Πολλοί υπάλληλοι έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με την νέα τάση, που επικρατεί τον τελευταίο καιρό στον χώρο εργασίας, να μην παίρνουμε τη δουλειά μας πολύ σοβαρά.

Ο viral όρος «σιωπηρή παραίτηση» δεν αφορά, στην πραγματικότητα, την παραίτηση, ούτε υπάρχει τίποτα το «σιωπηρό» στη συζήτηση που έχει προκύψει, αυτό το καλοκαίρι, σχετικά με την καριέρα και το να κάνουμε στη δουλειά μας μόνο όσα πρέπει. Αυτό που ξεκίνησε ως ένα «σιωπηρό κίνημα» μεταξύ των υπαλλήλων γραφείου που ήθελαν να χαράξουν πιο σταθερά όρια μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, μετά από δύο χρόνια υπερωριών εξαιτίας της πανδημίας, έχει εξελιχθεί σε ένα « σύνθημα ενότητας».

Φυσικά, κάθε γενιά εργαζομένων είχε τις δικές της αντι-εργασιακές φιλοσοφίες και πολλοί διευθυντές και συνάδελφοι με φιλοδοξίες διαφωνούσαν με αυτές. Ακολουθούν ορισμένες αντιδράσεις στο φαινόμενο της σιωπηρής παραίτησης: Η ιδέα αυτή έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από επιχειρηματίες, career coaches και πολλούς άλλους επαγγελματίες οι οποίοι εκφράζουν την απογοήτευση και τις ανησυχίες τους σχετικά με το τι συνεπάγεται για τη δέσμευσή των υπαλλήλων η αποστροφή των Αμερικανών από την κουλτούρα του να κάνουν περισσότερα από όσα χρειάζεται, ενώ ορισμένοι νέοι επαγγελματίες επαινούν την τάση αυτή.

Διαβάστε επίσης: «Σιωπηρή παραίτηση»: Ποια είναι η νέα τάση στην αγορά εργασίας

«Η σιωπηρή παραίτηση δεν συσχετίζεται μόνο με την παραίτηση από τη δουλειά, αλλά αποτελεί ένα είδος παραίτησης από τη ζωή», έγραψε η Αριάνα Χάφινγκτον, ιδρύτρια της startup υγείας και ευεξίας, Thrive Global, σε ανάρτησή της στο LinkedIn, η οποία συγκέντρωσε χιλιάδες αντιδράσεις. Ο Κέβιν Ο’ Λάρι, συμπρωταγωνιστής στην εκπομπή “Shark Tank” στο κανάλι ABC και πρόεδρος της O’Shares ETFs, θεωρεί τη σιωπηρή παραίτηση μία αρκετά λανθασμένη προσέγγιση αν θέλουμε οικοδομήσουμε μία σωστή καριέρα: «Πρέπει να ξεπεράσετε τον εαυτό σας, επειδή πραγματικά το θέλετε. Έτσι μόνο θα επιτύχετε», δήλωσε σε βίντεό του στο CNBC.

Το πώς αντιδρούν οι υποστηρικτές και οι επικριτές της σιωπηρής παραίτησης εξαρτάται από το τι πιστεύουν ότι συνεπάγεται η εν λόγω φράση -και οι ερμηνείες ποικίλλουν. Ορισμένοι επαγγελματίες υποστηρίζουν ότι σιωπηρή παραίτηση είναι να αρνείσαι να δουλεύεις περισσότερο χωρίς να πληρώνεσαι κατάλληλα, σε μία θέση για την οποία έχεις αρκετό άγχος –δεν σημαίνει, όμως, ότι παραιτείσαι από τη θέση αυτή. Αρνητές της εν λόγω τάσης αναφέρουν ότι η σιωπηρή παραίτηση προάγει την τεμπελιά και πλήττει την απόδοση των εργαζομένων, ακόμη κι αν οι εργαζόμενοι εκτελούν κανονικά τα βασικά τους καθήκοντα.

Όσοι ενδίδουν στη σιωπηρή παραίτηση πιθανότατα να πιστευτούν ότι προλαμβάνουν ή αντιμετωπίζουν το burnout, καθώς κάνουν λιγότερη δουλειά. Υπάρχουν, όμως, και καλύτερες λύσεις, δήλωσε, σε συνέντευξή της, η Χάφινγκτον. Το μην καταβάλλετε ιδιαίτερη προσπάθεια ενώ θα μπορούσατε να βρείτε μία νέα θέση εργασίας που θα σας ενδιαφέρει πραγματικά αποτελεί χαμένη ευκαιρία για εσάς, ειδικά όταν θα μπορούσατε να βρείτε κάτι περισσότερο «ουσιαστικό», στη σημερινή «καυτή» αγορά εργασίας, πρόσθεσε η ίδια.

«Ως εργοδότης, μου αρέσει πολύ όταν οι υποψήφιοι εργαζόμενοι στις συνεντεύξεις λένε: “Δίνω το 100% του εαυτού μου όταν εργάζομαι”. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό από το “κάνω το ελάχιστο δυνατό για να μπορέσω να τα βγάλω πέρα”», συνέχισε η ίδια.

Παρόλο που ορισμένοι εργοδότες αντιδρούν αρνητικά στο φαινόμενο της σιωπηρής παραίτησης, λέγοντας ότι το να υπερβαίνεις τα όρια είναι ο καλύτερος τρόπος να σε προσέξουν, να πάρεις αύξηση και να ανελιχθείς στην εταιρική ιεραρχία, πολλοί εργαζόμενοι περιφρονούν τον όρο, επισημαίνοντας ότι εκφράζει την ειρωνεία του να κάνεις κανονικά τη δουλειά σου εντός του οχταώρου 9 με 5 και να το αποκαλείς αυτό «εγκατάλειψη».

Η Κριστίν Χάνκοκ, επαγγελματίας στον τομέα της επικοινωνίας με έδρα την Ινδιανάπολη, δήλωσε ότι η σιωπηρή παραίτηση είναι μάταιη για εκείνη. Υπήρξαν στιγμές στην καριέρα της που ήταν δυσαρεστημένη με τη θέση στην οποία εργαζόταν και έλεγε ότι θα ξεκινήσει να κάνει πολύ λιγότερα, αλλά, εν τέλει, δεν έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Το να κάνει λιγότερα ήταν απογοητευτικό για εκείνη και την έκανε να νιώθει ότι η δουλειά της δεν είχε σημασία.

«Για όσους ένιωθαν όπως εγώ, η μόνη λύση ήταν να φύγουν», συνέχισε η ίδια. Η Χάνκοκ διευθύνει, σήμερα, startup επικοινωνίας και είναι το αφεντικό του εαυτού της, γεγονός που, όπως αναφέρει η ίδια, της δίνει τη δυνατότητα να αποκομίζει όλα τα οφέλη της εργασίας της.

Διαβάστε επίσης: Η έκπληξη σε μία φθίνουσα οικονομία: Οι απολυμένοι βρίσκουν γρηγορότερα δουλειά

Άλλοι αναφέρουν ότι όσοι «αγκαλιάζουν» την αθόρυβη παραίτηση θα μπορούσαν να ξεπουλήσουν τον εαυτό τους. Αυτό που κάποιοι που παραιτούνται σιωπηρά αποκαλούν «το ελάχιστο δυνατό» είναι, στην πραγματικότητα, να δίνουν όλη τους την προσοχή στη δουλειά τους και, έπειτα, να έχουν και ζωή εκτός εργασίας, αναφέρει ο Μπράιαν Γκρέι, ο οποίος εργάζεται στον τομέα της ανάπτυξης ιστοσελίδων.

Όταν, μετά από αξιολόγηση σε παλιά θέση εργασίας του- στην οποία του ανέθεταν να κάνει πράγματα μέχρι και την τελευταία στιγμή, καθόταν περισσότερο και ο ίδιος αναλάμβανε από μόνος του επιπλέον καθήκοντα – ο σχολιασμός που έλαβε ήταν «ανταποκρίνεται στις προσδοκίες», ο Γκρέι αποφάσισε να σταματήσει να κυνηγάει την επιβεβαίωση από τους εργοδότες του, ξεπερνώντας κάθε φορά τον εαυτό του.

«Δεν κάνεις λιγότερα απ’ όσα πρέπει», πρόσθεσε ο ίδιος. «Κάνεις ακριβώς όσα πρέπει.»

Το ποιος έχει το πολιτικό πλεονέκτημα στο γραφείο να παραιτηθεί σιωπηρά αποτελεί, ένα  άλλο ζήτημα προς συζήτηση. Η Μερσέντες Σουάν, HR manager και career coach,αναφέρει ότι η εν λόγω τάση ίσως να μην πιάσει για τους έγχρωμους. Εξαιτίας των αρνητικών στερεοτύπων, ειδικά οι μαύρες γυναίκες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν διάφορες αντιδράσεις, αν αποφασίσουν να κάνουν πίσω ή να θέσουν πιο αυστηρά όρια.

«Όσο περνάει ο καιρός θα φαίνεται ότι κάνουμε λιγότερα απ΄ όσα πρέπει, ενώ, στην πραγματικότητα, απλώς θα κάνουμε όσα κάνουν και όλοι οι υπόλοιποι», δήλωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι από άποψη απόδοσης, στους έγχρωμους, ενδεχομένως, να επιβληθούν ευκολότερα ισχυρότερες κυρώσεις.

Άλλοι επικριτές υποστηρίζουν ότι η σιωπηρή παραίτηση μπορεί να διαβρώσει την κουλτούρα στον χώρο εργασίας, καθώς είναι αποθαρρυντικό για όσους εργαζομένους αποδίδουν εξαιρετικά να βλέπουν τους υπόλοιπους να αποχωρούν, χωρίς να τους επιβάλλονται κυρώσεις.

«Το ζήτημα αυτό δεν αφορά μόνο όσους παραιτούνται σιωπηρά. Αφορά όλους μας και, έπειτα, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και τη συνολική αδικία που επικρατεί», δήλωσε η Έιμι Μόσερ, επικεφαλής της εταιρείας λογισμικού ΗR, isolved. Εάν η σιωπηρή παραίτηση προκαλεί προβλήματα στην απόδοση των εργαζομένων, ανέφερε, τότε οι εν λόγω εργαζόμενοι θα πρέπει να βρουν θέσεις εργασίας που θα τους ενδιαφέρουν πραγματικά.

Ο Tζέι ΜακΝτόναλντ, coach στελεχών με έδρα την Ατλάντα και πρώην CEO μικρότερων εταιρειών, αναφέρει ότι οι διευθυντές επιχειρήσεων πρέπει να θέσουν σαφείς στόχους απόδοσης. Αυτό που έχει σημασία είναι εάν οι εργαζόμενοι πληρούν τις προϋποθέσεις για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, όχι το πότε ή το πόσο καιρό εργάζονται, αναφέρει ο ίδιος.

«Εσείς οι ίδιοι ως διευθυντές θα πρέπει να βρείτε κάποιον τρόπο, για να εξετάζετε, κάθε φορά, εάν κάποιος κάνει τη δουλειά του ή όχι», καταλήγει ο ίδιος.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο