναι τόσο έντονες που η κυβέρνηση επιδιώκει να εισάγει κάθε χρόνο 400.000 ξένους εργαζομένους με εξειδίκευση. Τον Δεκέμβριο του 2020 ο τότε πρόεδρος της γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας (Bundesbank) Γενς Βάιντμαν ανέφερε τις ιδέες του κ. Γκούτχαρτ επιχειρηματολογώντας ενάντια στις πολιτικές φθηνού χρήματος της ΕΚΤ.
Στην Κίνα, όπου το εργατικό δυναμικό αναμένεται να συρρικνωθεί κατά περίπου 100 εκατομμύρια μέσα στα επόμενα 15 χρόνια, ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι μετέφρασαν πρόσφατα το βιβλίο του κ. Γκουτχαρτ στα μανδαρινικά. Το βιβλίο έχει τυπωθεί σε 50.000 αντίτυπα στην Κίνα.
Ο Τζόε Ζανγκ, πρώην οικονομολόγος στην Κεντρική Τράπεζα της Κίνας, είπε ότι αναγνωρίζει στοιχεία των θέσεων που εκφράζει ο κ. Γκούτχαρτ στο γεγονός ότι οι κινεζικές εταιρείες απορροφούν αυτήν τη στιγμή υψηλότερα κόστη και μισθούς μειώνοντας τα περιθώρια κέρδους τους. Είπε ότι αναμένει να αρχίσουν να αυξάνουν τις τιμές των εξαγωγών σύντομα και ότι οι κινεζικές εταιρείες θα χρειαστεί να αυξήσουν περαιτέρω τους μισθούς για να δελεάσουν τους εργαζόμενους να επιστρέψουν στα εργοστάσια στις παραθαλάσσιων πόλεων που χτυπήθηκαν από τον κορωνοϊό.
Στη συνεδρίαση της ΕΚΤ για τον καθορισμό των επιτοκίων τον Δεκέμβριο, άτομο που γνωρίζει καλά το θέμα αποκάλυψε ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συζήτησαν εάν διαρθρωτικές αλλαγές, όπως τα δημογραφικά στοιχεία, ο ρόλος της Κίνας ή οι προκλήσεις στην παγκοσμιοποίηση, θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν μια στροφή προς υψηλότερο πληθωρισμό που δεν αποτυπώνεται από τα οικονομικά μοντέλα, απηχώντας ως εκ τούτου τις ανησυχίες που εκφράζει ο κ. Γκούτχαρτ. Η ΕΚΤ αρνήθηκε να σχολιάσει την πληροφορία.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν δήλωσε στα μέσα Φεβρουαρίου ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να παραμείνει υψηλός ακόμη και μετά το τέλος της πανδημίας, επισημαίνοντας αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, όπως ο ρόλος της Κίνας και η γήρανση του πληθυσμού. Μέχρι πρόσφατα υποστήριζε ότι ο πληθωρισμός σύντομα θα υποχωρούσε ξανά κάτω από τον στόχο 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Ο κ. Γκούτχαρτ, ο οποίος εκτός από την ενασχόλησή του με τα οικονομικά εκτρέφει πρόβατα σε μια φάρμα στο Ντέβον της Αγγλίας, σπούδασε Οικονομική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Εντάχθηκε στην Τράπεζα της Αγγλίας τη δεκαετία του 1960 ως ειδικός στον μονεταρισμό, ο οποίος αποδίδει τον πληθωρισμό στην κυκλοφορία υπερβολικού χρήματος στην αγορά.
Βοήθησε στη διαμόρφωση της πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας στις αρχές της δεκαετίας του 1980, καθώς η Μάργκαρετ Θάτσερ εφάρμοζε μονεταριστικές ιδέες για να περιορίσει τον διψήφιο πληθωρισμό. Αργότερα εντάχθηκε στη νεοσυσταθείσα Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας, αφού η κυβέρνηση του Τόνι Μπλερ την ανεξαρτητοποίησε το 1997. Η σχέση μεταξύ του πληθωρισμού και της ποσότητας του χρήματος σε κυκλοφορία αποδείχθηκε αναξιόπιστη και το Ηνωμένο Βασίλειο αργότερα εγκατέλειψε τους στόχους προσφοράς χρήματος.
Η κατάθεση του κ. Γκούτχαρτ στο Κοινοβούλιο της Νέας Ζηλανδίας το 1989 αποδείχθηκε κρίσιμη για την απόφαση που έλαβε η χώρα αυτή να πρωτοπορήσει θέτοντας ανώτατο επιθυμητό όριο για τον πληθωρισμό. Απόφαση με την οποία η νεοζηλανδέζικη Κεντρική Τράπεζα στόχευε να διατηρήσει τον πληθωρισμό «κοντά αλλά όχι πάνω» από ένα ποσοστό-στόχο, υπενθύμισε ο Ντόναλντ Μπρας, τότε διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας. Αυτή η πολιτική έχει υιοθετηθεί από μεγάλες Κεντρικές Τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Fed.
