Οι ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές για Βουλή και Γερουσία θα εχουν σημαντικότατες επιπτώσεις πολυ έξω απο τα σύνορα των ΗΠΑ. Και σίγουρα θα επηρρεάσουν με πολλούς τρόπους και την Ελλάδα. Αφ’ ενός διότι θα έχουν επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη αλλά και διότι σε πολλά πλέον επίπεδα μας αφορούν οι αποφασεις των ΗΠΑ γιά την Τουρκία αλλα και για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αν και στο αμερικανικό σύστημα είναι ο Πρόεδρος που παίζει τον σημαντικότερο ρόλο στην εξωτερική πολιτική το Κονγκρέσσο έχει εξ ίσου μεγάλη σημασία. Κατά κύριο λόγο διότι ελέγχει το “πορτοφόλι” της χώρας κι έχει λόγο για την επέκταση η μείωση προγραμμάτων που έχουν σχέση με αμυντικές δαπάνες η με έλεγχο παραπέρα χρήσης πωληθέντων η παραχωρηθέντων αμερικανικών οπλικών συστημάτων.
Αυτονόητα το Κονγκρέσσο, η Βουλή των Αντιπροσώπων δηλ. και η Γερουσία, μπορεί να ελέγχει τις εξελίξεις σε διάφορους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και τις τύχες των αμερικανικών συμφερόντων. Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει αυτό για το τι ακριβώς συνέβη στο Αφγανιστάν, πως κατέρρευσε έτσι απότομα η εκεί κυβέρνηση μετά την απομάκρυνση των στρατευμάτων των ΗΠΑ και τι γίνεται σήμερα. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ουδέποτε έδωσε κάποιον απολογισμό των χειρισμών της στο Αφγανιστάν και του τι επακολούθησε.
Εξαιρετικής σημασίας επίσης θα είναι το εκλογικό αποτέλεσμα για τον πόλεμο στην Ουκρανία και για τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ρωσία. Αν και οι ρεπουμπλικάνοι θεωρούνται συνήθως ιέρακες δεν πρέπει να ξεχνάμε και την ιδιαίτερη σχέση του Τράμπ με τον Πούτιν. Αν και το Κίεβο θεωρεί πως η αμερικανική στήριξη του αγώνα του είναι διακομματική υπάρχουν δύο σκιές που το ανησυχούν. Το ένα είναι πως οι ΗΠΑ είναι ο κύριος υποστηρικτής με στρατιωτικό υλικό της αμυντικής του προσπάθειας. Η οποιαδήποτε μείωση αυτής της στήριξης μπορεί να αποδειχθει καταστροφική. Να μην μας διαφεύγει πως στην τελευταία ψηφοφορία για βοήθεια στην Ουκρανία, το ενα τρίτο των Ρεπουμπλικανών καταψήφισε! Η δεύτερη σκιά αφορά την αναπόφευκτη ενασχόληση ενός Ρεπουμπλικανικού Κονγκρέσσου με τις παλαιότερες επιχειρηματικές δραστηριότητες του υιου Μπάιντεν με την Ουκρανία. Και που ακριβώς μπορεί αυτές οι έρευνες να οδηγήσουν.
Σε σχέση με την Κίνα επίσης υπάρχουν σοβαρά ερωτηματικά. Σε περιοχές των ΗΠΑ, κυρίως εκεί που υπήρχαν οι χρεωκοπημένες πλέον παληές βιομηχανίες (Rust Belt) η αντίθεση των λαικών εργατικών στρωμάτων προς τις εισαγωγές απο την Κίνα είναι ισχυρότατη. Κι εκεί έγιναν σκληρές μάχες για να εκλεγεί έναντι του Τράμπ ο Μπάιντεν, κι εκεί τώρα η εκλογική μάχη είναι αδυσώπητη. Στο Οχάιο λχ και οι δύο αντίπαλοι για την έδρα της Γερουσίας – ο Ρεπουμπλικάνος J.D. Vance και ο Δημοκρατικός Tim Ryan – υποστηρίζουν την αύξηση της έντασης ενός εμπορικού πολέμου με το Πεκίνο και την προώθηση νομοθεσίας που θα κάνει σχεδόν απαγορευτικές τις εισαγωγες από την Κίνα προιόντων υψηλής τεχνολογίας για την λειτουργία των υπολογιστών.
Στην Γερουσία έμπειροι νομοθέτες όπως οι Tom Cotton και Josh Hawley μαζί με πολλούς καινούργιους όπως (αν εκλεγούν βέβαια) ο Vance στο Οχάιο και ο Blake Masters στην Αριζόνα, θα πιέσουν αφόρητα για εξοπλισμό της Ταιβάν, ώστε να μετατραπεί σε απόρθητο οχυρό απέναντι στην Κίνα. Βλέπουμε εξ’ άλλου αρκετά καθαρά πως η πολιτικη της σημερινής αμερικανικής κυβέρνησης είναι ήδη πολύ πιό επιθετική, ακόμα κι από την εποχή Τράμπ, απέναντι στο Πεκίνο.
Στη δική μας περιοχή είναι πολύ δύσκολο να γίνουν προβλέψεις. Ενα θέμα ανησυχητικό είναι πως μιά επιτυχία μεγάλη των Ρεπουμπλικάνων που θα τους οδηγήσει σε κατάληψη και της Γερουσίας θα έχει σαν συνέπεια να χάσει ο φίλα προσκείμενος στην Ελλάδα γερουσιαστής Μenendez την Προεδρία της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων. Με τον Ρεπουμπλικάνο Michael McCaul αντίστοιχα τότε επικεφαλής της σχετικής Επιτροπής στη Βουλή των Αντιπροσώπων, οι ισορροπίες θα αλλάξουν σημαντικά. Και είμαι σίγουρος πως οι Τούρκοι δουλεύουν ήδη εντατικά για να εκμεταλλευθούν τότε το νέο τοπίο. Θα πρέπει όμως να λάβουμε υπ όψιν κάποια δεδομένα. Επι Τράμπ ο Ερντογάν απολάμβανε την εκτίμηση, και “προστασία”(;), του ίδιου του Προέδρου. Οχι ομως και του κατεστημένου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Τότε είχαν ξεκινήσει οι εκτιμήσεις πως ο Ερντογάν δεν είναι αξιόπιστος σύμμαχος (Ally No More) από κύκλους και συντηρητικα Think Tanks της Ουάσινγκτον (λχ Heritage Foundation). Είναι ζήτημα προσεκτικών κινήσεων και επαφών με τους κατάλληλους ανθρώπους ώστε ένα ελεγχόμενο από Ρεπουμπλικάνους Κονγκρέσσο να μην μας γυρίσει ψυχρά την πλάτη.
Αυτό που θελει προσοχή είναι η σωστη ανάγνωση της Ρεπουμπλικανικής μετα-Τραμπ αντίληψης “Πρώτα η Αμερική” σε σχέση με την παρεμβατική στο εξωτερικό συμπεριφορά και παράδοση των Δημοκρατικών. Πολλά πράγματα παραδοσιακά δεδομένα για την αμερικανική εξωτερική πολιτική κλονίζονται. Ο Γερουσιαστής των Ρεπουμπλικάνων Rand Paul, για παράδειγμα, διατύπωσε την άποψη πρόσφατα πως η Ρωσική επιθετικότητα οφείλεται “στην επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα Ανατολικά”!
Σίγουρα λοιπόν πολλά αλλάζουν. Και μια Αμερική, μετά τις επόμενες Προεδρικές εκλογές του 2024, θα είναι πολύ διαφορετική. Αυτό σημαίνει πως οι όποιες συνεννοήσεις με μιά Δημοκρατική κυβέρνηση θα πρέπει να έχουν άμεσα και χειροπιαστά οφέλη. Κουβέντες περί στήριξης θα πρέπει να συνοδεύονται από γραπτές δεσμεύσεις. Ωστε να αποτελούν στέρεη εγγύηση. Διότι ένα ρεπουμπλικανικό και δυνάμει “απομονωτικό” Κογκρέσσο, δύσκολα θα προστρέξει να υποστηρίξει κάποιον στο εξωτερικό αν δεν διακυβεύεται ενα καθαρό, άμεσο κι ορατό αμερικανικό συμφέρον.