Ο άλλοτε αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πρωθυπουργός της χώρας μεταξύ 2011 και 2012, στις μέρες της μεγάλης οικονομικής κρίσης, μιλώντας πρόσφατα σε εκδήλωση της Εurobank περιέγραψε με αδρές γραμμές τις αιτίες της καταστροφής και αναφέρθηκε λεπτομερώς στις προκλήσεις της τρέχουσας συνδυασμένης γεωπολιτικής και ενεργειακής κρίσης. Ηταν από τις σπάνιες φορές που μίλησε για εκείνη την τραυματική για τη χώρα και τους πολίτες περίοδο. Ο κ. Παπαδήμος μίλησε για όλα, για τις τράπεζες, την πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής, για τα λάθη και τις παραλείψεις. Κρίναμε την ομιλία άκρως ενδιαφέρουσα και εκτενή αποσπάσματά της παραθέτουμε παραπλεύρως:

«Ασφαλώς, η σοβαρή και παρατεταμένη οικονομική κρίση στην Ελλάδα δεν προκλήθηκε από την υπερβολική επέκταση των πιστώσεων στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από το τραπεζικό σύστημα. Ωστόσο, η μεγάλη αύξηση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης συνέβαλε στην ενίσχυση της επίδρασης των δύο βασικών αιτιών της κρίσης: πρώτον, των υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων και της συνεπαγόμενης αύξησης του δημόσιου χρέους σε επίπεδο που δεν ήταν εφικτό να αναχρηματοδοτηθεί από τις διεθνείς αγορές με εύλογους όρους και, δεύτερον, της μεγάλης απώλειας  διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αποτέλεσμα εγχώριων πληθωριστικών πιέσεων και της μη υλοποίησης μεταρρυθμίσεων που θα ενίσχυαν την παραγωγικότητα και τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Τεκμηρίωση

Η  συστηματική επιστημονική τεκμηρίωση και αντικειμενική ανάλυση των αιτιών και των συνεπειών της κρίσης απαιτεί μεγαλύτερη «χρονική απόσταση» από τα γεγονότα. Ωστόσο, τα αίτια της κρίσης στην Ελλάδα και, γενικότερα, στην ευρωζώνη έχουν αποτελέσει αντικείμενο μελέτης και αξιολόγησης από διεθνείς οργανισμούς και ακαδημαϊκούς ερευνητές – ιστορικούς και οικονομολόγους – και τα βασικά συμπεράσματα για τους προσδιοριστικούς παράγοντες που προκάλεσαν την κρίση σε χώρες της ευρωζώνης συγκλίνουν, με ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς τη σχετική σημασία τους σε επιμέρους χώρες. Από τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν χρήσιμα διδάγματα για την εφαρμογή οικονομικής πολιτικής που προάγει και διασφαλίζει ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη και για τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού θεσμικού πλαισίου που ενισχύει την ευρωστία και την ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος.

O ρόλος και οι συνέπειες της πολιτικής που εφαρμόστηκε

Το συναφές θέμα που, κατά τη γνώμη μου, έχει ιδιαίτερη σημασία και είναι επίκαιρο για την αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων πολιτικής δεν αφορά μόνο στα αίτια που προκάλεσαν την κρίση, αλλά την πληρέστερη ανάλυση και κατανόηση του ρόλου και των συνεπειών της πολιτικής που εφαρμόστηκε την περίοδο της κρίσης, καθώς και άλλων παραγόντων και μηχανισμών που προσδιόρισαν το μέγεθος και τη διάρκειά της. Επιτρέψτε μου μια σύντομη αλλά περιεκτική αναφορά σε αυτό το ζήτημα.

