Τη σταδιακή κατάργηση της ονομασίας «ευλογιά των πιθήκων» ανακοίνωσε την Δευτέρα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, μια αλλαγή που αποφασίστηκε λόγω ανησυχίας για στιγματισμό των ασθενών και των κατοίκων της Αφρικής.
Διαβάστε επίσης: Κίνα – κορωνοϊός: Διαδηλώσεις κατά των lockdowns και στην Ουχάν, από όπου ξεκίνησε η πανδημία
Ο νέος όρος «mpox» θα χρησιμοποιείται «παράλληλα με την παλιά ονομασία για έναν χρόνο ενώ το ευλογιά των πιθήκων σταδιακά καταργείται», ανακοίνωσε ο οργανισμός από την έδρα του στη Γενεύη.
Ο ΠΟΥ είχε ξεκινήσει από το καλοκαίρι δημόσιο διάλογο για τη μετονομασία του ιού. Μια από τις πιο δημοφιλείς προτάσεις ήταν το «Mpox» ή «mpox», το οποίο προτάθηκε μεταξύ άλλων από την οργάνωση ανδρικής υγείας RÉZO.
Διαβάστε επίσης: Κορωνοϊός: Η Ελλάδα πρώτη σε κρούσματα και δεύτερη σε θανάτους στην Ευρώπη
Ο διευθυντής της οργάνωσης είχε πει τότε πως το να έρχεται στο μυαλό η εικόνα του πιθήκου δεν βοηθά τον κόσμο να πάρει σοβαρά την υγειονομική κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Tο όνομα ευλογιά των πιθήκων στιγματίζει τους ασθενείς
Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατο άρθρο του Politico, ο ΠΟΥ είχε δεχτεί πιέσεις από την αμερικανική κυβέρνηση να επισπεύσει την αλλαγή.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε απειλήσει να αλλάξει μονομερώς την ονομασία της ασθένειας αν ο ΠΟΥ δεν προχωρούσε αρκετά γρήγορα.
Αιτία ήταν η ανησυχία ότι το όνομα ευλογιά των πιθήκων στιγματίζει τους ασθενείς, ειδικά τους μαύρους, και αποθαρρύνει τον εμβολιασμό κατά της ασθένειας.
Ειδικοί της δημόσιας υγείας και οργανώσεις ΛΟΑΚΤΙ είχαν επίσης εκφράσει ανησυχίες για την ονομασία που απέκτησε η ασθένεια όταν ανακαλύφθηκε σε πιθήκους στην Αφρική το 1958. Υποστήριξαν ότι το όνομα είναι ανακριβές, ενθαρρύνει τα ρατσιστικά στερεότυπα και εμποδίζει τη διεθνή προσπάθεια καταπολέμησής της.
Η ασθένεια έγινε ευρύτερα γνωστή τον Μάιο, όταν ξέσπασε η πρώτη επιδημία εκτός Αφρικής.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, μέχρι τις 22 Νοεμβρίου είχαν καταγραφεί σχεδόν 21.000 κρούσματα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΕ συν Ισλανδία, Λιχτενστάιν και Νορβηγία).
Πηγή: in.gr