«Συμβολική» χαρακτήρισαν οι αναλυτές την οριακή μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής κατά 100.000 βαρέλια ημερησίως (κατά 0,1% περίπου) από τον Οκτώβριο που αποφάσισαν ο OPEC και οι συνεργαζόμενες με αυτόν χώρες. Το μήνυμα που θέλησε να δώσει ο OPEC+ ήταν ότι δεν θα αφήσει την αγορά να κατακρημνιστεί. Και οι επενδυτές το έπιασαν το μήνυμα, στέλνοντας κατά 3% υψηλότερα τις τιμές του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές την προηγούμενη εβδομάδα, μόλις έγινε γνωστή η απόφαση.
Ετσι το Brent στην αγορά εμπορευμάτων του Λονδίνου ξεπέρασε πάλι τα 95 δολάρια το βαρέλι (συμβόλαια παράδοσης Νοεμβρίου), ενώ στην αμερικανική αγορά η τιμή του αργού άγγιξε τα 89 δολάρια. Η αντίσταση που προβάλλουν οι αντλίες των πρατηρίων υγρών καυσίμων για να κρατήσουν τις τιμές λιανικής στο ύψος τους είναι αξιοθαύμαστη. Αλλά το γεγονός είναι ότι οι τιμές του «μαύρου χρυσού» στις διεθνείς αγορές έχουν ήδη υποχωρήσει θεαματικά από τα 140 δολάρια όπου είχαν εκτιναχθεί στις αρχές Μαρτίου, λίγο αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος. Μιλάμε για κατάρρευση της τάξεως του 40%, η οποία οφείλεται στη μεγάλη κάμψη της ζήτησης λόγω της κρίσης που προκάλεσε ο πόλεμος.
Η Ουάσιγκτον και η Τεχεράνη
Το σενάριο που προβλέπει βύθιση της παγκόσμιας οικονομίας στην ύφεση και περαιτέρω κάμψη της ζήτησης είναι εκείνο που θέλουν να αντιμετωπίσουν οι πετρελαιοπαραγωγοί. Τους ανησυχεί επίσης ένας ακόμα παράγοντας που πιέζει πτωτικά τις τιμές: η πιθανότητα συμφωνίας μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης για ελέγχους στο πυρηνικό οπλοστάσιο του Ιράν, εξέλιξη που θα είχε ως αποτέλεσμα να πλημμυρίσουν οι διεθνείς αγορές από ιρανικό πετρέλαιο, αφού θα αίρονταν οι κυρώσεις της Δύσης κατά της Τεχεράνης. Την περασμένη Τρίτη η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι «δυστυχώς οι διαπραγματεύσεις δεν είναι εποικοδομητικές». Αλλά το βέβαιο είναι ότι η Ουάσιγκτον και η Δύση δεν μπορούν να αντέξουν έναν εμπορικό πόλεμο εναντίον ολόκληρου του υπόλοιπου πλανήτη – ας μην ξεχνάμε και τις κυρώσεις κατά του Πεκίνου.
Η Διεθνής του ολοκληρωτισμού
Η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου έχει πέσει ήδη θύμα μιας «Διεθνούς του ολοκληρωτισμού». Και κινδυνεύει να ακολουθήσει την ίδια μοίρα και η διεθνής οικονομία. Στο λόμπι αυτό των χωρών με ανελεύθερα και θεοκρατικά καθεστώτα, τη σύμπηξη του οποίου ευνόησε η Ουάσιγκτον στην προσπάθειά της να εξαγάγει ανά την υδρόγειο τη δημοκρατία και τις αξίες της Δύσης, συνασπίζονται αυταρχικά καθεστώτα από τη Μέση και Απω Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Ασία. Και, κακά τα ψέματα, σύσσωμος ο OPEC. Μπορεί η Σαουδική Αραβία να είναι ο σύμμαχος και ο τοποτηρητής των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή, αλλά είναι προφανές ότι αυτό συμβαίνει επειδή ο Λευκός Οίκος κάνει τα στραβά μάτια σε όσα δραματικά συμβαίνουν εκεί. Και εξαιρεί βέβαια τη χώρα αυτή από τις υποψήφιες για «εξαγωγή δημοκρατίας».
Εν προκειμένω μετά τη δημιουργία του OPEC+, το πετρελαϊκό καρτέλ της Μέσης Ανατολής (που πρώτο αυτό, πριν από μισό αιώνα, μετέτρεψε το πετρέλαιο σε διπλωματικό όπλο) μοιάζει να ελέγχεται όλο και περισσότερο από τη Μόσχα. Δεν είναι τυχαίο ότι την ενημέρωση στο εδρεύον στο Κατάρ κανάλι Al Jazeera για την απόφαση του OPEC+ έκανε ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσίας Αλεξάντερ Νόβακ. Αυτός εξήγησε στους Αραβες ότι αιτία της απόφασης είναι οι προβλέψεις για επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης παγκοσμίως.
Επαφές με «δικτατορίσκους»
Η Μόσχα εργάζεται εντατικά για να ισχυροποιήσει τη Διεθνή του ολοκληρωτισμού ως αντίπαλο δέος και υπολογίσιμο ανταγωνιστή της Δύσης. Δεν είναι τυχαίες οι επαφές που έχει ο Βλαντίμιρ Πούτιν με «δικτατορίσκους» της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Ασίας (τις τελευταίες ημέρες υποδέχθηκε τον ηγέτη της Μαλαισίας). Εξάλλου, μετά την απομόνωση από τη Δύση η Μόσχα προωθεί τις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις της τόσο με τις δύο υπερδυνάμεις της περιοχής (Κίνα και Ινδία) όσο και με άλλες χώρες, και δη την Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ και τη Μιανμάρ, όπως μεταδίδει το αγγλόφωνο ιαπωνικό δίκτυο Nikkei Asia.
Πρόσφατα, η Ταϊλάνδη ανακοίνωσε ότι η ρωσική Aeroflot αποκαθιστά από τα τέλη Οκτωβρίου την αεροπορική σύνδεση της Μόσχας με τα νησιά Πούκετ, που είχε ανασταλεί όταν ξέσπασε ο πόλεμος. «Στόχος μας είναι να υποδεχθούμε 1 εκατομμύριο ρώσους τουρίστες εφέτος» αποκάλυψε ο επικεφαλής του Οργανισμού Τουρισμού της Ταϊλάνδης Γιουθασάκ Σουπασόρν.
Latest News
ΑΧΙΑ: Ισχυρά τα αποτελέσματα της Eurobank, εφικτοί οι στόχοι του 2024
Η Eurobank ανέφερε προσαρμοσμένο RoTE στο 19,2%, ξεπερνώντας την εκτίμηση της ΑΧΙΑ - Στα 414 εκατ. ευρώ τα καθαρά κέρδη
Μετά τις ΗΠΑ, η Shein κατακτά και την Ευρώπη - «Απογειώθηκαν» τα έσοδα
Η Shein έχει αναπτυχθεί ραγδαία στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο και ετοιμάζεται για την αρχική δημόσια προσφορά στο Λονδίνο
Αμερικανικές εταιρείες εγκαταλείπουν την Κίνα για να αποφύγουν τους δασμούς Τραμπ
Αρκετές είναι οι αμερικανικές εταιρείες που μειώνουν την παραγωγή τους στην Κίνα για να αποφύγουν τους δασμούς του Τραμπ
Σχέδιο-μαμούθ της Κίνας για την ανάπτυξη της οικονομίας του πάγου και του χιονιού
Η Κίνα έχει αποφασίσει να εμπλέξει 300 εκατ. ανθρώπους στα χειμερινά σπορ - στόχος που επιτεύχθηκε πριν από τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του Πεκίνου
Σήμερα το πολυαναμενόμενο πακέτο κινήτρων της Κίνας - Πώς θα βγει από την κρίση ακινήτων
Οι αρχές στην Κίνα έχουν εντείνει τις ανακοινώσεις κινήτρων από τα τέλη Σεπτεμβρίου, πυροδοτώντας ένα ράλι μετοχών.
«Δεν μπορεί να με απολύσει και δεν παραιτούμαι!»: Το νέο κεφάλαιο στις σχέσεις Πάουελ - Τραμπ
Ο Πάουελ ήταν κατηγορηματικός, τονίζοντας ότι δεν πρόκειται να παραιτηθεί ακόμα κι αν του ζητηθεί από τον Τραμπ
Απολύσεις και μειώσεις μισθών ανακοίνωσε η Nissan
Η Nissan θα μειώσει την παραγωγική ικανότητα κατά 20% και τα στελέχη θα δεχτούν περικοπές μισθών.
«Ωρολογιακή βόμβα» τα (επανα)ρυθμισμένα εμπορικά δάνεια ακινήτων των τραπεζών
Οι τράπεζες φαινόταν σε πολλές περιπτώσεις να προσφέρουν ρυθμίσεις σε δανειολήπτες ακινήτων με μοναδικό σκοπό την αναβολή της διαγραφής, προειδοποιεί η Fed
Πώς ετοιμάζεται η Κίνα για δασμούς Τραμπ
Η Κίνα προετοιμάζεται για αύξηση δασμών μετά την εκλογή Τραμπ εντείνοντας τις εξαγωγές και εξαγγέλοντας δημοσιονομικά μέτρα τόνωσης
Ο διεσεκατομμυριούχος που έβαλε πλώρη για το υπουργείο Οικονομικών του Τραμπ - Και τι δεν κάνει
Ο δισεκατομμυριούχος είχε χρηματίσει σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ στην προηγούμενη κυβέρνηση του