Προ των πυλών είναι το πρώτο μεγάλο κανόνι στη ρωσική επιχειρηματική σκηνή, καθώς ο χαλυβουργικός κολοσσός της Severstal έχει περιέλθει σε αδιέξοδο για την αποπληρωμή ενός κουπονιού επί ενός εταιρικού ομολόγου ύψους 800 εκατ. δολαρίων που θα έπρεπε να καταβάλει κανονικά από την περασμένη εβδομάδα. Η περίπτωση της Severstal είναι χαρακτηριστική της δυσχερούς κατάστασης στην οποία βρίσκονται δεκάδες ρωσικοί όμιλοι λόγω των κυρώσεων και της ρήξης της Ρωσίας με τη Δύση που νομικά έχουν «κόψει» τις γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ των εταιρειών, των ομολογιούχων και των τραπεζών.

Για την ρωσική χαλυβουργική είναι το τίμημα που καλείται να πληρώσει, καθώς ο κυριότερος μέτοχος της (και ουσιαστικός ιδιοκτήτης της), ο ολιγάρχης Αλεξέι Μορντάσοφ βρίσκεται ψηλά στη «μαύρη» λίστα που έχει καταρτίσει η διεθνής κοινότητα προκειμένου να στοχοποιήσει τη ρωσική ελίτ και όσους βρίσκονται κοντά στο περιβάλλον του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Η περίοδος χάριτος εκπνέει και η Severstal δεν μπορεί να βρει λύση, όχι επειδή δεν έχει τα χρήματα, αλλά επειδή δεν μπορεί να βρει τρόπο να τα καταβάλλει, καθώς η ανταποκρίτρια τράπεζα, η Citigroup, έχει «παγώσει» την πληρωμή ύψους 12,6 εκατ. δολαρίων αναμένοντας τη σχετική άδεια των αμερικανικών αρχών, που για την ώρα τουλάχιστον δεν τη δίνει. Μάλιστα, βλέποντας το αδιέξοδο η εταιρεία παρότρυνε τους ομολογιούχους να έρθουν εκείνοι σε επαφή με την Citi ασκώντας πιέσεις για να πάρουν τα χρήματα τους.

Σε ανάλογο πρόβλημα «σκόνταψε» προσωρινά και η Evraz, ιδιοκτήτης της οποίας είναι ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Η εταιρεία που έχει έδρα στη Βρετανία, αλλά διαθέτει μονάδες και ορυχεία στη Ρωσία, την Ουκρανία, το Καζακστάν και τον Καναδά, καθυστέρησε στην αποπληρωμή ενός κουπονιού, αλλά κατάφερε τελικά, έστω και με χρονική καθυστέρηση, να διασφαλίσει την ομαλή ροή της πληρωμής.

Σε πρακτική αδυναμία βρέθηκε την Παρασκευή και η εταιρεία χρυσού Petropavlovsk, που θα έπρεπε να καταβάλει τόκους ύψους 560.000 δολαρίων, αλλά η μεταφορά χρημάτων δεν ήταν εφικτή, καθώς η Βρετανία έχει παγώσει τα περιουσιακά στοιχεία της βασικής πιστώτριας τράπεζας της, της Gazprombank.

Εποπτικές αρχές, τράπεζες και δικηγορικές εταιρείες βρίσκονται σε έναν νομικό κυκεώνα προσπαθώντας να ξεδιαλύνουν το ποιες δράσεις και πληρωμές από τις ρωσικές επιχειρήσεις μπορούν να «περάσουν» και να διευθετηθούν παρά τις κυρώσεις. «Ως μάνατζερ χαρτοφυλακίου δεν είναι γενικά η δουλειά μου να ασχολούμαι με τις ανοησίες του συστήματος πληρωμών. Όμως, τώρα θα πρέπει να ασχοληθώ» ανάφερε στους Financial Times, η Αντρέα ΝτιΣένσο της Loomis Sayles.

Οι ρωσικές εταιρείες σε γενικές γραμμές έχουν την οικονομική επιφάνεια για να ανταποκριθούν, είναι δε, εύλογο πως δεν επιβαρύνονται όλες οι εταιρείες της χώρας με κυρώσεις. Όμως, και πάλι η ροή χρήματος από τους δανειστές στους πιστωτές αποδεικνύεται πρακτικά δύσκολη.

Διεθνείς οίκοι υπολογίζουν πως περίπου τα δύο τρίτα από τις υποχρεώσεις της Ρωσίας σε ξένο συνάλλαγμα για το 2022 αφορά, όχι το κράτος, αλλά ιδιωτικές επιχειρήσεις και εταιρικά ομόλογα. Αυτό ανοίγει το παράθυρο για τσουνάμι λουκέτων ρωσικών εταιρειών με τα… απόνερα να επηρεάζουν προφανώς και τους ξένους πιστωτές και ομολογιούχους. Παράλληλα, ωστόσο, συνιστά ευκαιρία για κέρδος για όσους έχουν τη διάθεση να ρισκάρουν εκμεταλλευόμενοι την δυσχέρεια κάποιων ρωσικών (εκτός της λίστας των κυρώσεων) επιχειρήσεων.

Πραγματικά, ξένα δημοσιεύματα υποστηρίζουν πως κάποια… γεράκια μεταξύ των αμερικανικών κυρίως hedge funds επιζητούν να αγοράσουν… “κοψοχρονιά” ρωσικά εταιρικά ομόλογα θεωρώντας πως σε βάθος χρόνου μπορεί να τους αποφέρουν κέρδη!

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Reuters Αποκλειστικό: Πιέσεις ΕΚΤ προς Raiffeisen και UniCredit για τη δημιουργία αποθεματικού για τη Ρωσία
Διεθνή |

Reuters Αποκλειστικό: Πιέσεις ΕΚΤ προς Raiffeisen και UniCredit για τη δημιουργία αποθεματικού για τη Ρωσία

Η ΕΚΤ επιδιώκει να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι δύο τράπεζες από τη λειτουργία τους σε μια χώρα στην οποία δεν έχουν πλέον αποτελεσματικό έλεγχο των δραστηριοτήτων του