Αυξημένη κατά 1,1% προβλέπεται να είναι η παγκόσμια παραγωγή σίτου το 2022, φτάνοντας του 784 εκατ. τόνους, σύμφωνα με έκθεση του FAO για την προσφορά και την ζήτηση δημητριακών.

Παράλληλα, με την ολοκλήρωση του καλλιεργητικού έτους 2021, η εκτίμηση του FAO δείχνει ότι η παγκόσμια παραγωγή δημητριακών έφτασε τους 2.799 εκατ. τόνους ελαφρώς αυξημένη από το 2020, με την παραγωγή ρυζιού να φτάνει στο ιστορικό υψηλό των 520,3 εκατομμυρίων τόνων.

Συγχρόνως, η παγκόσμια χρήση των δημητριακών το 2021/2022 προβλέπεται σε 2.789 εκατομμύρια τόνους, συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου ρεκόρ για το ρύζι, ενώ αναμένονται αυξήσεις και για τον αραβόσιτο και το σιτάρι.

Τα παγκόσμια αποθέματα σιτηρών που λήγουν το 2022 προβλέπεται να αυξηθούν κατά 2,4 % από τα αρχικά επίπεδα, κυρίως λόγω των υψηλότερων αποθεμάτων σιταριού και αραβοσίτου στη Ρωσία και την Ουκρανία. Τα παγκόσμια αποθέματα δημητριακών προς χρήση προβλέπεται στο 29,7% το 2021/22, οριακά χαμηλότερος από το προηγούμενο έτος και «εξακολουθεί να δείχνει ένα σχετικά άνετο επίπεδο προσφοράς», σύμφωνα με τον FAO.

Την ίδια στιγμή, ο FAO μείωσε την πρόβλεψή του για το παγκόσμιο εμπόριο δημητριακών κατά την τρέχουσα περίοδο εμπορίας σε 469 εκατομμύρια τόνους, σημειώνοντας συρρίκνωση σε σχέση με το επίπεδο του 2020/21, σε μεγάλο βαθμό λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και με βάση τις τρέχουσες διαθέσιμες πληροφορίες.

Οι προσδοκίες αναφέρουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ινδία θα αυξήσουν τις εξαγωγές σιταριού, ενώ η Αργεντινή, η Ινδία και οι ΗΠΑ αποστέλλουν περισσότερο αραβόσιτο, αντισταθμίζοντας εν μέρει την απώλεια των εξαγωγών από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα AGRO
Αγρότες: Μικρές και μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη
AGRO |

Ανισότητες μεταξύ μικρών και μεγάλων αγροτικών επιχειρήσεων - Κερδισμένοι και χαμένοι

Στην Ευρώπη, οι μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις αποκομίζουν κέρδη ρεκόρ όταν οι τιμές των τροφίμων εκτοξεύονται, ενώ οι μικρές φάρμες παλεύουν με ελάχιστα περιθώρια κέρδους