Δεν θέλει τον ολοκληρωτικό πόλεμο, λένε οι Αγγλοι, μα τη συνθηκολόγηση. Σας ερωτώ: θέλετε τον ολοκληρωτικό πόλεμο; Τον θέλετε, εάν χρειαστεί, πιο ολοκληρωτικό και ριζοσπαστικό απ’ όσο μπορούμε καν να τον φανταστούμε σήμερα;»

ΓΙΟΖΕΦ ΓΚΕΜΠΕΛΣ

Ηταν 18 Φεβρουαρίου του 1943. Εάν έκρινες από το μαζικό παραλήρημα στο κατάμεστο «Παλάτι του Αθλητισμού» (Sportpalast) του Βερολίνου, θα νόμιζες πως οι Γερμανοί είχαν μόλις κερδίσει την πιο καθοριστική μάχη του πολέμου. Συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Μόλις την είχαν χάσει. Τα θλιβερά απομεινάρια της 6ης στρατιάς του στρατάρχη φον Πάουλους  (μαζί με τον ίδιο τον φον Πάουλους που, παρά τη ρητή εντολή του Χίτλερ, προτίμησε την αιχμαλωσία από την αυτοχειρία) είχαν παραδοθεί στους Σοβιετικούς, ενώ και τα νέα από τη Βόρεια Αφρική δεν ήταν καλύτερα: το εκρηκτικό σερί από θριάμβους του Ρόμελ είχε λάβει τέλος οριστικά· εφεξής θα ξεκινούσε η αργόσυρτη επώδυνη οπισθοχώρηση. Οπως το είχε διατυπώσει επιγραμματικά ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, τρεις μήνες νωρίτερα, αμέσως μετά την παρθενική νίκη των Βρετανών στο Ελ Αλαμέιν: «Δεν είναι το τέλος. Δεν είναι καν η αρχή του τέλους. Ισως όμως είναι το τέλος της αρχής».

Μπροστά σε αυτή τη δυσοίωνη προοπτική στα πεδία των μαχών, ο Χίτλερ έπρεπε να διαλέξει: αναδίπλωση ή φυγή προς τα εμπρός; Ο ίδιος δεν ήταν σίγουρος. Υπολόγιζε ακόμη το «εσωτερικό μέτωπο», τις φωνές διαμαρτυρίας που μπορεί να υπέσκαπταν το ηθικό των φαντάρων στην πρώτη γραμμή, το ενδεχόμενο να υπερισχύσει η ηττοπάθεια, η «πισώπλατη μαχαιριά», όπως είχε συμβεί και κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βέβαια, υπήρχε μια μεγάλη ειδοποιός διαφορά με το «τότε»: οι Εβραίοι, οι εμπνευστές της «μαχαιριάς», είχαν τώρα τεθεί εκτός μάχης – αλλά και πάλι, στο μυαλό του Χίτλερ, δεν ήταν ξεκάθαρο πόσο μακριά και πόσες επιπλέον θυσίες άντεχε να υποστεί ο πολύπαθος γερμανικός λαός. Απεναντίας, ο Γκέμπελς πίστευε ότι η «φυγή προς τα εμπρός» είναι μονόδρομος.

Η φιέστα στο Sportpalast, επιμελώς προσχεδιασμένη στις υποτιθέμενες «αυθόρμητες» λεπτομέρειές της, είχε στηθεί από τον υπουργό Προπαγάνδας προκειμένου να πεισθεί ο Χίτλερ ότι «εδώ που φθάσαμε» δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από τον ολοκληρωτικό πόλεμο: γαία πυρί μιχθήτω. Και τον έπεισε.

Η τακτική της «καμένης γης», όπου δεν ισχύει πλέον κανένα μέτρο προστασίας για τον άμαχο πληθυσμό, εφαρμόστηκε ευλαβικά έως το παρά πέντε της λήξης του πολέμου – και κυριολεκτικά, μέσα σε αυτό το παρά πέντε, σώθηκαν από το παρανάλωμα ιστορικές πρωτεύουσες, όπως το Παρίσι. Το χειρότερο; Μεταλαμπαδεύτηκε και στην τακτική των Συμμάχων που, λίγους μήνες πριν σιγήσουν τα όπλα, ισοπέδωσαν όλες τις γερμανικές πόλεις αδιακρίτως.

Εκτοτε η παρακαταθήκη του Γιόζεφ Γκέμπελς στο Sportpalast βρήκε πολλούς πρόθυμους αποδέκτες, πρωτίστως ανάμεσα σε στρατόκαβλους που δεν συμφιλιώνονται με το ενδεχόμενο της ήττας, αλλά θεωρείται πάντοτε προπομπός «κακών μαντάτων» – με άλλα λόγια: όποτε ακούς να πλήττουν ανελέητα υδροηλεκτρικές υποδομές αστικών περιοχών, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το «μέτωπο», αντιλαμβάνεσαι πως σιωπηρά παραδέχονται ότι το παιχνίδι στο «μέτωπο» έχει βαλτώσει, εάν δεν έχει χαθεί ανεπιστρεπτί.

Δεν το γνωρίζει ο Βλαντίμιρ Πούτιν; Εξυπακούεται ότι το γνωρίζει – μονάχα που θεωρεί ότι είναι πολύ αργά για να κάνει πίσω. Πολύτιμο χρόνο προσπαθεί να κερδίσει. Ευελπιστεί πως ό,τι δεν κατάφερε ο ίδιος στο «μέτωπο», ίσως, πού ξέρεις, να το καταφέρουν η κόπωση, η απόγνωση και ο χειμώνας. Κυρίως; Ανεκτίμητο χρόνο προτού συνειδητοποιήσει ο ρωσικός λαός ότι δεν είναι απαραίτητο να αυτοκτονήσει μαζί του.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Απόψεις