Οι ηλεκτρονικές αγορές μέσω της πλατφόρμας του TikTok αποδείχθηκαν εξαιρετικά δημοφιλείς στην Ασία, αλλά τα σχέδια της εταιρείας η ίδια λειτουργία να επεκταθεί σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη εγκαταλείφθηκαν μετά από την καταστροφική εμπειρία στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Στην αγορά της Κίνας, καθώς και σε άλλες ασιατικές αγορές, το ηλεκτρονικό εμπόριο με ζωντανή ροή έχει αποδειχθεί επικερδές επιχειρηματικό μοντέλο για τη μητρική εταιρεία του TikTok, την ByteDance. Η λογική είναι απλή: οι εταιρείες εμφανίζουν σύντομα βίντεο προϊόντων σε συνδυασμό με ένα καλάθι αγορών με δυνατότητα κλικ.

Μάλιστα, η ByteDance απολάμβανε ταχεία ανάπτυξη της δυνατότητας αγορών στην κινεζική εκδοχή του TikTok, το Douyin, πουλώντας σύμφωνα με πληροφορίες δισεκατομμύρια προϊόντα κάθε είδους.

Επέκταση εκτός Κίνας

Θέλοντας να επεκταθεί και εκτός Ασίας η εταιρεία λανσάρισε την υπηρεσία στο Ηνωμένο Βασίλειο, με σχέδια να επεκταθεί στην ηπειρωτική Ευρώπη πριν κυκλοφορήσει και στις ΗΠΑ. Όπως αναφέρουν οι Financial Times, το λανσάρισμα έγινε πέρυσι μέσω ενός νέου εταιρικού σχήματος που έλαβε την ονομασία TikTok Shop.

Διάφορα brands και influencers μετέδιδαν ζωντανά και πωλούσαν προϊόντα μέσω σύντομων βίντεο, στα οποία οι χρήστες είχαν τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε αγορά κάνοντας απλά κλικ.

Διαβάστε ακόμα: Το TikTok επιδιώκει να καθησυχάσει τους Αμερικανούς γερουσιαστές

Το «εμπόριο ζωντανής ροής» θεωρείται από αρκετούς αναλυτές ως το μέλλον των αγορών μέσα από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης οι οποίες παίρνουν προμήθεια επί των πωλήσεων. Σημειώνεται ότι οι ανταγωνιστές του TikTok, YouTube και Instagram, αναπτύσσουν παρόμοιες δυνατότητες στην Ευρώπη.

Το TikTok είχε σχεδιάσει να λανσάρει την υπηρεσία στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία το α’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, πριν επεκταθεί στις ΗΠΑ αργότερα το 2022, σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται οι Financial Times.

Τα προβλήματα

Τα προβλήματα άρχισαν να φαίνονται όταν αντικαταστάθηκε υψηλόβαθμο στέλεχος της ByteDance, που «έτρεχε» το TikTok Shop, καθώς η εταιρεία υποχρεώθηκε να ερευνήσει σχόλια του συγκεκριμένου ανθρώπου ότι δεν «πίστευε» στην ανάγκη να δίνεται άδεια εγκυμοσύνης.

Αργότερα, προστέθηκαν περιστατικά που έδειχναν ότι υπήρχε πρόβλημα στην εργασιακή κουλτούρα των στελεχών της εταιρείας. Τουλάχιστον 20 μέλη της ομάδας που εργαζόταν στο Λονδίνο – δηλαδή περίπου οι μισοί – αποχώρησαν από την εταιρεία, ενώ αρκετοί ακόμη δήλωναν ότι είναι «πολύ κοντά στην παραίτηση».

Διαβάστε ακόμα: Άγχος και ασταμάτητη πίεση: Η άλλη όψη του TikTok

Σε δύο εργαζόμενους πληρώθηκαν αποζημιώσεις μετά από καταγγελίες για τις συνθήκες εργασίας.

Οι συνθήκες εργασίας

Όπως αναφέρουν αρκετά στελέχη της ομάδας που εργαζόταν στο γραφείο του Λονδίνου, ήταν σύνηθες να εργάζονται πάνω από 12 ώρες ημερησίως, ξεκινώντας πολύ νωρίς το πρωί καθώς θα έπρεπε να έχουν τηλεδιασκέψεις με τα κεντρικά γραφεία στην Κίνα, με τις σχετικές «αναφορές» των τηλεδιασκέψεων να πρέπει να ετοιμάζονται αμέσως μετά.

Χαρακτηριστικές ήταν οι εικόνες, με εργαζόμενους της TikTok Shop στις θέσεις τους τα ξημερώματα, να προβάλλονται σε εσωτερικά υπομνήματα σαν «παραδείγματα δέσμευσης», ενώ η άποψη ότι θα έπρεπε να δουλεύουν αργίες χαρακτηριζόταν «σωστή πρακτική». Μάλιστα, ορισμένα στελέχη υποβιβάστηκαν ή τους αφαιρέθηκαν λογαριασμοί πελατών αφού έλαβαν άδεια και έλειψαν από τις θέσεις τους.

Διαβάστε ακόμα: Το TikTok θα ξεπεράσει φέτος στις ΗΠΑ το YouTube σε χρόνο χρήσης

Η TikTok από την πλευρά της ανακοίνωσε ότι οι ώρες εργασίας των εργαζομένων χρειάζεται μερικές φορές να «ταιριάζουν με τα πρότυπα διαχείρισης των πελατών», αλλά ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να διασφαλίσει ότι αυτό δεν θα συνέβαινε σε τακτική βάση.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Reuters Αποκλειστικό: Πιέσεις ΕΚΤ προς Raiffeisen και UniCredit για τη δημιουργία αποθεματικού για τη Ρωσία
Διεθνή |

Reuters Αποκλειστικό: Πιέσεις ΕΚΤ προς Raiffeisen και UniCredit για τη δημιουργία αποθεματικού για τη Ρωσία

Η ΕΚΤ επιδιώκει να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι δύο τράπεζες από τη λειτουργία τους σε μια χώρα στην οποία δεν έχουν πλέον αποτελεσματικό έλεγχο των δραστηριοτήτων του