Tο Κρεμλίνο διαψεύδει εδώ και πολύ καιρό τις φήμες που αφορούν την υγεία του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Η μεγαλύτερη, όμως, πρόκληση είναι η διάψευση των ανησυχιών σχετικά με την πορεία της ρωσικής οικονομίας, η οποία ανέρχεται σε 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια. Οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου και οι περιορισμένες εισαγωγές υποδεικνύουν ότι το ρούβλι είναι ισχυρό, δίνοντας στην κεντρική τράπεζα περιθώριο για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων, την Παρασκευή. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, η Μόσχα χρειάζεται πολύ περισσότερα.

Οι προβλέψεις σχετικά με τον κίνδυνο κατάρρευσης της ρωσικής οικονομίας αποδείχθηκαν λανθασμένες. Αληθεύει, ωστόσο, το ότι το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 4% σε ετήσια βάση, τον Μάιο. Ωστόσο, η ανεργία μειώθηκε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Οι υψηλές τιμές ενέργειας οδήγησαν, τον Φεβρουάριο, τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να πληρώσουν 70 δισεκατομμύρια δολάρια στη Ρωσία για την προμήθεια ορυκτών καυσίμων. Παράλληλα, η μείωση των εισαγωγών συνέβαλε στο να καταγράψει η Ρωσία πλεόνασμα ρεκόρ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο, κατά το δεύτερο τρίμηνο, ανήλθε, επίσης, στα  70 δισεκατομμύρια δολάρια.

Όπως και κατά την τελευταία μεγάλη κρίση της Ρωσίας, το 2014, η επιδέξια νομισματική διαχείριση της Προέδρου της κεντρικής τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, βοήθησε σημαντικά στην αντιμετώπιση της κατάστασης. Στον απόηχο της εισβολής, διπλασίασε τα επιτόκια στο 20% και επέβαλε capital control, ώστε να αποτρέψει οποιαδήποτε εκδήλωση πανικού, όπως, επί παραδείγματι, οι μαζικές αναλήψεις από τις τράπεζες. Το ρούβλι ανέκαμψε έναντι του δολαρίου των ΗΠΑ, δίνοντας τη δυνατότητα στην Πρόεδρο της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας να μειώσει το κύριο επιτόκιο στο 9,5%. Την Παρασκευή, το μείωσε περαιτέρω στο 8%.

Ωστόσο, ο πόλεμος στην Ουκρανία υποβάθμισε τη ρωσική οικονομία, η οποία μέχρι τότε χαρακτηριζόταν σταθερή. Ακόμη και η έρευνα που διεξήγαγε η κεντρική τράπεζα σε οικονομολόγους, τον Ιούλιο, προέβλεπε συρρίκνωση 6%, τη φετινή χρονιά, και 1,3%, το επόμενο έτος, πριν καταφέρει να επιστρέψει σε στάσιμους ρυθμούς ανάπτυξης, το 2024 και έπειτα. Η παραγωγικότητα θα μειωθεί μακροπρόθεσμα, επειδή οι κυρώσεις απαγορεύουν ή αποθαρρύνουν τις εισαγωγές μηχανημάτων και τεχνολογίας που καθιστούν την παραγωγή περισσότερο αποτελεσματική. Η Ρωσία θα μπορούσε να ξεκινήσει να στέλνει στην Κίνα και τη Ινδία ένα μεγάλο μέρος από τα 3 εκατομμύρια βαρέλια πετρέλαιο την ημέρα, που θα σταματήσει να εξάγει στην Ευρώπη, αντίστοιχη κίνηση με το φυσικό αέριο, όμως, θα ήταν αδύνατη χωρίς την ύπαρξη νέων αγωγών.

Για να μπει η οικονομία σε μια πιο σταθερή πορεία, η Ρωσία θα πρέπει να αντικαταστήσει τις εισαγωγές με εγχώρια προϊόντα και να ανατρέψει την ύφεση. Η πρόγνωση, όμως, δεν είναι καλή. Η εκ νέου εύρεση ισορροπίας στην οικονομία απαιτεί επενδύσεις και εύρυθμη λειτουργία των αγορών, κάτι που ο Πούτιν δεν κατάφερε να επιτύχει κατά τις δύο δεκαετίες εξουσίας του, ακόμη κι όταν οι κεφαλαιαγορές ήταν ισχυρές. Η διαφθορά και ο ελλιπής σεβασμός του κράτους δικαίου έχουν προκαλέσει εδώ και καιρό επιβράδυνση των επενδύσεων, ενώ ο πόλεμος έχει, επίσης, ενισχύσει το brain drain από τη Ρωσία, αφήνοντάς την με ένα φτωχότερο και λιγότερο μορφωμένο εργατικό δυναμικό. Καμία έξυπνη μακροοικονομική πολιτική δεν θα μπορεί να διορθώσει άμεσα αυτά τα προβλήματα.

REUTERS BREAKINGVIEWS

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Partners