Με επενδύσεις 88 εκατ. ευρώ την τελευταία 8ετία, παράγοντας το 1 στα 3 γιαούρτια στην ελληνική αγορά, εξαγωγές σε 42 χώρες και τζίρο που θα φτάσει το 2023 τα 200 εκατ. ευρώ, ο Παναγιώτης Τσινάβος, πρόεδρος και CEO της γαλακτοβιομηχανίας Κρι-Κρι δεν μπορεί παρά να αισθάνεται περήφανος για την εξέλιξη του μικρού ζαχαροπλαστείου από… τας Σέρρας.
Για το επίτευγμά του να μετατρέψει μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση σε μία σύγχρονη και δυναμικά αναπτυσσόμενη γαλακτοβιομηχανία, παγκόσμιας εμβέλειας, η οποία καταφέρνει να διπλασιάζει τον τζίρο και την κερδοφορία της σχεδόν κάθε 5 χρόνια, ο κ. Τσινάβος βραβεύτηκε χθες ως Manager of the Year 2022.
Να σημειωθεί ότι ο θεσμός του Manger of the Year επανήλθε με χορηγό επικοινωνίας τον ΟΤ.
Διαβάστε επίσης: ΚΡΙ-ΚΡΙ: Στα 4,06 εκατ. ευρώ τα καθαρά κέρδη το πρώτο εξάμηνο
Η εισηγμένη γαλακτοβιομηχανία αυξάνει συνεχώς το μερίδιό της στα επώνυμα προϊόντα γιαουρτιού (από 12% το 2016 στο 17,1% φέτος), ενώ παράγει πάνω από το 95% των γιαουρτιών ιδιωτικής ετικέτας στην Ελλάδα.
Την ίδια ώρα στον κλάδο του παγωτού διευρύνει συνεχώς το «αποτύπωμά» της στην εγχώρια αγορά (σε όγκους από 14,6% το 2020 στο 15,4% στο φετινό οκτάμηνο, δεύτερη θέση στην Ελλάδα), ενώ ανεβαίνουν συνεχώς και οι εξαγωγές.
Για την νέα χρονιά ο στόχος έχει τεθεί ακόμη πιο ψηλά, με τη διοίκηση να προβλέπει συνολικό τζίρο άνω των 200 εκατ. ευρώ ενώ για την τρέχουσα χρήση που φτάνει στο τέλος της προβλέπεται ότι οι συνολικές πωλήσεις θα κλείσουν στην περιοχή των 165 εκατ. ευρώ.
Πώς ο Τρούμαν απογείωσε το επαρχιακό ζαχαροπλαστείο
Βλέποντας στις εφημερίδες τη φωτογραφία ενός λεβέντη κρητικού που έφτασε με στρατιωτικό αεροπλάνο στην Αμερική μόνο και μόνο για να δωρίσει στον πρόεδρο Χάρι Τρούμαν ένα μικρό αγρίμι (κρητικός αίγαγρος), ένας νεαρός ζαχαροπλάστης στις Σέρρες, ο Γιώργος Τσινάβος, εντυπωσιάστηκε με το όνομα που «βάφτισε» ο τότε πλανητάρχης το αγέρωχο ζώο: Κρι-Κρι.
Ο Τρούμαν δημιούργησε εκ του μη όντως αυτό το όνομα (από το πρώτο συνθετικό της λέξης Κρήτη), πιθανόν για να εκθειάσει την πράξη του δωρητή, ωστόσο ο Γιώργος Τσινάβος είδε σ’ αυτόν τον τρόπο για να κάνει το παγωτό του γνωστό.
Εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’50, στις μεταπολεμικές Σέρρες έκαναν θραύση τα παγωτά με την επωνυμία Μπιλ-Μπολ, καθώς και τα ανταγωνιστικά τους Τρικ-Τρακ. Εάν έλεγε λοιπόν το «κασσάτο» του «Κρι-Κρι», ενδεχομένως να είχε καλύτερη τύχη από πριν που ήταν ανώνυμο. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι το κασσάτο ήταν ένα «ιδιαίτερο» παγωτό, βασισμένο στο πρόβειο γάλα με πολύ πλούσια γεύση.
Εκ του πρακτέου αποδεικνύεται πως η σκέψη του δαιμόνιου Ηπειρώτη, μεγαλωμένου στις Σέρρες, αποδείχθηκε πολύ σωστή, αλλά όπως λέει σήμερα ο γιος του Παναγιώτης Τσινάβος, το ευρηματικό όνομα συνδυάστηκε με ένα πολύ καλό προϊόν.
Η αλήθεια είναι βέβαια πως αυτό που αντιπροσωπεύει σήμερα η Κρι-Κρι δεν συνέβη από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάστηκε πολύ δουλειά και αρκετή τύχη.
Το 1963, σε ηλικία μόλις 33 ετών, απεβίωσε ο ιδρυτής της Κρι Κρι και τη διαχείριση ανέλαβαν η σύζυγός του Αναστασία και ο αδερφός του Σπύρος Τσινάβος, οι οποίοι συνέχισαν με επιτυχία το έργο του.
Το 1971, περίπου δεκαεπτά χρόνια μετά την ίδρυση, έγινε ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός με την τοποθέτηση της πρώτης αυτόματης γραμμής παγωτού.
Η δεύτερη γενιά
Μια δεκαετία μετά, το 1983, ο Παναγιώτης Τσινάβος, γιος του ιδρυτή, μετά τις σπουδές του εισέρχεται ενεργά στην εταιρεία.
Χωρίς φανφάρες και ακροβατισμούς, από το 1987 που ανέλαβε τις πωλήσεις της εταιρείας ο Παναγιώτης Τσινάβος όργωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας τις υποδομές για ένα αξιοπρεπές δίκτυο εκτός των Σερρών και της γειτονικής Ξάνθης.
Έχοντας ήδη ψάξει το θέμα παγωτό σε βάθος όταν έκανε το μεταπτυχιακό περί της τεχνολογίας του γάλακτος στο Lodi στο Μιλάνο, βελτίωσε την παραγωγή, εκσυγχρόνισε τη μονάδα, ενώ το 1991 η Κρι-Κρι Βιομηχανία Γάλακτος ήταν από τις πρώτες ελληνικές επιχειρήσεις που άρχισαν να δραστηριοποιούνται στην αγορά της Βόρειας Μακεδονίας, που τότε λεγόταν πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Εν τω μεταξύ είχε ξεκινήσει και την παραγωγή παραδοσιακού πρόβειου και αγελαδινού γιαουρτιού από φρέσκο γάλα του νομού Σερρών.
Πρεμιέρα στην Αθήνα
Για ενάμισι χρόνο την περίοδο 1993-1994, ο Παναγιώτης Τσινάβος κάθε σαββατοκύριακο βρισκόταν στην Αθήνα, παρακολουθώντας μαζί με άλλους 10 επιχειρηματίες της βορείου Ελλάδας ένα σεμινάριο του ΕΛΚΕΠΑ, το πάλαι ποτέ Ελληνικό Κέντρο Παραγωγικότητας (καταργήθηκε το 1998).
Πέρα απ’ αυτά που έμαθε μ’ όλο αυτό το πήγαινε-έλα, φρόντισε να καλλιεργήσει και το έδαφος ώστε το 1996 να δουν οι Αθηναίοι τα πρώτα κίτρινα ψυγεία με την επιγραφή «Κρι-Κρι».
Με προσεκτικά βήματα και υλοποιώντας ένα αρκετά βαρύ επενδυτικό πρόγραμμα, 4 χρόνια αργότερα οι πρωτευουσιάνοι εκτός από σερραϊκό παγωτό, άρχισαν να τρώνε και σερραϊκό γιαούρτι σε οικογενειακή χορταστική συσκευασία.
Έχοντας σε μικρογραφία το προφίλ των ανταγωνιστών του, συνειδητοποιεί πως καλύτερα πρώτος στο χωριό παρά ανάμεσα σε πολλούς στην πόλη (για να το πούμε ευγενικά).
Έτσι δεν μπαίνει στον πειρασμό να λανσάρει γάλα πανελλαδικά, αλλά το βγάζει μόνο για το νομό Σερρών, που έτσι κι αλλιώς η κυριαρχία της ΚΡΙ-ΚΡΙ είναι αδιαμφισβήτητη.
Γνωρίζει επίσης πως τα περιθώρια κέρδους στο γάλα έναντι των αντίστοιχων σε γιαούρτι και παγωτό είναι πολύ ισχνά, κάτι που τον δικαιώνει σήμερα που ακόμη και οι μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες, οι οποίες διαθέτουν φρέσκο γάλα πανελλαδικά, αναπροσαρμόζουν τη διανομή «κόβοντας» μακρινές περιοχές λόγω κόστους επιστροφών.
Το ταμπλό και οι επενδύσεις
Ένα χρόνο αργότερα, το 2003, έρχεται η σειρά του Χρηματιστηρίου και η εταιρεία εισάγεται στην Παράλληλη Αγορά. Με τα κεφάλαια που αντλεί από την εισαγωγή της, ύψους 6 εκατ. ευρώ, προχωρά σε επενδύσεις για τη δημιουργία ενός νέου υπερσύγχρονου εργοστασίου για την παραγωγική ευρωπαϊκού τύπου γιαουρτιού, ενισχύοντας δραστικά τη θέση της στην αγορά.
Μεθοδικά και αποτελεσματικά η ΚΡΙ-ΚΡΙ καταφέρνει ανάμεσα στα μεγαθήρια να πάρει ένα σεβαστό κομμάτι από τις αγορές παγωτού και γιαουρτιού. Έτσι ο Παναγιώτης Τσινάβος ξεκίνησε να καταστρώνει τα επόμενα βήματα.
Η ενδυνάμωση της προϊοντικής της γκάμας και η επέκταση του δικτύου της, τόσο στην ημεδαπή όσο και στην αλλοδαπή αποτέλεσαν τα δύο νέα στοιχήματα.
Τη δεκαετία του 2000 η εταιρεία παρουσίασε κατακόρυφη ανάπτυξη και αύξηση μεγεθών, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι ο κύκλος εργασιών της από τα επίπεδα των 9,1 εκατ. ευρώ που ήταν το 2000, το 2021 έφθασαν σε 134,6 εκατ. ευρώ, με τη σχετική φετινή επίδοση να υπολογίζεται κοντά στα 165 εκατ. ευρώ.
Μέσα σ’ αυτές τις δύο δεκαετίες, η εταιρεία απογείωσε τις πωλήσεις της στο εξωτερικό (το 50% του τζίρου της πραγματοποιείται εκτός Ελλάδας με εξαγωγές σε 42 χώρες), ενίσχυσε το μερίδιό της στην εγχώρια αγορά (κατέχει την 1η θέση σε όγκο παραγωγής γιαουρτιού), ενώ φρόντισε πέρα από τα επώνυμα προϊόντα να αναπτυχθεί και στα ανώνυμα (αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό για την εγχώρια αγορά γιαουρτιών ιδιωτικής ετικέτας), προστατεύοντας έτσι το τζίρο της σ’ αυτές τις δύσκολες εποχές.
Όσον αφορά στην ελληνική αγορά παγωτού, η Κρι Κρι βρίσκεται στη δεύτερη θέση, αποτελώντας τη μοναδική ελληνική εταιρεία παγωτού με πανελλαδική διανομή. Σε αυτό συμβάλλει κυρίως το ανεπτυγμένο δίκτυο 20.000 σημείων πώλησης, στην παραδοσιακή αγορά.
Σημειώνεται ότι την περίοδο 2014-2022 συνολικά η σερραϊκή γαλακτοβιομηχανία με 500 εργαζόμενους σήμερα πραγματοποίησε επενδύσεις 88 εκατ. ευρώ.
Παραλίγο να καούν όλα
Όλος αυτός ο κόπος τόσων χρόνων παραλίγο να τερματιστεί βίαια παραμονές Χριστουγέννων του 2013, όταν μια μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε ολοσχερώς το εργοστάσιο παραγωγής γιαουρτιού, τη ναυαρχίδα της γαλακτοβιομηχανίας.
Ούτε ο Παναγιώτης Τσινάβος, ούτε οι εκατοντάδες εργαζόμενοι λύγισαν μπροστά στην απώλεια. Σήκωσαν τα μανίκια και μέσα σε 7 μήνες, στα μέσα Αυγούστου του 2014, τέθηκε σε λειτουργία η πρώτη γραμμή παραγωγής γιαουρτιού του νέου εργοστασίου, ένα από τα πιο σύγχρονα εργοστάσια γιαουρτιού στην Ευρώπη.
Βιοαέριο, φωτοβολταϊκά και στο βάθος ο δείκτης ESG
Η Κρι Κρι, που στοχεύει να ενταχθεί στον δείκτη ESG του ΧΑ, επενδύει επίσης στη βιώσιμη ανάπτυξη και στην κυκλική οικονομία.
Στο πλαίσιο αυτό, δημιούργησε τη Μονάδα Βιοαερίου για Παραγωγή Ανανεώσιμης Πηγής Ενέργειας αποκλειστικά από τα υγρά απόβλητα και παραπροϊόντα της βιομηχανίας, μια επένδυση ύψους 6 εκατ. ευρώ.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η συγκεκριμένη επένδυση πραγματοποιήθηκε εξολοκλήρου με ιδία κεφάλαια και αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι η Κρι Κρι μετασχηματίζει το παραγωγικό της μοντέλο βασιζόμενη στα πρότυπα του ESG.
Παράλληλα, έχει τεθεί σε λειτουργία το ολοκληρωμένο σύστημα φωτοβολταϊκών 1 ΜW στις στέγες των παραγωγικών εγκαταστάσεων της εταιρείας, μία επένδυση ύψους 600.000 ευρώ.
Η υλοποιηθείσα μονάδα βιοαερίου και το φωτοβολταϊκό πάρκο καλύπτουν το 25% των αναγκών της επιχείρησης με «πράσινη» ενέργεια.