«Οι αρκούδες κάνουν πικνίκ στη Wall Street φέτος». Με αυτή τη διαπίστωση το CNN Business αναφέρει ότι κατάρρευση του 2022 έχει εξαφανίσει περισσότερα από 7 τρισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματιστηριακή αξία από τις μετοχές blue chip στον S&P 500 . Ο δείκτης υποχωρεί περισσότερο από 18% από τα τέλη Δεκεμβρίου, ενώ οι απώλειες για τον Dow Jones φθάνουν στο 13%.

Το μεγαλύτερο πλήγμα έχουν δεχθεί οι μετοχές της τεχνολογίας. Ο Nasdaq κατέγραψε βουτιά 28% φέτος, και πλέον έχει μπει βαθιά στην bear market (αγορά της αρκούδας). Σχεδόν 3 τρισεκατομμύρια δολάρια από την πτώση της κεφαλαιοποίησης του S&P 500 προέρχονται από τον τεχνολογικό τομέα.

Οι μετοχές των τεχνολογικών κολοσσών Apple, Microsoft, Amazon, Alphabet (Google),  Meta Platforms (Facebook) και Tesla του Ίλον Μασκ είναι όλες βαθιά στο κόκκινο. Το Netflix, με πτώση άνω του 70%, έχει τη χειρότερη επίδοση στον S&P 500 φέτος.

Ιστορική βουτιά

Σύμφωνα με στοιχεία της ερευνητικής εταιρείας Bespoke Investment Group, ο Nasdaq έχει υποχωρήσει περισσότερο από 20% τις τελευταίες 30 ημέρες διαπραγμάτευσης. Μια πτώση αυτού του μεγέθους έχει συμβεί μόνο 11 φορές στο παρελθόν … και εννέα από αυτές τις μειώσεις «συνδέθηκαν με ύφεση».

Ειδικοί αναλυτές αναφέρουν ότι ο Nasdaq 100, ή τα λεγόμενα QQQs, έχει το χειρότερο ξεκίνημα χρόνια όλων των εποχών.

Και μέσα σε όλο αυτό το κλίμα ο Δείκτης Επιχειρηματικού Φόβου & Απληστίας του CNN , ο οποίος μετρά επτά δείκτες του κλίματος της αγοράς, βρίσκεται τώρα για τα καλά στην περιοχή του ακραίου φόβου. Ο δείκτης κυμαίνεται από 0-100 και τα χαμηλότερα επίπεδα συνδέονται με πανικό στην αγορά. Ο δείκτης καταγράφει επί του παρόντος επίπεδο 6.

Το CNN σημειώνει ότι «υπάρχει μια παλιά παροιμία στη Wall Street, ότι πολλοί επενδυτές τον Μάιο «πουλάνε και φεύγουν». Πράγματι, μια θεωρία θέλει τους traders που κινούνται ανοδικά να πραγματοποιούν ένα «διάλειμμα» κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ως τις αρχές του Φθινοπώρου – και ότι οι μετοχές θα υποχωρούν έως λίγο πριν τις χειμερινές διακοπές.

Αλλά φέτος, όπως σχολιάζει το αμερικανικό δίκτυο, το μεγάλο sell-off μπορεί να έχει ήδη συμβεί, καθώς ο πανικός που επικράτησε το τελευταίο διάστημα φαίνεται πως προκάλεσε μεγάλο κύμα πωλήσεων μετοχών. Το κλίμα φόβου που επικρατεί στην αγορά να αποτυπώνει και ο σχετικός δείκτης του CNN.

Το ποτήρι «μισογεμάτο»

Υπάρχει όμως και η αντίστροφη τάση: Συχνά οι αγορές ενισχύονται σε δύσκολες περιόδους, εν μέρει επειδή οι επενδυτές «βλέπουν» τις ευκαιρίες ενός ρόδινου μέλλοντος. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Οι μετοχές έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο σημείο που πρόκειται να κινηθούν, ή μπορούν να υποχωρήσουν ακόμα χαμηλότερα;

Ειδικοί σημειώνουν ότι υπάρχουν λόγοι αισιοδοξίας καθώς, παρά τις αδιαμφισβήτητες δυσκολίες σε άλλους τομείς, η αγορά εργασίας παραμένει υγιής ενώ τα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του έτους δείχνουν σεβαστά κέρδη, παρά τις επιμέρους σημαντικές απώλειες – κυρίως στον τεχνολογικό τομέα.

Έπειτα, καθώς ήδη στην αγορά επενεργούν πολλοί επιβαρυντικοί παράγοντες, ορισμένοι επενδυτές ίσως ενθαρρύνονται από το γεγονός ότι η επίλυση σοβαρών προβλημάτων μπαίνει «στις ράγες». Άλλωστε ο πληθωρισμός  δεν έχει μετατραπεί – τουλάχιστον προς το παρόν – σε στασιμοπληθωρισμό, και οι Αμερικανοί καταναλωτές δεν δείχνουν ακόμη σοβαρά σημάδια ανησυχίας: Παρά την ακρίβεια, οι πωλήσεις λιανικής παραμένουν ψηλά με κάποιους οικονομολόγους να κάνουν λόγο για «δαπάνες εκδίκησης», μετά από δύο χρόνια στερήσεων λόγω της πανδημίας. Μάλιστα αυτή τη φορά, έχουν τον τρόπο να καταναλώσουν: Η ρευστότητα των νοικοκυριών ξεπέρασε το χρέος για πρώτη φορά εδώ και τρεις δεκαετίες.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Wall Street
Wall Street: Νέα ρεκόρ για  S&P 500 και Dow- Έφθασαν ενδοσυνεδρικά τις 6.000 και 44.000 μονάδες αντίστοιχα
Wall Street |

Τα ρεκόρ των S&P 500 και Dow «στρώνουν το χαλί» στην Wall Street για την καλύτερη εβδομάδα της χρονιάς

Η σαρωτική νίκη του Τραμπ ενίσχυσε τα στοιχήματα για μια φιλική προς τις επιχειρήσεις ατζέντα και η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων μείωσε την πίεση στην αμερικανική οικονομία