Διαβάστε επίσης: Παγκόσμια οικονομία: Ολοταχώς προς ύφεση οι μεγάλες οικονομίες

Μια πρώτη διαπίστωση που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι το βάθος και η επιμονή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα δεν οφείλεται στους περιορισμούς στην άσκηση οικονομικής πολιτικής από την υιοθέτηση του ευρώ, η οποία προφανώς συνεπάγεται ότι η μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας δεν αποτελεί μέσο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, ή από περιορισμούς στην αναχρηματοδότηση των τραπεζών από την κεντρική τράπεζα, όπως είχε υποστηριχθεί από κάποιους οικονομολόγους ή πολιτικούς, οι οποίοι είχαν προτείνει την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, προσωρινά έλεγαν, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα δημοσιονομικά προβλήματα και οι διαρθρωτικές αδυναμίες της χώρας με μικρότερο κόστος.

Αποδοχή προτάσεων

Η αποδοχή των προτάσεων αυτών θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία και κοινωνία γιατί στηριζόταν σε έωλα επιχειρήματα και ανεδαφική ανάλυση και αξιολόγηση της λειτουργίας της οικονομίας, της συμπεριφοράς των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Η πρωτοφανής μείωση του εθνικού εισοδήματος και της απασχόλησης την περίοδο της κρίσης ήταν το αποτέλεσμα της σωρευτικής επίδρασης, και της αμοιβαίας αλληλεπίδρασης, διαφόρων παραγόντων – οικονομικών, πολιτικών και θεσμικών -, περιλαμβανομένων και ορισμένων που είχαν συντελέσει στην εκδήλωση της κρίσης. Θα αναφερθώ μόνο σε τρεις.

Πρώτον, το μείγμα της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε δεν ήταν το βέλτιστο. Επειδή τόσο το χρέος όσο και το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ήταν εξαιρετικά υψηλό σε σχέση με το ΑΕΠ, όπως και οι μελλοντικές ανειλημμένες υποχρεώσεις του κράτους για την καταβολή συντάξεων, απαιτούσαν σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή, μεγαλύτερη από ό,τι σε άλλες ευάλωτες χώρες της ευρωζώνης. Ομως, η αναμενόμενη αρνητική επίπτωση στην οικονομική δραστηριότητα θα μπορούσε και έπρεπε να μετριαστεί με την παράλληλη εφαρμογή άλλων μέτρων πολιτικής, ιδίως διαρθρωτικών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, που θα στήριζαν τη δραστηριότητα, κυρίως με αύξηση των καθαρών εξαγωγών, όπως συνέβη σε άλλα κράτη-μέλη της νομισματικής ένωσης.

Τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής

Δυστυχώς, το μείγμα της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε στην πράξη, ιδίως σε ορισμένες φάσεις της μακροοικονομικής προσαρμογής, δεν ήταν το πιο πρόσφορο, ώστε να ενισχυθεί επαρκώς η οικονομική δραστηριότητα και η απασχόληση. Δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση από την ενδεδειγμένη στη δημοσιονομική προσαρμογή παρά στην υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα ενίσχυαν την οικονομική ανάπτυξη και, ταυτόχρονα, θα διευκόλυναν τη δημοσιονομική προσαρμογή.

Χρησιμοποίησα τη φράση «το μείγμα πολιτικής που εφαρμόστηκε στην πράξη», επειδή τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, ιδίως το δεύτερο πρόγραμμα για το οποίο η κυβέρνηση συνεργασίας το 2012 είχε την ευθύνη της διαπραγμάτευσης με τους ευρωπαίους εταίρους και το ΔΝΤ, αλλά και τα άλλα προγράμματα, περιελάμβαναν πολλά διαρθρωτικά και θεσμικά μέτρα που εάν εφαρμόζονταν πλήρως και αποτελεσματικά θα είχαν θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα και θα μετρίαζαν τις αρνητικές επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Δεύτερον, η έντονη πολιτική αντιπαλότητα μεταξύ των κομμάτων, η άνοδος του λαϊκισμού και των ακραίων θέσεων έκαναν αδύνατη, για μεγάλα χρονικά διαστήματα, τη συναίνεση ή έστω συνεννόηση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για την εφαρμογή της πρόσφορης οικονομικής πολιτικής. Η τοξική πολιτική ατμόσφαιρα που επικράτησε την περίοδο εκείνη υπονόμευσε την εμπιστοσύνη των πολιτών στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και στην οικονομική πολιτική που υλοποιείτο, με αποτέλεσμα την αύξηση της αβεβαιότητας για τις οικονομικές προοπτικές και τη μεγάλη εκροή κεφαλαίων. Αυτό είχε αρνητικές συνέπειες στην αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής και στη χρηματοδότηση της οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα, συντελώντας στον περιορισμό της συνολικής δαπάνης και τη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Διαβάστε επίσης: ΕΛΣΤΑΤ: Αύξηση 3,8% σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα το α’ τρίμηνο

Τραπεζικό σύστημα και δημόσιος τομέας

Αυτή η διαπίστωση με οδηγεί στον τρίτο βασικό παράγοντα και μηχανισμό που εξηγεί το μέγεθος και την επιμονή της κρίσης και αφορά στο τραπεζικό σύστημα. Η διασύνδεση του τραπεζικού συστήματος με τον δημόσιο τομέα – εναλλακτικά, η αλληλεπίδραση των δημόσιων οικονομικών και των ισολογισμών των τραπεζών – αποτέλεσε έναν σημαντικό παράγοντα που περιόρισε την οικονομική δραστηριότητα και δυσχέρανε την έξοδο από την κρίση.

Η κατοχή κρατικών τίτλων και άλλων περιουσιακών στοιχείων η αξία των οποίων μειώθηκε, η αύξηση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η μείωση της ρευστότητας, λόγω της κατά καιρούς μαζικής εκροής καταθέσεων, επηρέασαν αρνητικά την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, με αποτέλεσμα να καταστεί αναγκαία η ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών, η οποία, δεδομένων των συνθηκών, πραγματοποιήθηκε συνολικά ή εν μέρει με τη στήριξη του κράτους, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Στην περίπτωση της Ελλάδος πραγματοποιήθηκαν τρεις ανακεφαλοποιήσεις των συστημικών τραπεζών, το 2012, το 2014 και το 2015, αυξάνοντας το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος και δυσχεραίνοντας την υλοποίηση του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής.

Φαύλος Κύκλος

Ο φαύλος κύκλος μεταξύ του τραπεζικού συστήματος και των δημόσιων οικονομικών διαδραμάτισε αρνητικό ρόλο και είχε σημαντικό δημοσιονομικό κόστος σε πολλές χώρες στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-2009, καθώς και της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη. Κατά μία εκτίμηση, αυτός ο φαύλος κύκλος οδήγησε στη χρησιμοποίηση περισσότερων από 4,5 τρισ. ευρώ των φορολογουμένων για τη διάσωση τραπεζών στην Ευρωπαϊκή Ενωση, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, την περίοδο των δύο μεγάλων κρίσεων. Εχει συχνά αναφερθεί ότι οι κρίσεις συνοδεύονται από ευκαιρίες, και είναι γεγονός ότι σε θέματα πολιτικής αναδεικνύουν την ανάγκη λήψης αποφάσεων και υλοποίησης μεταρρυθμίσεων προκειμένου να αντιμετωπισθούν προβλήματα και κίνδυνοι πιο αποτελεσματικά στο μέλλον.

Οι δύο συνεχόμενες κρίσεις οδήγησαν στην απόφαση των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στη Σύνοδο Κορυφής τον Ιούνιο του 2012, όταν η κρίση χρέους ήταν στην κορύφωσή της, για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ενωσης, αποτελούμενης από τρεις πυλώνες: τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων. Η υλοποίηση της απόφασης πραγματοποιήθηκε σταδιακά επειδή απαιτούσε νομοθετικές ρυθμίσεις, θεσμικές αλλαγές και σύνθετο προπαρασκευαστικό έργο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις εθνικές εποπτικές αρχές.

Διαβάστε επίσης: Moody’s: Οι τράπεζες του Νότου της Ευρωζώνης θα ωφεληθούν από την αύξηση των επιτοκίων

Η λειτουργία του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού

Η διαδικασία δημιουργίας των δύο πρώτων πυλώνων της Τραπεζικής Ενωσης ολοκληρώθηκε με επιτυχία τα επόμενα χρόνια, με την πλήρη λειτουργία, τον Νοέμβριο του 2014, του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM), που εποπτεύει απευθείας τις μεγαλύτερες και συστημικά σημαντικές τράπεζες στην ευρωζώνη και τη δημιουργία του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (SRM), που αποσκοπεί στη συντεταγμένη εξυγίανση προβληματικών τραπεζών με ελαχιστοποίηση του δημοσιονομικού κόστους και των επιπτώσεων στην οικονομία.

Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ενωσης αποτελεί μια μεταρρύθμιση ζωτικής σημασίας για τη διαφύλαξη της χρηματοοικονομικής και μακροοικονομικής σταθερότητας στην ευρωζώνη και ειδικότερα στη χώρα μας. Τα οφέλη είναι σημαντικά και πολλαπλά. Με τη δημιουργία των δύο πυλώνων της βελτιώθηκε η λειτουργική αποτελεσματικότητα και ενισχύθηκε η ευρωστία, η ανθεκτικότητα και η αξιοπιστία των συστημικών τραπεζών, καθώς και η εμπιστοσύνη των καταθετών στο τραπεζικό σύστημα.

Ωστόσο, η Τραπεζική Ενωση δεν έχει ολοκληρωθεί, δέκα χρόνια μετά την απόφαση δημιουργίας της, διότι ο τρίτος πυλώνας, το Ενιαίο Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων, δεν έχει δημιουργηθεί, ενώ είχε καθυστερήσει έως το 2021, και δεν έχει ακόμη πλήρως τεθεί σε ισχύ κοινός μηχανισμός ασφαλείας (common fiscal backstop) του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, με τη μορφή πιστοληπτικής γραμμής από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

Καθυστερήσεις

Η χρήση του όρου «μηχανισμός» για όλους τους σχετικούς φορείς ίσως ζαλίζει – ειδήμονες και μη! O βασικός λόγος για τις καθυστερήσεις και τις παραλείψεις είναι ότι η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης απαιτεί έναν μεγαλύτερο βαθμό δημοσιονομικής ενοποίησης στην ευρωζώνη. Η πανδημία του κορωνοϊού (της νόσου COVID-19), με τις δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση, ανέδειξε την επιτακτική ανάγκη ολοκλήρωσης της Τραπεζικής Ενωσης και της εύρυθμης λειτουργίας μιας βαθιάς και ενιαίας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς.

Το 2021 ελήφθησαν, τελικά, αποφάσεις και δρομολογήθηκαν σημαντικές νομοθετικές ρυθμίσεις προς την κατεύθυνση ολοκλήρωσης της Τραπεζικής Ενωσης. Συγκεκριμένα, τροποποιήθηκαν (i) η Συνθήκη για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και (ii) η Διακυβερνητική Συμφωνία για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRM) τραπεζών, ώστε μετά την κύρωση της αναθεωρημένης Συνθήκης από τα κράτη-μέλη, να τεθεί σε ισχύ το 2022 ο κοινός μηχανισμός ασφαλείας (common backstop mechanism) του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης. Πραγματοποιήθηκαν, επομένως, αξιοσημείωτα βήματα προς την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης, ενώ, παράλληλα, ελήφθησαν, ή προτάθηκαν προς επεξεργασία, μέτρα για την εμβάθυνση και ενοποίηση των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών.