Στο Χονγκ Κονγκ ο κ. Γκούτχαρτ βοήθησε ώστε το τοπικό νόμισμα να συνδεθεί το 1983 με το αμερικανικό δολάριο, κίνηση που τερμάτισε τη νομισματική κρίση που είχε ξεσπάσει στην πρώην βρετανική αποικία – το δολάριο Χονγκ Κονγκ είναι συνδεδεμένο σχεδόν τέσσερις δεκαετίες τώρα με το δολάριο ΗΠΑ.
Προειδοποίησε επίσης για την υπερβολική μόχλευση στις προηγμένες οικονομίες προτού ξεσπάσει η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, θυμούνται πρώην κεντρικοί τραπεζίτες. Τους είχε επιστήσει την προσοχή να παρακολουθούν τους κινδύνους που απειλούσαν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε μια εποχή που ανάλογες ανησυχίες δεν απασχολούσαν τις νομισματικές αρχές, δήλωσε ο πρώην αντιπρόεδρος της Fed Ντόναλντ Κον.
«Δεν μπορώ να σκεφτώ κανέναν υπουργό Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου που να μην έχει επηρεαστεί κατά κάποιο τρόπο από τις απόψεις που είχε αναπτύξει πρώτος από τη δεκαετία του ’70 ο Τσαρλς», δήλωσε ο κ. Μπούιτερ, πρώην μέλος του δ.σ. της Τράπεζας της Αγγλίας.
Τα μοντέλα που χρησιμοποιούν από καιρό οι Κεντρικές Τράπεζες για την πρόβλεψη του πληθωρισμού φαίνεται να έχουν καταρρεύσει. Η ιδέα ότι ο πληθωρισμός είναι συνάρτηση της υπερβολικής ρευστότητας χρήματος και των περιορισμένων αγαθών δεν είναι πια πειστική, όπως άλλωστε δεν είναι η ιδέα ότι η χαμηλή ανεργία οδηγεί σε υψηλό πληθωρισμό.
Για εννέα συναπτά έτη μετά το 2008 οι προβλέψεις του ΔΝΤ και του ΟΟΣΑ για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό της επόμενης χρονιάς ήταν πολύ υψηλές, δήλωσε ο Ουίλιαμ Ουάιτ, πρώην αναπληρωτής διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας του Καναδά, ο οποίος κάποτε εργαζόταν υπό τον κ. Γκούτχαρτ στην Τράπεζα της Αγγλίας. «Οι περισσότεροι σκεπτόμενοι άνθρωποι θα αποφαίνονταν ότι κάτι δεν πάει καλά», είπε.
Το 2015 ο κ. Γκούτχαρτ ως μέλος του επιτελείου της Morgan Stanley στο Λονδίνο μαζί με τον συνεργάτη του στο βιβλίο κ. Πραντάν, προσπαθούσε να καταλάβει γιατί η επιθετική εκτύπωση χρήματος από τις Κεντρικές Τράπεζες μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 δεν είχε καταφέρει να προκαλέσει πληθωρισμό.
Ο κ. Γκούτχαρτ θυμήθηκε τις θεωρίες της δεκαετίας του 1970 που υποστήριζαν ότι τα ισχυρά εργατικά συνδικάτα έδωσαν ώθηση στους μισθούς και στον πληθωρισμό. Αργότερα η δύναμη των συνδικάτων απομειώθηκε κυρίως εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και του ανταγωνισμού με την Κίνα, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει ο πληθωρισμός.
Υπέθεσε ότι η μείωση των ποσοστών γονιμότητας στην Κίνα και τη Δύση θα μπορούσε να καταστήσει και πάλι περιζήτητο το εργατικό δυναμικό, ανανεώνοντας έτσι τη μόχλευση, άρα και την ισχύ των εργαζομένων.
Η θέση που ανέπτυξε ο κ. Γκούτχαρτ σε μια συνάντηση κορυφαίων στελεχών της Κεντρικής Τράπεζας το 2016 προοιωνίζονταν επικείμενη αναζωπύρωση του πληθωρισμού και αύξηση των επιτοκίων.
Οι επενδυτές τρόμαξαν, είπε ο κ. Πραντάν. «Στη Morgan Stanley έπρεπε να συζητήσουμε επί εβδομάδες με τους πελάτες μας μετά τη δημοσιοποίηση της θέσης αυτής», πρόσθεσε.
Η κ. Σνάμπελ της ΕΚΤ είπε ότι το βιβλίο του κ. Γκούτχαρτ αντιμετωπίστηκε αρχικά με σκεπτικισμό. «Μετά από μια μακρά περίοδο πολύ χαμηλού πληθωρισμού, οι περισσότεροι δεν πίστευαν ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει γρήγορα και δυναμικά», σημείωσε. «Στη συνέχεια συνέβη η άνευ προηγουμένου οικονομική αναστάτωση, που προκλήθηκε από την πανδημία, και ο πληθωρισμός ξαφνικά επέστρεψε».
Η βασική κριτική που διατυπώνεται για τη θέση του κ. Γκούτχαρτ είναι ότι χώρες με περισσότερους συνταξιούχους και λιγότερους εργαζόμενους, όπως η Ιαπωνία, έχουν το αντίθετο πρόβλημα: πολύ χαμηλά ποσοστά πληθωρισμού.
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι θα περίμεναν ότι η γήρανση του πληθυσμού θα οδηγήσει τους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις να επενδύουν λιγότερα, να καταναλώνουν λιγότερα και να καινοτομούν λιγότερο, ενώ παράλληλα θα δημιουργείται πλεόνασμα αποταμιεύσεων σε κρατικούς τίτλους, δήλωσε ο Άνταμ Πόζεν, πρώην μέλος του δ.σ. της Τράπεζας της Αγγλίας που τώρα διευθύνει το Ινστιτούτο Πέτερσον για τη Διεθνή Οικονομία.
Ο κ. Γκούτχαρτ υποστήριξε ότι οι εργαζόμενοι πιθανότατα δεν θα αποταμιεύουν αρκετά για τη συνταξιοδότησή τους και ότι οι συνταξιούχοι θα καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν, κυρίως για υγειονομική περίθαλψη. Προέβλεψε ότι η φθίνουσα δεξαμενή αποταμίευσης, σε συνδυασμό με τις αυξημένες εταιρικές δαπάνες για την εξασφάλιση των αλυσίδων εφοδιασμού και την κάλυψη της έλλειψης εργαζομένων, θα ωθήσει ανοδικά τα επιτόκια. Θύμισε ότι ο Μαύρος Θάνατος, μια πανδημία του 14ου αιώνα, στάθηκε αφορμή για να ξεκινήσει μια περίοδος αυξήσεων μισθών και ανεξέλεγκτου πληθωρισμού που διήρκεσε 25 χρόνια.
Όσον αφορά την Ιαπωνία, η χώρα βρίσκεται γεωγραφικά ακριβώς δίπλα στην Κίνα, η οποία εξάγει προϊόντα με τη χαμηλότερη τιμή στον κόσμο εδώ και δεκαετίες, είπε ο κ. Γκούτχαρτ. Και ακόμη και στην Ιαπωνία, πρόσθεσε, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός αρχίζει να κινείται ανοδικά.
Ο κ. Γκούτχαρτ προέβλεψε ότι με το παγκόσμιο χρέος να βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ και τις αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων να είναι αυξημένες, οι εντρικοί τραπεζίτες θα δυσκολευτούν να δαμάσουν τον πληθωρισμό δίχως να ρίξουν την οικονομία σε βαθιά ύφεση. Μια χρυσή εποχή για τους κεντρικούς τραπεζίτες τελειώνει, είπε. Και «η ζωή θα γίνει πολύ πιο δύσκολη».
Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο
Γιατί τελικά η μεγαλύτερη σύγκρουση του Μασκ είναι με τον Τραμπ
Το αφεντικό της Tesla, Ίλον Μασκ, είναι ήδη βαθιά συνυφασμένο με το κράτος
Η Αμερική θέλει τον Τραμπ – χωρίς αν ή αλλά…
Η πιθανή επανεκλογή του είναι μια υπαρξιακή καταστροφή για τους Δημοκρατικούς και μια ιστορική αλλαγή του παιχνιδιού για τους συμμάχους των ΗΠΑ
Πέντε «καυτές πατάτες» για τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ
Η νέα κυβέρνηση πρέπει να βρει έναν τρόπο να διατηρήσει την ανάπτυξη ενώ θα επανατοποθετήσει την οικονομία
Γιατί οι ισχυροί brokers χάνουν τον έλεγχό τους στην πολιτική των ΗΠΑ
Η αλλαγή της στάσης τους δείχνει πώς ο φόβος έχει ξεπεράσει την ελπίδα στην πολιτική των ΗΠΑ, ακόμη και στις αίθουσες συνεδριάσεων
Η επομένη των εκλογών στις ΗΠΑ και ο αλγόριθμος του Μασκ
Μια ιστορικά σφιχτή προεδρική κούρσα μπορεί να μην τελειώσει τη νύχτα - και θα μπορούσαν να ακολουθήσουν πολλαπλές κρίσεις
Η Adidas ξεπερνά τη Nike - Και η επιστροφή της έχει εμπόδια
Το ερώτημα πλέον δεν είναι πόσο γρήγορα μπορεί να ανακάμψει η Adidas, αλλά πόσο καιρό μπορεί να διατηρήσει τη δυναμική της