ESG: Ένα χαλασμένο σύστημα χρειάζεται επείγουσες επισκευές
Η προσέγγιση στις επενδύσεις μέσω του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της διακυβέρνησης (ESG) δεν λειτουργεί. Πρέπει να εξορθολογιστεί και να απογυμνωθεί από την ψεύτικη ευλάβεια, υποστηρίζει ο Henry Tricks
Η Desiree Fixer δεν είναι καθόλου συνεσταλμένη. Όταν προσλήφθηκε το 2020 ως επικεφαλής του τμήματος βιωσιμότητας στη DWS, τη γερμανική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων που συνδέεται με την Deutsche Bank, πίστευε ότι ο Asoka Wöhrmann, το αφεντικό της, πρέπει να γνώριζε τον τύπο του ατόμου που προσλάμβανε. Ήταν βετεράνος της Wall Street. Ήταν σκληραγωγημένη, έχοντας διαπραγματευτεί πιστωτικά παράγωγα ενόψει της οικονομικής κρίσης του 2007-09. Είχε δει την εξουσία που ασκούσαν οι ρυθμιστικές αρχές. Αν φανταζόσασταν κάποιον που εργάζεται στη βιωσιμότητα με απαλό άγγιγμα, ξανασκεφτείτε το. «Είμαι σκληροπυρηνική, ειδικά όταν πρόκειται για την (κανονιστική) συμμόρφωση», λέει η κα Fixler.
Το πόσο σκληροπυρηνική είναι έγινε ξεκάθαρο στις 31 Μαΐου, όταν 50 εκπρόσωποι από γερμανικές αστυνομικές αρχές, ερευνητές και ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν για πρώτη φορά από την κα Fixler, εισέβαλαν στα γραφεία της DWS και της Deutsche Bank στη Φρανκφούρτη. Η εστίασή τους ήταν στο υποτιθέμενο “greenwashing” – ο βαθμός στον οποίο η DWS μπορεί να είχε λανθασμένα παρουσιάσει τη χρήση περιβαλλοντικών, κοινωνικών και κριτηρίων διακυβέρνησης στο επενδυτικό της χαρτοφυλάκιο. Στοίχισε στον κ. Wöhrmann τη δουλειά του. Ήταν μια ανατριχιαστική στιγμή για τους διαχειριστές μεγάλων περιουσιακών στοιχείων σε όλο τον κόσμο. Και σηματοδότησε ένα σημείο ναδίρ σε μια χρονιά κατά την οποία το ESG (η προσέγγιση στις επενδύσεις μέσω του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της διακυβέρνησης) μετατράπηκε από μια επενδυτική τρέλα που προσέλκυε τρισεκατομμύρια δολάρια -με υποσχέσεις να κάνει τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος- σε πηγή εντυπωσιακού κυνισμού.
Διαβάστε επίσης: Deutsche Bank: Κατηγορείται για greenwashing – Εισβολή αστυνομικών στα γραφεία της
Η DWS και ο κ. Wöhrmann αρνούνται τους ισχυρισμούς, οι οποίοι όπως λένε ότι έχουν ερευνηθεί εσωτερικά. Αλλά είτε οι αρχές βρίσκουν αποδείξεις ανάρμοστης συμπεριφοράς είτε όχι, υπάρχουν πολλά σχετικά με την λειτουργία ESG της DWS που είναι περίπλοκα. Έτσι γίνεται και με όλο τον κλάδο γενικότερα.
Ο ισχυρισμός αυτής της ειδικής έκθεσης (που διαβάζετε) είναι ότι, από τον αντίκτυπο έως τη μέτρηση και την αποκάλυψη, μεγάλο μέρος των επενδύσεων ESG είναι βαθιά λανθασμένο.
Η δημοτικότητα της ιδέας έχει τροφοδοτηθεί εν μέρει από ανησυχίες του πραγματικού κόσμου για την κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, είχε αμελητέο αντίκτυπο στις εκπομπές άνθρακα, ειδικά από τους μεγαλύτερους παίκτες που ρυπαίνουν. Η προσπάθειά (της ιδέας) να αντιμετωπίσει κοινωνικά ζητήματα όπως η ποικιλομορφία στο χώρο εργασίας είναι δύσκολο να μετρηθεί. Όσον αφορά τη διακυβέρνηση, ο κλάδος επενδύσεων ESG κάνει κακή δουλειά στο να λογοδοτεί, πόσο μάλλον (στο να λογοδοτούν) οι εταιρείες που υποτίθεται ότι στηρίζει. Προβάλλει μεγάλες απαιτήσεις σε επενδυτές. Θέτει μη διαχειρίσιμες απαιτήσεις στις εταιρείες.
Κι όμως, παρ’ όλες τις παγίδες που υπάρχουν, ίσως είναι καλύτερο να γίνει γενική επισκευή παρά να καταργηθούν οι επενδύσεις ESG. Στον πυρήνα του, το ESG είναι μια αναζήτηση για κάτι ολοένα και πιο κρίσιμο στη μάχη για τη βελτίωση του καπιταλισμού και τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής: να καταστήσει τις εταιρείες και τους ιδιοκτήτες τους υπεύθυνους για τις αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις τους ή τον αντίκτυπο της παραγωγής ή της κατανάλωσης των προϊόντων τους σε τρίτες πλευρές όπως το περιβάλλον. Αναγκάζοντας τις επιχειρήσεις να αναγνωρίσουν τις ακούσιες συνέπειες πολλών από τις δραστηριότητές τους, η θεωρία είναι ότι στη συνέχεια θα πρέπει αυτές να έχουν μεγαλύτερο κίνητρο για να τις διορθώσουν.
Όσο περισσότερη κανονιστική πίεση υπάρχει για να γίνουν πιο ακριβείς αυτές οι πληροφορίες, τόσο το καλύτερο για το μακροπρόθεσμο μέλλον των εταιρειών και του πλανήτη στον οποίο δραστηριοποιούνται. Όπως και να έχει, η μέτρηση του μεγέθους της αγοράς ESG προκαλεί σύγχυση, οι αξιολογήσεις είναι πολύ υποκειμενικές και ο κλάδος υπόσχεται πολλά και έχει αποτελέσματα λίγα.
Ας ξεκινήσουμε με τις μετρήσεις. Οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων έχουν δύο τρόπους σκέψης για το ESG. Ο πρώτος είναι σχετικά προσγειωμένος. Είναι η πώληση κεφαλαίων με ενεργητική και παθητική διαχείριση που στηρίζονται ειδικά σε αξιολογήσεις βιωσιμότητας. Τα τελευταία δύο χρόνια, αυτά σημείωσαν άνθηση. Πάρτε την DWS, για παράδειγμα. Το 2021 ανέφερε ότι τα ανάλογα κεφάλαιά της εκτινάχθηκαν στα 115 δισεκατομμύρια ευρώ, περισσότερο από το ένα δέκατο του συνολικού ενεργητικού της. Στον κλάδο γενικότερα, η Morningstar, εταιρεία παρακολούθησης κεφαλαίων, λέει ότι τα περιουσιακά στοιχεία ESG σε αμοιβαία κεφάλαια και διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (ETFS) ήταν σχεδόν 2,8 τρισεκατομμύρια δολάρια στο τέλος του πρώτου τριμήνου. Αυτό είναι περίπου το μέγεθος της αγοράς κρυπτονομισμάτων. Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι μικρά ποσά σε σύγκριση με τις παγκόσμιες επενδύσεις χαρτοφυλακίου στο σύνολό τους.
Ο δεύτερος τρόπος προσέγγισης του ESG είναι το ότι συνδέεται με υπερβολές που βασίζονται σε ανοησίες. Ονομάζεται ενσωμάτωση ESG και είναι το κύριο πρόβλημα που η κα Fixler ισχυρίζεται ότι εντόπισε στην DWS. Λέει ότι δεν υπήρχαν εργαλεία για να το μετρήσουν. Η ενσωμάτωση DSG σημαίνει ότι οι διαχειριστές χαρτοφυλακίου σε κεφάλαια που δεν ανήκουν στην κατηγορία αυτή χρησιμοποιούν τις αξιολογήσεις ως εργαλείο διαχείρισης κινδύνου, αντί για την αξιολόγηση των κινδύνων ύφεσης ή διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας. Το 2020, όταν η DWS αποκάλεσε τις επενδύσεις DSG ως «πυρήνα όλων όσων κάνουμε», ισχυρίστηκε ότι τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία εφάρμοσε την ολοκλήρωση DSG ήταν αξίας 459 δισ. ευρώ, πολύ περισσότερο από το ήμισυ του συνολικού χαρτοφυλακίου των 793 δισ. ευρώ. Αυτό είναι ένα τεράστιο ποσό. Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα η DWS απέσυρε εντελώς τον αριθμό ενσωμάτωσης ESG. Είπε ότι άλλαζε την προσέγγισή της στην δημοσιοποίηση τέτοιων στοιχείων εν μέρει για λόγους κανονιστικής συμμόρφωσης. Αλλά ακολούθησε επίσης αυτό που η κα Fixler λέει ότι ήταν η προσπάθειά της να επιστήσει την προσοχή των αρχών σε τέτοιους νεφελώδεις αριθμούς.
Ήλθε η ώρα σας
Η στροφή της DWS υποδηλώνει ότι χρειάζεται επανεξέταση στον κλάδο γενικότερα. Οι εταιρείες συλλογής δεδομένων, όπως η Global Sustainable Investment Alliance, κάνουν εντυπωσιακούς ισχυρισμούς σχετικά με το μέγεθος της αγοράς ESG. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεσή της, οι βιώσιμες επενδύσεις το 2020 έφτασαν τα 35,3 τρισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερο από το ένα τρίτο όλων των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων στις μεγάλες οικονομίες που καλύπτει. Αυτό κάνει τις επενδύσεις ESG να ακούγονται σαν να είναι πιο σημαντικές για τις χρηματοπιστωτικές αγορές από ό,τι πραγματικά. Ο μεγάλος όγκος (περίπου 25,2 τρισεκατομμύρια δολάρια), προέρχεται από την ενσωμάτωση ESG, η οποία όπως δείχνει η εμπειρία της DWS μπορεί να αποτελεί απλά προσοχή στο τι είναι της μόδας. Για έναν κλάδο που υπερηφανεύεται ότι προσπαθεί να μετρήσει πράγματα που είναι δύσκολο να μετρηθούν, η δουλειά που κάνει στη συγκεκριμένες μετρήσεις δεν εμπνέει εμπιστοσύνη.
Η επόμενη ματιά αφορά την υποκειμενικότητα. Όταν η κα Fixler έφτασε για πρώτη φορά στην DWS, λέει ότι μια από τις εκπλήξεις της ήταν η παρατήρηση ότι το σύστημα βαθμολόγησης ESG, που χρησιμοποιούσε οργανισμούς αξιολόγησης τρίτων, έδινε στη Wirecard, τη γερμανική εταιρεία πληρωμών στην οποία τα κεφάλαια της DWS ήταν μεγάλοι επενδυτές, τη δεύτερη υψηλότερη βαθμολογία όσον αφορά τη διακυβέρνηση. Εκείνη την εποχή, η Wirecard είχε εμπλακεί σε λογιστική απάτη που σύντομα θα οδηγούσε στην κατάρρευσή της. Και η Amazon, ο γίγαντας του ηλεκτρονικού εμπορίου, είχε τη χαμηλότερη βαθμολογία διακυβέρνησης από την DWS, λέει.
Τέτοιες προφανείς αντιφάσεις επεκτείνονται στον κλάδο γενικότερα. Οι οίκοι αξιολόγησης για επενδύσεις ESG είναι η πραγματική ακμή της ασυνέπειας. Μια μελέτη σε έξι από αυτούς διαπίστωσε ότι χρησιμοποίησαν 709 διαφορετικές μετρήσεις σε 64 κατηγορίες. Μόνο δέκα κατηγορίες ήταν κοινές για όλους—και δεν περιλαμβάνουν βασικά στοιχεία όπως οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Οι πάροχοι δεικτών προσθέτουν στη σύγχυση. Τον Μάιο, η S&P Dow Jones Indices έβγαλε την Tesla από το δείκτη ESG του δείκτη S&P 500, κρατώντας παράλληλα πετρελαϊκούς γίγαντες όπως η ExxonMobil. Σημείωσε τη συμβολή της κατασκευάστριας ηλεκτρικών οχημάτων στην προώθηση των βιώσιμων μεταφορών, αλλά μέχρι εκεί. Αντίθετα, τιμώρησε την Tesla για θέματα εργασιακού χώρου και διακυβέρνησης. Ο Ίλον Μασκ, το αφεντικό της Tesla, δεν ήταν το μόνο άτομο που το θεώρησε αυτό παράλογο. Πολλοί εντοπίζουν μεγάλες διαβουλεύσεις για περίπλοκα ηθικά ερωτήματα. Οι κατασκευαστές όπλων, τους οποίους απέφευγε το πλήθος πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, τώρα διασκεδάζουν βλέποντας ότι θεωρούνται υπερασπιστές της δημοκρατίας. Ο John Gilligan, του Big Issue Invest, ενός ταμείου 100 εκατομμυρίων δολαρίων που συμμαχεί για να βοηθά άστεγους, συνοψίζει την υποκειμενικότητα που υπάρχει. «Η ιδέα της μέτρησης του ESG είναι σαν να προσπαθείς να βρεις μια μέτρηση για το αγαπημένο σου παιδί», λέει.
Το τρίτο πρόβλημα είναι ότι το ESG έχει γίνει εύκολη πηγή χρήματος για τον επενδυτικό κλάδο. Αν και προέκυψε ως απάντηση στις προτιμήσεις των επενδυτών, ειδικά των πιο νέων (millennials), να κάνουν περισσότερα (πιο ωφέλιμα πράγματα) με τις επενδύσεις τους από το απλά να βγάλουν χρήματα, οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων έχουν γυρίσει την κατάσταση προς όφελός τους. Κατά μέσο όρο, χρεώνουν υψηλότερες προμήθειες για επενδύσεις που σχετίζονται με το ESG από ό,τι για επενδύσεις που δεν σχετίζονται με αυτό. Οι του μάρκετινγκ ισχυρίζονται ότι τα κεφάλαια ESG ξεπερνούν τα άλλα βασικά, ακόμα κι αν αυτό δεν ισχύει ούτε θεωρητικά ούτε εμπειρικά.
Επιπλέον, οι επενδύσεις ESG έχουν υποστεί αντιδράσεις από εκείνους που πιστεύουν ότι οι οικονομικές ελίτ το παρακάνουν για να ακολουθούν τη μόδα. Οι δεξιοί επικριτές του λεγόμενου «αφυπνισμένου καπιταλισμού» (woke capitalism) το βλέπουν ως έναν τρόπο για τους επικεφαλής εταιρειών να διακινούν προοδευτικές ιδέες που πολλοί αντιπαθούν, όπως η σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων. Όσοι επικεντρώνονται στις αποδόσεις, όπως ο Aswath Damodaran του Stern School of Business του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, σημειώνουν ότι οι μετρήσεις ESG απέτυχαν να λάβουν υπόψη τις εταιρείες που εδρεύουν στη Ρωσία πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, υπονομεύοντας περαιτέρω την αξιοπιστία τους. Άλλοι επισημαίνουν μια εγγενή υποκρισία: για παράδειγμα, οι αξιολογήσεις ESG μετρούν τους κινδύνους που εγκυμονεί η κλιματική αλλαγή για μια εταιρεία, παρά την απειλή που αποτελεί η εταιρεία για το κλίμα.
Η πιο έντονη κριτική είναι ότι προωθώντας μια δεύτερη καλύτερη λύση όπως είναι το ESG, ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να παρέχει στους διαμορφωτές πολιτικής μια δικαιολογία για να αποφύγουν την επιβολή αυτού που πολλοί θεωρούν ως τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής: Την επιβολή συντονισμένων φόρων άνθρακα. Ωστόσο, είναι δυνατό να ανατραπεί αυτό. Το ESG μπορεί να αξίζει να διατηρηθεί ακριβώς επειδή οι φόροι επί των εξωτερικών παραγόντων, όπως οι εκπομπές άνθρακα, έχουν αποδειχθεί ότι είναι τόσο δύσκολο να επιβληθούν πολιτικά.
Τώρα έρχεται αυστηρότερη ρυθμιστική εποπτεία του ESG, ειδικά στην Ευρώπη. Στην Αμερική, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ελπίζει να ενισχύσει την εποπτεία των γνωστοποιήσεων για το κλίμα (αν και μια πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου μπορεί να την περιορίσει). Η ελπίδα είναι ότι η αυστηρότερη τέτοια εποπτεία θα κάνει εταιρείες για εξετάσουν τη μείωση του αποτυπώματός τους άνθρακα μέσω υψηλότερων τιμών ενεργητικού και χαμηλότερου κόστους κεφαλαίου. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τα λόγια του Ken Pucker του Πανεπιστημίου Tufts, ότι θα είναι απαραίτητο να έχουμε λιγότερες αλλά καλύτερες μετρήσεις. Επιπλέον, η Sustainability Inc (η προσπάθεια για βιωσιμότητα), όπως την αποκαλεί ο κ. Pucker, θα πρέπει να καταργήσει την υπερβολή που τόσο έχει βλάψει τη φήμη της.
Ο κλάδος, που προσπαθεί πάντα να είναι αισιόδοξος, σημειώνει ότι κατά τη διάρκεια της πρόσφατης αναταραχής της αγοράς τα χρήματα έφυγαν από τις επενδύσεις ESG πιο αργά από παραδοσιακές μορφές επενδύσεων. Πέρυσι, ακόμη και όταν η DWS αντιμετώπισε τους ισχυρισμούς της κας Fixler, τα χρήματα που σχετίζονται με το ESG αντιπροσώπευαν το 40% των καθαρών εισροών. Στην ομιλία του στην ετήσια γενική συνέλευση της εταιρείας τον Ιούνιο, ο κ. Wöhrmann, αφού απέρριψε, όπως είπε, αβάσιμες κατηγορίες, τόνισε αυτές τις ροές. «Οι πελάτες μας μίλησαν», είπε. Αυτή η υπερβολική αυτοπεποίθηση αποτελεί την επιτομή του κλάδου διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com