Τον καλύτερο μήνα εδώ και σχεδόν δύο χρόνια κατέγραψε η Wall Street τον Ιούλιο, με την αγορά να αφήνει πίσω της τον προβληματισμό για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας και να αντλεί δύναμη και από τα καλά εταιρικά αποτελέσματα δευτέρου τριμήνου, καθώς οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές έδειξαν σημαντικές αντοχές κόντρα στους αντίθετους διεθνείς ανέμους.

Όμως, στις ανακοινώσεις των περισσότερων ομίλων της Wall Street ανεξαρτήτως κλάδου, από την Pfizer και την Nike έως την Apple και την Microsoft, υπήρχε ένας… μικρός αλλά ευδιάκριτος αστερίσκος αναφορικά με την πορεία των επιδόσεων τους το δεύτερο εξάμηνο και άρα συνολικά την χρονιά: την πορεία του δολαρίου.

Διαβάστε επίσης: Ρουμπινί: Όποιος βλέπει “ρηχή” ύφεση στις ΗΠΑ βρίσκεται σε παραλήρημα 

Ακριβό μου δολάριο 

Η αρνητική επιρροή του ισχυρού δολαρίου ήταν ήδη ορατή στα αποτελέσματα του δευτέρου τριμήνου, παρά το γεγονός πως η μεγάλη πλειοψηφία των εταιρειών της Wall Street κατάφεραν να σημειώσουν κέρδη και μάλιστα πάνω από τις εκτιμήσεις των αναλυτών. Για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις τα αποτελέσματα θα ήταν ακόμη καλύτερα αν η ενδυνάμωση του δολαρίου στο υψηλότερο σημείο εδώ και περίπου είκοσι χρόνια δεν «ροκάνιζε» το περιθώριο κέρδους τους στις αγορές του εξωτερικού, κάτι που όλα δείχνουν πως δύσκολα θα αλλάξει σύντομα.

Διαβάστε επίσης: Γιατί η ισχύς του δολαρίου είναι ευλογία και κατάρα 

Το αμερικανικό νόμισμα μετρά άνοδο που ξεπερνά το 15% για την μέχρι τώρα χρονιά έναντι των κυριότερων ξένων νομισμάτων, το ευρώ, το γιεν, την στερλίνα, το καναδικό δολάριο, το ελβετικό φράγκο, ακόμη και την σουηδική κορώνα φτάνοντας σε επίπεδα που η διεθνής αγορά δεν έχει ξαναδεί από το 2002.

Οι παράγοντες

Οι λόγοι είναι πολλοί. Καταρχάς η νομισματική πολιτική που χάραξε η Federal Reserve ξεκινώντας την τροχιά αύξησης των επιτοκίων και μάλιστα με έναν πολύ δυναμικό ρυθμό –πιο πρόσφατα με μια ακόμη αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης- θέλοντας να καταπολεμήσει τις υψηλές πληθωριστικές πιέσεις που κυκλώνουν την αμερικανική οικονομία. Καθώς η Fed υιοθέτησε έναν πιο ταχύ ρυθμό από έτερες κεντρικές τράπεζες, η ενίσχυση του δολαρίου επιταχύνθηκε.

Και βέβαια υπάρχουν και οι γεωπολιτικοί παράγοντες, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση, οι τεταμένες σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας, η μόνιμη απειλή του Ιράν, όλα αυτά συνθέτουν μια εικόνα αστάθειας που καθιστούν το αμερικανικό νόμισμα ένα ασφαλές καταφύγιο για τους διεθνείς επενδυτές.

Βέβαια σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο ευρώ, το θέμα είναι πιο πολύπλοκο, καθώς δεν έχει να κάνει μόνο με την ενδυνάμωση του δολαρίου όσο με την αποδυνάμωση του ευρωπαϊκού νομίσματος λόγω του πολέμου και της έντονης γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας που πλήττει την Ε.Ε. και πιο ειδικά την Ευρωζώνη. Όμως, το τελικό αποτέλεσμα για τις αμερικανικές πολυεθνικές είναι το ίδιο και αυτό καλούνται να διαχειριστούν.