Εκκρεμούν ζητήματα

Πάντως, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε το 2021 και στο τρέχον έτος, δεν έχουν ακόμη ληφθεί αποφάσεις και δρομολογηθεί οι απαιτούμενες ρυθμίσεις για άλλα εκκρεμή θέματα σχετικά με την ενίσχυση και ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης. Η δημιουργία του τρίτου πυλώνα της Τραπεζικής Ενωσης, του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης Καταθέσεων, και, γενικότερα, η βελτίωση του ευρωπαϊκού πλαισίου διαχείρισης κρίσεων είναι επιβεβλημένες για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και την αντιμετώπιση των προκλήσεων των καιρών. Η εξελισσόμενη διεθνής γεωπολιτική και οικονομική κρίση καθιστά αναγκαία την άμεση υλοποίηση των απαιτούμενων ρυθμίσεων και μέτρων για την ενίσχυση και ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης, καθώς και για την εμβάθυνση και ενοποίηση των κεφαλαιαγορών στην ευρωζώνη. Τα οφέλη για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και την εθνική οικονομία θα είναι σημαντικά.

Γενικότερα, προκειμένου να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά τρέχουσες και μελλοντικές προκλήσεις επιβάλλεται η επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε πολλούς τομείς. Αυτή η διαπίστωση με οδηγεί στις τελικές παρατηρήσεις για τις προκλήσεις και τις προσδοκίες. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της μεγάλης και σύνθετης παγκόσμιας ενεργειακής και οικονομικής κρίσης μέσα σε ένα περιβάλλον συνεχιζόμενων, και ενδεχομένως αυξανόμενων, γεωπολιτικών εντάσεων αποτελεί την πρωταρχική πρόκληση για την εθνική οικονομία και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Οι συνέπειες του πολέμου

Η εισβολή στην Ουκρανία, εκτός από το ανυπολόγιστο ανθρώπινο κόστος, έχει προκαλέσει τη ραγδαία, μεγάλη αύξηση των τιμών της ενέργειας και πρώτων υλών που ενίσχυσαν τις πληθωριστικές πιέσεις που ήδη είχαν εκδηλωθεί από τις αρχές του έτους. Η άνοδος του πληθωρισμού στην Αμερική, την Ευρώπη και την Ελλάδα σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα, που δεν είχαν καταγραφεί για δεκαετίες, και το ενδεχόμενο ο υψηλός πληθωρισμός να αποκτήσει μονιμότερο χαρακτήρα, έχουν προκαλέσει την αντίδραση των κεντρικών τραπεζών προκειμένου να επιτευχθεί η έγκαιρη αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων και η αποφυγή δευτερογενών επιπτώσεων στο κόστος παραγωγής, που θα απαιτούσε την εφαρμογή αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής στο μέλλον για την επίτευξη του στόχου της σταθερότητας των τιμών.

Η ενεργειακή κρίση, ο υψηλός πληθωρισμός και το τέλος της εξαιρετικά διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής των τελευταίων ετών αναπόφευκτα συνεπάγονται τον περιορισμό της συνολικής δαπάνης και προσφοράς και τη σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί το δυσμενές σενάριο ύφεσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, ιδίως στην περίπτωση αρνητικών γεωπολιτικών εξελίξεων ή άλλων εξωγενών διαταραχών.

Διαβάστε επίσης: ΔΝΤ: Μικρότερο από το αναμενόμενο το πλήγμα για τη ρωσική οικονομία λόγω των κυρώσεων

Η υιοθέτηση και η εφαρμογή της κατάλληλης οικονομικής πολιτικής σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να μετριαστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της εξελισσόμενης κρίσης στην οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση, απαιτούν ενδελεχή ανάλυση και συστηματική προετοιμασία, λόγω των μεταβαλλόμενων διεθνών μακροοικονομικών συνθηκών, της αυξημένης αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει τις οικονομικές προοπτικές και ενδεχόμενων διαταραχών στις αγορές. Αποτελεσματικά και στοχευμένα μέτρα απαιτούνται για τη στήριξη συγκεκριμένων οικονομικών τομέων και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, δεδομένου του περιορισμένου δημοσιονομικού χώρου, αποτέλεσμα του εύρους της πολιτικής που ορθώς εφαρμόστηκε για την αντιμετώπιση της πανδημίας και συνέπεια του υψηλού δημόσιου χρέους, το οποίο σε σχέση με το ΑΕΠ είναι το υψηλότερο μεταξύ των χωρών-κρατών της ευρωζώνης.

Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων

Η δεύτερη πρόκληση, που αφορά αμεσότερα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αλλά και ευρύτερα την εθνική οικονομία, συναρτάται με το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δάνειων (ΜΕΔ), το οποίο παραμένει υψηλό, ως ποσοστό των συνολικών δανείων, στο 12,8 % τον Δεκέμβριο του 2021, σημαντικά υψηλότερο του μέσου όρου 2,1% στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Βεβαίως, πρέπει να αξιολογηθεί θετικά η μεγάλη απομείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, κατά 90,3 δισ. ευρώ, από το υψηλότερο επίπεδο που καταγράφηκε το 2016 σε 18,4 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021. Πάντως, η υποχώρηση των ΜΕΔ στους ισολογισμούς των τραπεζών, η οποία ήταν ιδιαίτερα αξιοσημείωτη, κατά 28,8 δισ. ευρώ, στη διάρκεια του 2021, έχει επιτευχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό με την τιτλοποίηση δανείων και τη μεταβίβαση σε επενδυτικά ταμεία και, επομένως, υφιστάμενα ΜΕΔ εκτός του τραπεζικού συστήματος περιορίζουν τη δυνατότητα πρόσβασης πολλών επιχειρήσεων στην τραπεζική χρηματοδότηση.

Η περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών αποτελούν προκλήσεις που απαιτούν συνεχή και έντονη προσπάθεια, ιδίως στο περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού και επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας, που ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των ΜΕΔ. Ταυτόχρονα, όμως, θετικό στοιχείο στην τρέχουσα συγκυρία είναι η αυξημένη ρευστότητα που διαθέτουν οι τράπεζες που διαμορφώνει πρόσφορες συνθήκες και δυνατότητες για τη χρηματοδότηση βιώσιμων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε διάφορους τομείς.

Η γεωπολιτική, ενεργειακή και οικονομική κρίση

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα και η εθνική οικονομία της Ελλάδας και των άλλων κρατών της Ευρωπαϊκής Ενωσης πηγάζουν κυρίως από τη διεθνή γεωπολιτική, ενεργειακή και οικονομική κρίση, η οποία είναι πιο συνθέτη και απειλητική από τις κρίσεις που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Η αποτελεσματική αντιμετώπισή τους επιβάλλει την άμεση λήψη αποφάσεων για την εφαρμογή πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε πολλούς τομείς για τη διασφάλιση της χρηματοοικονομικής και μακροοικονομικής σταθερότητας, τη στήριξη της ανάπτυξης και τη διαφύλαξη της ασφάλειας της Ενωσης. Η λήψη των απαιτούμενων κοινών αποφάσεων δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Οπως και στο παρελθόν, διαφορετικές εθνικές συνθήκες και προτεραιότητες καθιστούν το εγχείρημα δύσκολο. Ωστόσο, εκτιμώ ότι, όπως και στο παρελθόν, η κρίση θα δράσει ως καταλύτης για την αναθεώρηση του πλαισίου διακυβέρνησης στην Ενωση και, ειδικότερα, για την υιοθέτηση ενός πρόσφορου πλαισίου για την εφαρμογή πιο συντονισμένης και συνεκτικής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής στην ευρωζώνη. Οι προκλήσεις των καιρών επιβάλλουν ένα quantum leap, ένα κβαντικό, προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση».

Πηγή: Έντυπη έκδοση «Το Βήμα της Κυριακής»

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία