Πριν από την Πανδημία, η Βραζιλία του Μπολσονάρο, κατατασσόταν, με βάση τον συνολικό Δείκτη Παγκόσμιας Υγειονομικής Ασφάλειας – Global Health Security (GHS) Index, ανάμεσα στις πλέον καλά προετοιμασμένες χώρες του κόσμου για την αντιμετώπιση πιθανών επιδημιών, μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο του, αναλόγων χαρακτηριστικών, Μπόρις Τζόνσον, τις Ηνωμένες Πολιτείες του συμμετρικού του Μπολσονάρο, ως προς τον γεωγραφικό άξονα το λαϊκίστικου ναρκισσισμού, στο βόρειο ημισφαίριο της αμερικανικής ηπείρου, Ντόναλντ Τραμπ και τη Χιλή.
Από τη στιγμή, όμως που ξέσπασε η COVID-19 οι χώρες αυτές επέδειξαν ορισμένα από τα παγκοσμίως χειρότερα αποτελέσματα στην αντιμετώπισή του πανδημικού κύματος του Κορωνοϊού. Tον Σεπτέμβριο του 2020, μετά το πρώτο εξάμηνο του Κορωνοϊού, οι Ηνωμένες Πολιτείες οδηγούσαν, σε απόλυτους αριθμούς τη θλιβερή κούρσα τόσο των περιστατικών μολύνσεως, όσο και των θανάτων από τον SARS-CoV-2, με τη Βραζιλία να καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στην κατάταξη των θανάτων, ακολουθούμενη, σε ότι αφορά στις χώρες της Νοτίου Αμερικής από τη Χιλή, την ίδια ώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο εμφάνιζε το υψηλότερο ποσοστό θανάτων, κατά κεφαλήν, ανάμεσα στις χώρες του G7.
Επιχειρώντας να εξηγήσει τις αποστομωτικές αποτυχίες των χωρών αυτών η πολιτισμική και ιατρική ανθρωπολόγος και Επίκουρη Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνια, Martha Lincoln καταδεικνύει ως κοινό σημείο των χωρών αυτών (για τις οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να σημειωθεί πως ούτε ο Ντοναλντ Τραμπ, ούτε ο Μπόρις Τζόνσον, ούτε ο Ζαΐρ Μπολσονάρο βρίσκονται, πλέον, στο τιμόνι της διακυβέρνησής τους ) τον “εξαιρετισμό”, ο οποίος σκιαγραφείται μέσα από την ιδιαίτερη θέαση του εαυτού τους ως “ξεχωριστές”, σε σχέση με τις άλλες χώρες.
Οι αναποτελεσματικές απαντήσεις τους στην COVID-19 υποδεικνύουν, σύμφωνα πάντα με το άρθρο της Martha Lincoln που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature τον Σεπτέμβριο του 2020, πως η οπτική του “εξαιρετισμού” (“exceptionalism”) μπορεί να συσχετισθεί, σε παγκόσμια κλίμακα, με χειρότερα αποτελέσματα σε ότι αφορά στη Δημόσια Υγεία. Η διερεύνηση αυτής της συσχέτισης μπορεί να βοηθήσει στον επανακαθορισμό της έννοιας της ετοιμότητας και να επιτρέψει σε πιο ακριβείς προβλέψεις ως προς την επιτυχημένη ή την αποτυχημένη διαχείριση μελλοντικών Πανδημιών.
Ο λαϊκιστής ηγέτης της Βραζιλίας, Jair Bolsonaro ο οποίος ηττήθηκε οριακά στις πρόσφατες εκλογές, είχε υποδηλώσει, μέσα από τις δημόσιες τοποθετήσεις του, τον Μάρτιο του 2020 πως οι Βραζιλιάνοι είναι αρκετά ανθεκτικοί ώστε να επιβιώσουν της λοίμωξης, οπότε δεν υπήρχε λόγος για κάποιας μορφής υποχρεωτικές προφυλάξεις. Το αποτέλεσμα αυτής της χαοτικής εθνικής απάντησης της χώρας επέτρεψε στην επιδημία να λάβει ανεξέλεγκτη διάσταση στη Βραζιλία. Ίσως να ήταν και αυτή μία από τις αιτίες της οριακής ήττας του Μπολσονάρο από τον -έχοντα αντιμετωπίσει κατά το παρελθόν βαριές κατηγορίες για διαφθορά- αντίπαλό του Lula da Silva.
Ο “εξαιρετισμός”, επίσης, της γειτονικής για τη Βραζιλία Χιλής επικαλούταν για να περιγράψει τους σταθερούς, πλέον, δημοκρατικούς θεσμούς του έθνους, το επαρκές νομικό της σύστημα και την ακμάζουσα οικονομία ελεύθερης αγοράς, αλλά τα κρούσματα της COVID-19, στη χώρα, εκτοξεύθηκαν όταν έφτασαν στις χαμηλού εισοδήματος κοινότητες. Παρότι η Χιλή είχε ένα ρωμαλέο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, τα επιδημιολογικά αποτελέσματα που κατέγραψε στο πρώτο εξάμηνο της Πανδημίας απεκάλυψαν ανησυχητικά επίπεδα ανεπάρκειας. Η αυτοκολακευτική εικόνα της χώρας μπορεί να ήταν αυτή που παρέσυρε τους ηγέτες της στην υποτίμηση της ευαλωτότητάς της απέναντι στον ιό. Αυτή η υπέρμετρη αυτοπεποίθηση ως προς την ικανότητα ενός έθνους να ανταποκριθεί στην COVID-19 μπορεί να γίνει ορατή σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, από τις περικοπές σε Προγράμματα επιδημιολογικής ετοιμότητας, μέχρι τους πολίτες που αρνιόταν να φορέσουν μάσκες στους δημόσιους χώρους.
Η Πανδημία προσέφερε και προσφέρει, με όρους πολιτικής διακυβέρνησης, ένα τεράστιο φυσικό “πείραμα” πάνω στις επιδράσεις της “Ύβρεως” στη Δημόσια Υγεία. Για να μη θρηνούμε εκατόμβες αδικοχαμένων συνανθρώπων μας και να αποφεύγουμε αδιέξοδες και οδυνηρές καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν, τόσο στη Δημόσια Υγεία, όσο και στην οικονομία ή τις διεθνείς σχέσεις, λόγω αλαζονικών ηγετών οι οποίοι δεν λαμβάνουν έγκαιρα μέτρα, παρασυρμένοι από τη διογκωμένη εικόνα “εξαιρετισμού” που κυριαρχεί στη θολωμένη κρίση τους τόσο για τον εαυτό τους, όσο και για τη χώρα τους, θα πρέπει να επανεκτιμήσουμε τα κριτήρια με τα οποία τους εκλέγουμε.
Η παγκόσμια πολιτική ζωή έχει άμεση ανάγκη από ασφαλιστικές δικλίδες ενάντια στον λαϊκισμό του “εξαιρετισμού”. Ένας πρόσφορος, για τους ερευνητές, τρόπος ώστε να μετρήσουν και να συγκρίνουν τις παγκόσμιες εκφάνσεις του τελευταίου είναι η μελέτη των τάσεων της κοινής γνώμης, μέσω σχετικών ερευνητικών εργαλείων, την ίδια στιγμή που ο “εξαιρετισμός” μπορεί να προσδιορισθεί και μέσα από την προσεκτική ανάλυση των όσων οι ηγέτες κάθε χώρας εκφράζουν δημόσια.
*Xρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD, Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών, Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ, Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας