«Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν ανέμενε αυτό τον βαθμό ενότητας από εμάς ή την ισχύ της απάντησής μας. Έκανε λάθος. Εάν θεωρεί ότι θα αποδυναμωθούμε ή θα διασπαστούμε τους μήνες που θα ακολουθήσουν, σφάλλει εξίσου», γράφει ο Τζο Μπάιντεν, σε άρθρο του στους New York Times.

Η αλήθεια είναι ότι ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών έχει κάθε λόγο να το υποστηρίζει με βάση όσα έχουν συμβεί μέχρι σήμερα, καθώς συμπληρώνονται σχεδόν 100 ημέρες από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Άλλωστε, ειδικά η Ευρώπη έχει αναγκαστεί να αλλάξει πολλά σε σχέση με τις θέσεις που υποστήριζε νωρίτερα και να διαβεί αρκετές από τις κόκκινες γραμμές της.

Παρ’ όλα αυτά, ο Μπάιντεν και οι σύμβουλοί του δεν είναι δυνατόν να μην έχουν δει, διαβάσει και αξιολογήσει τις – ολοένα περισσότερες – αναλύσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας και κάνουν λόγο για «ρωγμές» στο στρατόπεδο της Δύσης. Ρωγμές, μάλιστα, οι οποίες διαρκώς μεγαλώνουν.

Ποιος θα είναι ο νικητής;

«Στο επίκεντρο των διαφωνιών – οι οποίες διαχωρίζουν μια ομάδα δυτικοευρωπαϊκών χωρών από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και μια άλλη ομάδα χωρών της Ευρώπης, κυρίως της κεντρικής και της βόρειας – βρίσκονται οι διαφορετικές αντιλήψεις αναφορικά με την μακροπρόθεσμη απειλή που αντιπροσωπεύει η Ρωσία και το κατά πόσο η Ουκρανία είναι πράγματι σε θέση να επικρατήσει στα πεδία των μαχών», σημειώνει χαρακτηριστικά σχετική ανάλυση στην Wall Street Journal.

«Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο αυτές ομάδες – οι οποίες, όπως σημειώνουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, ενισχύθηκαν καθώς η Ουκρανία έχανε έδαφος στο Ντονμπάς –εκφράστηκαν πιο έντονα δημοσίως αυτή την εβδομάδα, στο πλαίσιο και της συνόδου κορυφής των ηγετών της ΕΕ για την Ουκρανία», συνεχίζει, παραπέμποντας σε δηλώσεις εκ μέρους της Γερμανίας, της Γαλλίας, αλλά και της Ιταλίας.

Με την παραπάνω περιγραφή συμφωνεί και η αντίστοιχη ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος του βρετανικού The Economist. Εκεί όπου γίνεται λόγος για το «στρατόπεδο της ειρήνης» και το «στρατόπεδο της δικαιοσύνης», με το πρώτο να υποστηρίζει τον τερματισμό των εχθροπραξιών το συντομότερο δυνατό, παρά το κόστος για την Ουκρανία, ενώ το δεύτερο να τάσσεται υπέρ της συνέχισης του πολέμου μέχρις ότου ο Πούτιν πληρώσει βαριά για την επιλογή του.

Η «παλιά» και «νέα» Ευρώπη

Από την πλευρά της, η αρθρογράφος της γαλλικής le Monde, Σιλβί Κάουφμαν, τονίζει πως «ο πόλεμος στην Ουκρανία ξυπνά πληγές και διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης». Προσθέτει δε πως, αν και «τρεις μήνες μετά την έναρξη της σύγκρουσης, η ενότητα των δημοκρατικών της Δύσης έχει διατηρηθεί», στην πράξη «οι διαφορετικές εκτιμήσεις αναφορικά με το μέλλον της ηπείρου και τη θέση της Ρωσίας σε αυτήν αντανακλούν την ιστορική διαφορετικότητα ανάμεσα στα μέλη της ΕΕ».

Η ίδια σημειώνει ότι στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης που έχει ξεκινήσει, είναι εμφανής η εντεινόμενη αυτοπεποίθηση της «νέας Ευρώπης», η οποία βλέπει να δικαιώνεται η ιστορική δυσπιστία της έναντι της Ρωσίας. Αντιθέτως, η «παλιά Ευρώπη» αποσταθεροποιείται μέσα από αυτή τη σύγκρουση και το όραμα της «αλλαγής μέσω εμπορίου» που κυριάρχησε στη γερμανική εξωτερική πολιτική μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έχει καταρρεύσει, ενώ ο Όλαφ Σολτς προσπαθεί εναγωνίως να ορίσει τη «νέα εποχή» που διακήρυξε στις 27 Φεβρουαρίου.

Σε κάθε περίπτωση, ένα είναι βέβαιο: Όσο ο πόλεμος παρατείνεται και η απειλή γενίκευσής του μεγαλώνει τόσο οι πιο αδύναμοι κρίκοι, που είναι η Ουκρανία και η Ευρώπη, θα κινδυνεύουν να σπάσουν. Για να μην συμβεί αυτό, εξάλλου, οι «27» κατέληξαν σε ένα όχι και τόσο αξιοπρεπή συμβιβασμό για το εμπάργκο στο πετρέλαιο στην έκτακτη σύνοδο αυτής της εβδομάδας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα