Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι υπουργοί του OPEC+ (δηλαδή των 13 χωρών-μελών του καρτέλ με προεξάρχουσα τη Σαουδική Αραβία και 10 ακόμα πετρελαιοπαραγωγικών χωρών που δεν μετέχουν στον Οργανισμό με προεξάρχουσα τη Ρωσία) συνεδριάζουν την Τετάρτη «με φυσική παρουσία για πρώτη φορά μετά το Μάρτιο του 2020», όπως ανακοινώθηκε το Σάββατο από τον ίδιο τον Οργανισμό.

Το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) θεωρεί ότι η σύνοδος των υπουργών Πετρελαίου ευλόγως θα προσλάβει πανηγυρικό χαρακτήρα αφού είναι η πρώτη φορά που θα συγκεντρωθούν στην έδρα το OPEC στη Βιέννη οι εκπρόσωποι των πετρελαιοπαραγωγών του πλανήτη μετά από δύο και πλέον έτη τηλεδιασκέψεων που επέβαλαν τα μέτρα έκτακτης υγειονομικής ανάγκης για την αντιμετώπιση της Covid-19. Πρόκειται για μια σύναξη που συνοδεύεται από μια έντονη φημολογία ότι θα καταλήξει σε μια σημαντική μείωση της παγκόσμιας πετρελαϊκής προσφοράς.

Διαβάστε επίσης – Ο λάθος τρόπος επίλυσης της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη

Και όμως, οι τιμές γκρεμίστηκαν

«Καθώς οι οικονομικές προοπτικές σκοτεινιάζουν και μαζί μ’αυτές ψαλιδίζονται οι προσδοκίες για την ενεργειακή ζήτηση, οι γκρίνιες και οι μουρμούρες εντείνονται», μεταδίδει το AFP. Το πρακτορείο αναφέρεται στους δύο παγκόσμιους δείκτες αναφοράς του αργού πετρελαίου, που έχουν υποχωρήσει απότομα μετά από την τελευταία (διαδικτυακή) σύνοδο του OPEC+ τον Σεπτέμβριο.

Όντως, στα βενζινάδικα – ιδιαιτέρως τα ελληνικά, διότι η χώρα μας συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον ακριβών σε ό,τι αφορά τις τιμές των υγρών καυσίμων – η εικόνα που σχηματίζει κάποιος είναι τελείως πλασματική. Βλέπει επί παραδείγματι ο Έλληνας καταναλωτής την τιμή της αμόλυβδης από τα 2,20 ευρώ το λίτρο, που ήταν την περασμένη άνοιξη στις αρχές του πολέμου στην Ουκρανία, να έχει υποχωρήσει στα 1,80 ευρώ το λίτρο (μιλάμε για τα πιο φθηνά πρατήρια της πρωτεύουσας).

Διαπιστώνει δηλαδή ότι η αποκλιμάκωση της τιμής είναι της τάξεως του 18,2%. Στις διεθνείς αγορές πετρελαίου, όμως, η τιμή του πετρελαίου Βόρειας Θάλασσας (τύπου Brent), που αποτελεί τιμή αναφοράς για τις ευρωπαϊκές αγορές πετρελαιοειδών, έφθασε να υποχωρεί στα 80 δολάρια το βαρέλι το Σεπτέμβριο από το υψηλότερο επίπεδο των 139,13 δολαρίων στο οποίο είχε εκτιναθχεί τον περασμένο Μάρτιο. Πρόκειται για πραγματική κατάρρευση της τιμής του Brent κατά 43%.

Η αγωνία στα πρόσωπά τους

Πριν από την πανδημία οι πετρελαϊκοί παραγωγοί συναντιούνταν δύο φορές το χρόνο στην αυστριακή πρωτεύουσα. Κάθε άνοιξη και κάθε φθινόπωρο. Αλλά από την άνοιξη του 2020, που επιβλήθηκαν τα λοκντάουν και τα άλλα μέτρα περιορισμού της πανδημίας, οι 23 υπουργοί του OPEC+ συναντώνται κάθε μήνα μέσω τηλεδιάσκεψης, για να θέσουν επί τάπητος και να αποκρυπτογραφήσουν τις συνθήκες της αγοράς και να προσαρμόσουν ανάλογα τους στόχους τους σε ένα διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από μια πρωτοφανή αστάθεια σε ό,τι αφορά τη ζήτηση.

Την άνοιξη του 2020 μπροστά στην άνευ προηγουμένου κατάσταση που είχε δημιουργηθεί καθώς η παγκόσμια οικονομία και το εμπόριο είχαν «κατεβάσει τα ρολά», και καθώς οι τιμές είχαν τεχνικά υποχωρήσει σε αρνητικό έδαφος (κάτι που επίσης δεν αντιλήφθηκε ο καταναλωτής παρακολουθώντας το μετρητή της αντλίας), ο OPEC+ είχε λάβει τη ριζοσπαστική απόφαση να αφήσει εκατομμύρια βαρέλια αργού στα… κοιτάσματά του για να μην πλημμυρίσει η αγορά με πετρέλαιο που δεν θα μπορούσε να απορροφηθεί από την αγορά λόγω των υγειονομικών περιορισμών.

Η συνταγή λειτούργησε. Οι τιμές ανέκαμψαν συνεπικουρούμενες και από εξωγενείς παράγοντες, όπως το τεράστιο μπάχαλο που δημιουργήθηκε στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα εξαιτίας της πολιτικής μηδενικής ανοχής στην Covid που ακολουθεί το Πεκίνο ή και τυχαίων περιστατικών, όπως το κλείσιμο της Διώρυγας του Σουέζ από ένα τεραστίων διαστάσεων φορτηγό πλοίο.

Πόλεμος, δολάριο και ενεργειακή κρίση

Η ηρεμία επέστρεψε στους κόλπους των πετρελαιοπαραγωγών, που αποφάσισαν πέρυσι να αυξήσουν πάλι την παραγωγή τους. Όμως τα σύννεφα του πολέμου που πύκνωναν πάνω από την Ευρώπη και σε συνδυασμό με την διαρκή ενίσχυση της ισοτιμίας του δολαρίου στις διεθνείς αγορές είχαν ως αποτέλεσμα να αλλάξει και πάλι άρδην το σκηνικό. Το αμερικανικό δολάριο είναι ως γνωστόν το νόμισμα αναφοράς στις αγορές πετρελαίου και η ενίσχυσή του περιορίζει την αγοραστική δύναμη που έχουν οι επενδυτές που χρησιμοποιούν άλλα νομίσματα. Ευλόγως ένα ισχυρό δολάριο συμπιέζει τις τιμές πετρελαίου και το αντίθετο, όταν πέφτει το δολάριο ενισχύεται η τιμή του αργού.

Ο πόλεμος εν τέλει ξέσπασε τον περασμένο Φεβρουάριο και μαίνεται εδώ και οκτώ πλέον μήνες. Ο πληθωρισμός έχει εκτιναχεί σε Ανατολή και Δύση (κυρίως στη Δύση) εν πολλοίς λόγω της εκτίναξης του ενεργειακού κόστους. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας επιβραδύνονται, όλο και περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί, ανεξάρτητα οικονομικά ινστιτούτα και αναλυτές προειδοποιούν για τον κίνδυνο μιας νέας ύφεσης και στις αρχές Σεπτεμβρίου το διευρυμένο με τους κύριους αυτουργούς του πολέμου (τους Ρώσους) πετρελαϊκό καρτέλ αποφάσισε να περιορίσει πάλι την παραγωγή του για να αποτρέψει νέα κατάρρευση των τιμών.

Η μείωση του Σεπτεμβρίου (που αφορούσε την παραγωγή του Οκτωβρίου) ήταν συμβολική: μόλις 100.000 βαρέλια ημερησίως σε μια παγκόσμια παραγωγή που υπολογίζεται στα 11,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Τις τέσσερις εβδομάδες που μεσολάβησαν το όλο σκηνικό σκοτείνιασε περαιτέρω. Παρά τις αυξημένες ενεργειακές ανάγκες του χειμώνα στο βόρειο ημισφαίριο όλοι πλέον στοιχηματίζουν στην κάθετη πτώση της πετρελαϊκής ζήτησης για οικονομικούς λόγους (ύφεση) αλλά και για λόγους συγκυριών στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος (περαιτέρω ενίσχυση του δολαρίου). Ευλόγως ποντάρουν και στη μείωση της προσφοράς.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Τζιτζικώστας : Το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη τον Φεβρουάριο του 2023, δεν έπρεπε να συμβεί
Διεθνή |

Το δυστύχημα στα Τέμπη, δεν έπρεπε να συμβεί - Η ασφάλεια κορυφαία προτεραιότητά μου, λέει ο Τζιτζικώστας

Ο υποψήφιος για τη θέση του Επιτρόπου Μεταφορών μιλώντας στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο είπε ότι « Ένα τέτοιο δυστύχημα δεν πρέπει να ξανασυμβεί πουθενά στην Ευρώπη»