Ο καλπασμός του αμερικανικού νομίσματος αποτέλεσε χαρμόσυνη είδηση για τον παγκόσμιο τουρισμό, καθώς λειτούργησε ενισχυτικά για το τεράστιο κύμα Αμερικανών τουριστών που θέλησε να περάσει φέτος τις διακοπές του σε χώρες του εξωτερικού, μεταξύ τους και η Ελλάδα. Όμως, προκάλεσε έναν απρόσμενο πονοκέφαλο στις αμερικανικές πολυεθνικές που αντλούν πολύ μεγάλο μέρος των εσόδων τους από το εξωτερικό.

Σύμφωνα με την Morgan Stanley, περίπου το 30% του τζίρου των εταιρειών του δείκτη S&P 500 προέρχεται από τις αγορές του εξωτερικού, άρα επηρεάζεται σημαντικά από το ισχυρό δολάριο. Και για να καταλάβουμε για τι νούμερο μιλάμε, οι αναλυτές της Refinitiv έκαναν λόγο για ένα μερίδιο εσόδων ύψους περίπου 4 τρισ. δολαρίων.

Ντόμινο προβλημάτων

Για την ώρα το πρόβλημα δεν έχει κάνει πλήρως την εμφάνιση του. Όμως, ένα παρατεταμένο ισχυρό δολάριο θα προκαλέσει ένα ντόμινο προβλημάτων. Η μειωμένη κερδοφορία στις αγορές του εξωτερικού σημαίνει πως οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τα σχέδια τους, τις επενδύσεις και τα λειτουργικά τους έξοδα και στην χειρότερη περίπτωση να αναγκαστούν ακόμη και να εγκαταλείψουν κάποιες αγορές ή να μετακινήσουν παραγωγικές μονάδες σε ακόμη πιο φτηνές χώρες.

Δεν είναι τυχαίο πως, αν και οι περισσότερες αμερικανικές επιχειρήσεις δεν έχουν αναφερθεί αναλυτικά στο θέμα στις δημόσιες τοποθετήσεις τους, είναι κοινό μυστικό πως επεξεργάζονται σχέδια αντίδρασης και άμυνας, αναλόγως και με την εξέλιξη της κατάστασης τους επόμενους μήνες.

Οι αμερικανικοί θεσμοί από την πλευρά τους τηρούν… σιγή ιχθύος. Ο πρόεδρος Μπάιντεν δεν έχει αναφερθεί καθόλου στο θέμα συντηρώντας την παραδοσιακή ουδετερότητα του Λευκού Οίκου απέναντι στις όποιες κινήσεις της αγοράς συναλλάγματος, ενώ η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, όταν είχε ρωτηθεί, περιορίστηκε μόνο να δηλώσει λακωνικά πως είναι κατανοητή(;) η ενίσχυση του δολαρίου. Ουδεμία αναφορά στο θέμα ούτε από τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ο ρόλος του οποίου εξάλλου δεν είναι να ανησυχεί ή να λαμβάνει υπόψη τις αντιδράσεις της αγοράς, αλλά μόνο τους μακροοικονομικούς δείκτες.

Πάντως, οι διεθνείς αναλυτές θέλοντας να… παρηγορήσουν τις αμερικανικές πολυεθνικές που θρηνούν για τα μειωμένα τους κέρδη, σπεύδουν να επισημάνουν πως ειδικά ο αντίκτυπος της αποφάσεων της Fed μπορεί σταδιακά να εξασθενίσει, αν όχι και να αντιστραφεί, αν οι εξελίξεις στο μέτωπο της οικονομίας αναγκάσουν την κεντρική τράπεζα να τροποποιήσει την στρατηγική της.

Σε πρώτη φάση οι αγορές και το δολάριο έχουν ήδη προεξοφλήσει και «χωνέψει» τις επόμενες αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι και τα τέλη της χρονιάς, πιθανότατα μέχρι και τις αρχές του 2023. Όμως από εκεί και πέρα όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, ακόμη και η πιθανότητα η Fed να αναγκαστεί να κατεβάσει ταχύτητα ή να… σηκώσει χειρόφρενο, εφόσον οι πληθωριστικές πιέσεις καταλαγιάσουν και η αμερικανική οικονομία βιώσει μια βαθιά επιβράδυνση, αν όχι ύφεση. Μια τέτοια εξέλιξη προφανώς θα έχει άμεσο αντίκτυπο και στην πορεία του δολαρίου.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή