Η ιστορία του 2022 εμπεριέχει μια από τις πιο βαθιές και σύνθετες προκλήσεις στην παγκόσμια ιστορία (Ουκρανία, Κορωνοϊός, Πληθωρισμός, αυξήσεις Επιτοκίων , αυξήσεις τιμών στο Πετρέλαιο – Αέριο, αναστάτωση στην Κίνα και στον ορίζοντα να ελλοχεύει η ύφεση… ), αλλά επίσης απέδειξε ότι, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, υπάρχει μια επώδυνη ανθεκτικότητα στην λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος.
Το βασικό ερώτημα σε όλο τον κόσμο είναι αν η ύφεση είναι αναπόφευκτη. Υπάρχει μια απλή και βασική αλληλουχία αλυσιδωτών περιστάσεων που μπορεί να μας οδηγήσει στην παραπάνω απάντηση. Για να φτάσουμε σε αυτήν, πρέπει πρώτα να εκτιμήσουμε για πόσο καιρό θα αναγκαστούν οι Κεντρικές Τράπεζες να διατηρήσουν ψηλά τα επιτόκια, το τελευταίο δε εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα υποχωρήσει ο πληθωρισμός.
Οπότε, διερευνούμε αντίστροφα από το τέλος προς την αρχή:
Ήταν ο πληθωρισμός ένα παροδικό πρόβλημα, που προκλήθηκε από αδυναμίες που προέκυψαν από την πανδημία του COVID-19 και αναπόφευκτα θα εξασθενούσε ή ήταν μια πιο θεμελιώδης και δυνητικά διαρκέστερη αλλαγή; Για τους οικονομικούς αναλυτές και τους επιχειρηματίες, ο υψηλότερος πληθωρισμός φαινόταν ήδη «αρκετά μόνιμος» στις αρχές του 2022 ώστε να αναρωτιούνται εάν απαιτείται μια θεμελιώδης αλλαγή στον τρόπο που διευθύνουν και διαχειρίζονται τις επιχειρήσεις τους.
Τους πρώτους μήνες του 2022, γινόταν ολοένα εμφανέστερο ότι ακόμα και το επόμενο έτος – και πιθανώς αργότερα – θα επικρατήσουν ρυθμοί πληθωρισμού πολύ πάνω από το περίπου 2% που έχουν σαν στόχο οι αναλυτές και οι Κεντρικοί Τραπεζίτες σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Ο Πληθωρισμός στις ΗΠΑ έφτασε το καλοκαίρι του 2022 στο 9% – υψηλό 40 ετών (έχοντας υποχωρήσει τον Δεκέμβριο στο 7.1%), και στην ΕΕ στο 10,6% (10,1 τον Νοέμβριο αντίστοιχα). Περίπου το 60% των προηγμένων οικονομιών αντιμετωπίζει ετήσιο πληθωρισμό άνω του 5% αυτήν την στιγμή. Η δε εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι επακόλουθες διαταραχές στις αγορές ενέργειας, γεωργίας και ορυκτών έχουν κάνει πιθανό ότι ο πληθωρισμός θα είναι πιο επίμονος απ’ ό,τι υποδηλώνουν ακόμη και οι αναθεωρημένες προσδοκίες.
Ορθά ακολουθώντας τον καθιερωμένο τρόπο διαχείρισης πληθωρισμού, οι κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως αυξάνουν τα επιτόκια για να μετριάσουν τη ζήτηση και ταυτόχρονα κάνουν τακτικά δηλώσεις για να προσπαθήσουν να ελέγξουν τις προσδοκίες των καταναλωτών και των επιχειρήσεων για τον μελλοντικό πληθωρισμό. Το στοίχημα πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η έγκαιρη και με την αναγκαία ταχύτητα παρέμβαση ώστε να αποφευχθεί η ύφεση, κάτι που, δυστυχώς, δεν είναι εκ των προτέρων προφανές και κρίνεται μόνο από το αποτέλεσμα. Η καίρια διαχείριση γίνεται πλέον πιο επείγουσα, καθώς οι αγορές αναμένουν τώρα ότι ο πληθωρισμός τα επόμενα πέντε χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία θα είναι 1,5%-2% υψηλότερος από τον μέσο όρο της τελευταίας 10ετιας, δηλαδή στο 3,5%-4%.
Οι τελευταίες δύο δεκαετίες χαμηλού πληθωρισμού και αρνητικών ή μηδενικών επιτοκίων ήταν μια εξαίρεση και ούτως ή άλλως αναμενόταν διόρθωση σε υψηλοτέρα επίπεδα στο άμεσο μέλλον.
Η συνήθης ιστορική συμπεριφορά του πληθωρισμού όταν αυτός ξεπεράσει το 5% σε μια αναπτυγμένη οικονομία, είναι ότι χρειάζεται κατά μέσο όρο 5-6 χρόνια για να επιστρέψει στο στόχο των Κεντρικών τράπεζων του 2%.
Οι πιο ισχυρές Κεντρικές τράπεζες του κόσμου βρίσκονται τώρα αντιμέτωπες με δυο δυσάρεστες επιλογές για το 2023: α) να περιορίσουν την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας για να φτάσουν το στόχο του πληθωρισμού στο 2% ή β) να αποδεχθούν σαν στόχο έναν υψηλότερο πληθωρισμό και να αποφύγουν μια βαθιά ύφεση. Φαίνεται ότι κατευθύνονται στο δεύτερο σενάριο, με τον πληθωρισμό να οδηγείται σε ταχεία αποκλιμάκωση στα επόμενα δυο χρόνια (2023 και 2024) και να φτάσει στο 3%-5% (ΗΠΑ και ΕΕ) αλλά από εκεί πέρα να χρειαστεί τουλάχιστον άλλα 2-3 χρόνια ώστε να φτάσει στο 2%.
Άρα, ο έλεγχος του πληθωρισμού συνεπάγεται αυτόματα την περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες και η εκτίμηση για την FED είναι να κορυφώσει στο 5%-6% (από το τρέχον 4,25-4,50%) και για την ΕΚΤ στο 4,5%-5,0% (από το τρέχον 2,5%). Τα επιτόκια των ΗΠΑ είναι πιθανό να είναι τα πρώτα που θα κορυφωθούν – πιθανότατα το πρώτο τρίμηνο του 2023 – και από εκεί οι αγορές θα αρχίσουν να προσβλέπουν σε χαμηλότερα επιτόκια. Αυτό Θα σηματοδοτήσει επίσης μια κορύφωση στην ισοτιμία τού δολαρίου ΗΠΑ. Καθώς το δολάριο θα διακυμαίνεται σε ένα πιο φυσιολογικό σχετικά εύρος το 2024, αυτό είναι πιθανό να λειτουργήσει ως ούριος άνεμος στα κέρδη των εταιρειών πρώτα στις ΗΠΑ και ακόλουθα στην Ευρώπη.
Οπότε, ενώ η απάντηση στο ερώτημα για την πιθανότητα ύφεσης είναι αναπόφευκτα δυστυχώς θετική, παρόλα αυτά το εξελισσόμενο σενάριο δεν είναι απογοητευτικό: Η ύφεση μπορεί να διαρκέσει ήπια επί 2-3 τρίμηνα και μετά να επανέλθει η ανάπτυξη σε θετικά επίπεδα σε μορφή σπιράλ. Άλλωστε, όπως έχει δείξει και το παρελθόν, οι οικονομίες μαθαίνουν πολύ γρήγορα να προσαρμόζονται και να αναπτύσσονται στα προλεγόμενα επίπεδα πληθωρισμού 3%-5%.
Σε αυτό το περιβάλλον, τα χρηματιστήρια θα δοκιμάσουν τις αντοχές τους στο πρώτο εξάμηνο το 2023 με πιθανή διόρθωση 20%- 25%. Κατά το διάστημα αυτό, οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές καλό είναι να επενδύσουν με αμυντικό χαρακτήρα σε Αμερικάνικες και Ευρωπαϊκές μετοχές και ιδιαίτερα στους τομείς των τραπεζών, ενέργειας και υποδομών. Το δεύτερο εξάμηνο του 2023, με τις προσδοκίες να αλλάζουν, είναι πολύ πιθανό να δούμε ενίσχυση των Αμερικανικών και Ευρωπαϊκών μετοχών.
Στο προαναφερθέν περιβάλλον, και παρότι η Ελλάδα επιπρόσθετα αντιμετωπίζει δυο ακόμα προκλήσεις(Εκλογές και Ελληνοτουρκικά) κατά το 2023, έχει όλες τις προδιαγραφές για ανάπτυξη, ναι μεν χαμηλότερη στο 2.5% από το 6% τού 2022, αλλά αρκετά υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρώπης που θα βρεθεί σε ύφεση. Τα ελληνικά ομόλογα θα δώσουν την ευκαιρία σε επενδυτές να βρουν ελκυστικές αποδόσεις για την επόμενη τριετία – πενταετία. Ενώ οι προοπτικές για την οικονομία μπορεί να εξασθενούν, ο τραπεζικός κλάδος θα είναι σε θέση να αντέξει σε έναν νέο ελεγχόμενο κύκλο υψηλότερων κόκκινων δανείων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι Ελληνικές Τράπεζες είναι κεφαλαιακά ενισχυμένες. Στις Ελληνικές μετοχές προτιμητέοι κλάδοι είναι οι Τουριστικές Επιχειρήσεις, η Ενέργεια, οι Υποδομές και οι Τράπεζες.
Κλείνοντας με μια αυξανόμενη θετική δύναμη στην σκέψη όλων μας, υπάρχει σημαντική πρόοδος στην επιστημονική κοινότητα που θα επιφέρει θετικές αλλαγές στην Παγκόσμια κοινωνία, οικονομία και κλίμα. Είναι τεχνολογίες γενικού σκοπού, και μπορούμε να πούμε ότι ισοδυναμούν με κάτι αντίστοιχο της ανακάλυψης του τροχού ή του ηλεκτρισμού.
Για παράδειγμα, η Δημιουργική Τεχνική Νοημοσύνη (ενδεικτική πλατφόρμα είναι το ChatGPT) και άλλα βασικά μοντέλα που ανεβάζουν την υποστηρικτική τεχνολογία σε ένα νέο επίπεδο, μειώνουν τον χρόνο ανάπτυξης εφαρμογών και προσφέρουν ισχυρές δυνατότητες εξέλιξης σε μη τεχνικούς χρήστες, δηλαδή στον γενικό πληθυσμό.
Αυτή η τεχνολογία, η οποία επιτρέπει τη δημιουργία πρωτότυπου περιεχομένου μαθαίνοντας από υπάρχοντα δεδομένα, έχει τη δύναμη να φέρει επανάσταση άμεσα στην καθημερινότητά μας αλλά και στις εταιρείες και βιομηχανίες και να μεταμορφώσει τον τρόπο λειτουργίας τους. Επιτρέποντας την αυτοματοποίηση πολλών εργασιών που εκτελούνταν προηγουμένως από ανθρώπους, η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την αποδοτικότητα και την παραγωγικότητα, να μειώσει το κόστος και να ανοίξει νέες ευκαιρίες για ανάπτυξη. Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις που είναι σε θέση να αξιοποιήσουν αποτελεσματικά την τεχνολογία είναι πιθανό να αποκτήσουν σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Επιπρόσθετα, επιστήμονες της αμερικανικής κυβέρνησης ανακοίνωσαν τον Δεκέμβριο μια σημαντική εξέλιξη στην εκμετάλλευση ενέργειας από πυρηνική σύντηξη, η οποία θα μπορούσε να είναι καταλυτική στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Μέσω αυτής, προσφέρεται η προοπτική μιας σχεδόν ανεξάντλητης φθηνής παραγωγής καθαρής ενέργειας για τις μελλοντικές γενιές, που θα έχει την δυνατότητα απεξάρτησης από γεωπολιτικούς περιορισμούς και επιτάχυνσης της σωτηρίας του περιβάλλοντος.
Αν αυτή η ύφεση όντως αποδειχθεί διαφορετική, ως συντομότερη και πιο ρηχή από τις προηγούμενες, για άλλη μια φορά οι νέες τεχνολογίες, ως καινούργια συνθήκη, θα οδηγήσουν στην έξοδο από αυτήν και σε μια εύρωστη ανάπτυξη.
*Ο Γιώργος Κοφινάκος είναι Senior Advisor Alvarez & Marsal London, Επισκέπτης Καθηγητής Rutgers University, USA, Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ‘’Νέα Γεωργία – Νέα Γενιά’ Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Μέλος Ακαδημαϊκού Συμβουλίου Μεταπτυχιακού Τμήματος Οικονομικού Πανεπιστήμιου Αθηνών, Προέδρος Επενδυτικής Επιτροπής ‘’Sporos Platform’’, Εξωτερικός Σύμβουλος ΙΕ
Latest News
Η συστηματική καταπίεση των γυναικών στην αφγανική κοινωνία δικαιολογεί προσφυγική προστασία
Μία απόφαση-ορόσημο από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ο καπιταλισμός των... «συντρόφων» και οι κίνδυνοι μιας οικονομίας Τραμπ-Μάσκ
Ο Ντόναλντ Τραμπ προσφέρει ένα όραμα φιλικού καπιταλισμού που έχει δελεάσει πολλούς ηγέτες της βιομηχανίας και των οικονομικών
Ψηφιακή έκδοση και διαβίβαση παραστατικών διακίνησης – Γ’ Μέρος
Οι ημερομηνίες διαβίβασης των δεδομένων στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA για τις υπόχρεες οντότητες
Απόλυτη καταστροφή ο Οκτώβριος στο ελληνικό Χρηματιστήριο - Τι συνέβη
Κατεγράφησαν οι χειρότερες μηνιαίες απώλειες του έτους για Γενικό και Τραπεζικό Δείκτη. Υποτιμημένες οι περισσότερες μετοχές σε μεγάλη και μεσαία κεφαλαιοποίηση.
Ψηφιακό ευρώ: ποια τα οφέλη του για εσάς
Το ψηφιακό ευρώ θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τα τραπεζογραμμάτια, παρέχοντας – δωρεάν – μία και μοναδική επιλογή για τις ψηφιακές πληρωμές σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ
Σενάριο σοκ για την οικονομία - Το χτύπημα του Ισραήλ στα πυρηνικά του Ιράν
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι διαχειριστές οικονομικών κινδύνων μπορεί να ελπίζουν για το καλύτερο, αλλά θα πρέπει να προετοιμάζονται για το χειρότερο.
Για μια επιχειρούσα κοινωνία
Το βιβλίο των Αθ. Παπανδρόπουλου και Κώστα Χριστίδη φέρνει στο προσκήνιο τον δημιουργικό δυναμισμό ως δημόσια φιλοσοφία
Πράσινη μετάβαση με ψηφιακές τεχνολογίες
Η προσαρμογή των επιχειρήσεων σε αυτές τις νέες συνθήκες απαιτεί στρατηγικές καινοτομίας και εκσυγχρονισμού
Κληρονομιές: Ορισμένα νομικά θέματα και όχι μόνο
Όσα πρέπει να γνωρίζετε για τις κληρονομιές
Ενεργός γήρανση, απασχόληση και ανεργία
Το επίπεδο της απασχόλησης αποτελεί έναν πιο αντιπροσωπευτικό δείκτη για να εκφράσει την ικανότητα μιας οικονομίας να δημιουργεί απασχόληση και να διαθέτει μια δυναμική αγορά εργασίας