Οταν έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα των εκλογών της περασμένης Κυριακής στην Ουγγαρία και η νίκη του Βίκτορ Ορμπαν, ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν από τους πρώτους που του τηλεφώνησαν για να τον συγχαρούν. Αλλωστε τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην Τουρκία παρακολουθούσαν στενά τις εξελίξεις στην Ουγγαρία, βλέποντας την αντανάκλαση των γεγονότων της μιας χώρας στην άλλη. Ετσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, ο πόλεμος στην Ουκρανία, λένε οι πολιτικοί αναλυτές, φαίνεται να ευνόησε τον Ορμπαν να κερδίσει την τέταρτη θητεία στην εξουσία. Μήπως συμβεί κάτι αντίστοιχο και στην Τουρκία, στις εκλογές που είναι προγραμματισμένες για την επόμενη χρονιά;

Ορμπαν και Ερντογάν έχουν πολλά κοινά. Λαϊκιστές που καταργούν στην πράξη την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης  και των ΜΜΕ, εκφοβίζουν τους αντιπάλους τους και άλλαξαν το εκλογικό σύστημα για να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της κυριαρχίας τους. Το σύστημα που έχουν δημιουργήσει είναι η «ανελεύθερη δημοκρατία» – ένας όρος που επινοήθηκε από τον ίδιο τον Ορμπαν και συνίσταται χονδρικά στο να διατηρούν μια επίφαση λειτουργίας κάποιων θεσμών ώστε να διεκδικούν τη νομιμότητα. Ο Ερντογάν βρίσκεται στην εξουσία επί σχεδόν 20 χρόνια. Ο Ορμπαν, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός μεταξύ 1998 και 2002, επέστρεψε στην εξουσία το 2010 και την Κυριακή εξασφάλισε την τέταρτη συνεχή θητεία του με 53% των ψήφων. Το αποτέλεσμα φάνηκε να γοητεύει τους υποστηρικτές του ΑΚΡ στην Τουρκία. Γιατί και εκεί όπως και στην Ουγγαρία τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης συνασπίσθηκαν σε μια προσπάθεια να ανατρέψουν την κατάσταση.

«Ενισχύθηκε πολύ το ηθικό των στελεχών του AKP που είδαν τον Ορμπαν να κερδίζει τον συνασπισμό των κομμάτων της αντιπολίτευσης», παρατηρεί ο Νεζίχ Ονούρ Κουρού, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Κοτς της Κωνσταντινούπολης. Το ΑΚΡ μελετά πώς μπόρεσε ο Ορμπαν να ανατρέψει το αφήγημα για την Ουκρανία, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως εγγυητή της ειρήνης και της ασφάλειας και κατηγορώντας την ενωμένη αντιπολίτευση ότι μπορεί να φέρει στην Ουγγαρία τον πόλεμο.

Ο Ταγίπ Ερντογάν διαπρέπει σε αυτό τον ρόλο. Προβάλλοντας τις μεσολαβητικές του προσπάθειες με κάθε τρόπο, προσπαθεί να φτιάξει το προφίλ ενός διεθνούς ηγέτη με κύρος. Αυτή η εικόνα του κοσμοπολίτη πολιτικού φαίνεται, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις,  κάπως ελκυστική στους νέους ψηφοφόρους – στις εκλογές που θα  γίνουν έως τον Ιούνιο του 2023, το τι θα ψηφίσουν τα 7 εκατομμύρια νέων ψηφοφόρων θεωρείται κρίσιμο για το τελικό αποτέλεσμα. Πώς μπορεί να ξεπεράσει ο Ερντογάν τη διάθεση της πλειονότητας αυτών των νέων ψηφοφόρων για μια ανοικτή, προς τα έξω, Τουρκία αλλά και των μεγαλύτερων; Ο Ορμπαν φαίνεται να έδειξε τον δρόμο: απευθυνόμενος στην ανάγκη των πολιτών για ασφάλεια και σταθερότητα μέσα σε τόσο δύσκολους καιρούς, εξασφάλισε ότι οι εκλογές δεν μετατράπηκαν σε δημοψήφισμα «Πούτιν ή Ευρώπη».

Υποσχέσεις

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία μπορεί να βοηθήσει τον Ερντογάν να υποσχεθεί ότι θα αντιμετωπίσει καλύτερα το μεγάλο ζήτημα της χώρας που δεν είναι άλλο από τη δεινή οικονομική κατάσταση και τον υψηλό πληθωρισμό. Πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών Νουρεντίν Νεμπάτι υποσχέθηκε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί μέχρι το τέλος της χρονιάς – τότε που θα μπαίνει η Τουρκία σε προεκλογική περίοδο. Τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου δείχνουν τις διεθνείς επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία και ανεπίσημα, μιλάνε για έναν ποταμό επενδύσεων από τη Ρωσία. Η αγορά ακινήτων έχει ανέβει πολύ με τις αγορές μεγάλων εκτάσεων και πολυτελών σπιτιών από ρώσους ολιγάρχες, ενώ η αγορά από τον Ρόμαν Αμπραμόβιτς της ποδοσφαιρικής ομάδας Γκάζτεπε της Σμύρνης, δίνει συγκεκριμένο μήνυμα.

Στα μέσα Φεβρουαρίου, ο Νουμάν Κουρτουλμούς, αντιπρόεδρος του AKP, συμβούλεψε τα μέλη του κόμματος να ξεκινήσουν να πηγαίνουν πόρτα-πόρτα για να μιλήσουν με τους ψηφοφόρους. Οι δημοσκοπήσεις είναι ανησυχητικές. Το ΑΚΡ στις εκλογές του 2018 είχε συγκεντρώσει 42,56%, ενώ τώρα στις δημοσκοπήσεις το ποσοστό του κυμαίνεται μεταξύ 25-35%. Ωστόσο, από τότε που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δημιουργήθηκε αισιοδοξία στις τάξεις των στελεχών του κυβερνώντος κόμματος. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η εισβολή θα κοστίσει στην Τουρκία, καθώς θα οδηγήσει σε απώλειες εσόδων από τον τουρισμό μέχρι τη γεωργία.

Ομως εκεί βλέπουν και μια ευκαιρία τις εκλογές του 2023. Ανώτερος κρατικός αξιωματούχος  δήλωσε πρόσφατα στην ιστοσελίδα Al-Monitor: «Από κάθε κρίση – συμπεριλαμβανομένης της ύφεσης του 2008, των επιθέσεων της 17-25ης Δεκεμβρίου, της απόπειρας πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου – ο Ερντογάν κατάφερε να βγει κερδισμένος,  μερικές φορές ακόμη και με ισχυρότερο έλεγχο στους πολιτικούς θεσμούς. Τώρα βρίσκεται εν μέσω μιας επίθεσης γοητείας, φιλοξενώντας όχι μόνο εκπροσώπους της Ουκρανίας και της Ρωσίας ως μεσολαβητής, αλλά και ηγέτες από χώρες με τις οποίες έχει για χρόνια προβλήματα όπως η Ελλάδα, το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Είμαστε πολύ πιο αισιόδοξοι τώρα για τις εκλογές του 2023».

Ο Λεβέντ Γκουτελκίν, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας, θεωρεί ότι παράλληλα με το οικονομικό σοκ, «ο πόλεμος στην Ουκρανία θα δημιουργήσει ανησυχία για την ασφάλεια. Το κοινό θα ανησυχεί τώρα για τις πιθανότητες εξάπλωσης αυτής της σύγκρουσης. Οταν το κοινό ανησυχεί για την εθνική ασφάλεια, ζητά ισχυρή ηγεσία. Κατανοώ πως ο αυξανόμενος φόβος και η ανησυχία μπορεί εύκολα να ωφελήσει το κατεστημένο. Επιπλέον, οι ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια θα μπορούσαν να θολώσουν την κρίση για την οικονομική απόγνωση. Η αδύναμη οικονομία θα γίνει αποδεκτή λόγω πολέμου και η πραγματικότητα των οικονομικών τρωτών σημείων που δημιουργεί η κυβέρνηση θα είναι αόρατη».

Ενα άλλο θέμα είναι ότι ο πόλεμος θα αφαιρέσει την προσοχή από την καταστολή της αντιπολίτευσης της χώρας. Πολλοί πολιτικοί αντίπαλοι του Ερντογάν, συμπεριλαμβανομένου του πρώην συμπροέδρου του φιλοκουρδικού HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, παραμένουν στις φυλακές.

Eλεγχος ΜΜΕ

Η μάχη να εξηγηθεί στην Ουγγαρία η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία με συγκεκριμένο τρόπο, δείχνει πόσο σημαντικός είναι ο έλεγχος των ΜΜΕ για τους αυταρχικούς ηγέτες. Και στην Τουρκία τα περισσότερα από τα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται ουσιαστικά υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης. Ο Σερέν Σελβίν Κορκμάζ, πολιτικός αναλυτής και εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου IstanPol, εξηγεί στην «El Pais» ότι «η ορατότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης στον Τύπο είναι ήδη χαμηλή και με τον πόλεμο που διεξάγεται στην περιοχή οι φωνές τους θα ακούγονται ακόμη λιγότερο». Στις 28 Φεβρουαρίου, τα έξι κόμματα της αντιπολίτευσης της χώρας αποκάλυψαν τον οδικό τους χάρτη που περιγράφει τα σχέδιά τους για την αποκατάσταση του κοινοβουλευτικού συστήματος και την ενίσχυση της δημοκρατίας της χώρας. Η κίνηση δεν προκάλεσε ιδιαίτερο ενθουσιασμό στο κοινό, με την προσοχή των Τούρκων να επικεντρώνεται έντονα στην Ουκρανία. Επιπλέον, το AKP και ο de facto πολιτικός του σύμμαχος, το υπερεθνικιστικό MHP, έχουν εισαγάγει έναν νέο εκλογικό νόμο που, σύμφωνα με τους επικριτές, στοχεύει στην αλλαγή των εκλογικών κανόνων και κανονισμών για να ενισχύσει το πλεονέκτημα για τους κυβερνώντες.

Τέλος υπάρχουν οι διεθνείς και περιφερειακές ευκαιρίες. Ο αναζωπυρωμένος διπλωματικός ακτιβισμός του Ερντογάν μπορεί να δημιουργήσει έναν κρίσιμο βαθμό οικονομικής και πολιτικής υποστήριξης που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να αναπληρώσει την απουσία διορθωτικών μηχανισμών ιδιαίτερα όσον αφορά την οικονομία. «Οι στόχοι εξωτερικής πολιτικής της αντιπολίτευσης εξακολουθούν να είναι σκοτεινοί για τη διεθνή κοινότητα», σχολιάζει ο Κορκμάζ. Ο Ερντογάν εμφανίζεται ως το πιο ασφαλές στοίχημα απλώς και μόνο επειδή οι εναλλακτικές λύσεις είναι άγνωστες.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα