Η Ρωσία είναι ο 12ος μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο (στοιχεία για το 2020). Για την ΕΕ, η Ρωσία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εταίρος όσον αφορά το εμπόριο αγαθών: το 7,5% των συνολικών εισαγωγών εμπορευμάτων της ΕΕ προέρχονται από τη Ρωσία (162,5 δις ευρώ το 2021). Όσο για τις υπηρεσίες, οι εισαγωγές της ΕΕ από τη Ρωσία ανήλθαν μόλις σε 10.1 δις ευρώ το 2021 (1,1% των συνολικών εισαγωγών υπηρεσιών). 

Μετά την προσωρινή υποχώρηση εξαιτίας του κορωνοϊού, οι εισαγωγές αγαθών της ΕΕ από τη Ρωσία αυξήθηκαν το 2021, ξεπερνώντας το επίπεδο του 2019 κατά 12%. Το ίδιο μοτίβο παρατηρήθηκε και με τις εισαγωγές υπηρεσιών, με τη διαφορά ότι οι τελευταίες το 2021 παρέμεναν 21% χαμηλότερα από το επίπεδο του 2019. 

Όμως σε βάθος δεκαετίας οι εισαγωγές αγαθών από τη Ρωσία αυξάνονται σε αξία άλλα μειώνονται ως ποσοστό του ΑΕΠ: από 155,7 δις ευρώ(1,42% του ΑΕΠ της ΕΕ)το 2010 σε 162,5 δις ευρώ (1,12% του ΑΕΠ) το 2021. Μεταξύ 2010 και 2019 (οπότε έχουμε πλήρη στοιχεία), σημειώθηκε μείωση των εισαγωγών ρωσικών εμπορευμάτων σε 13 από τα 27 κράτη μέλη σε απόλυτα μεγέθη, και σε 19 από τα 27 κράτη μέλη ως ποσοστό του ΑΕΠ. Στην Ελλάδα το ειδικό βάρος των ρωσικών  εισαγωγών αγαθών στο ΑΕΠ έμεινε σχεδόν σταθερό (από 2,15% του ΑΕΠ το 2010 σε 2,17% το 2019), όμως σε αξία οι εισαγωγές αγαθών από τη Ρωσία στην Ελλάδα υποχώρησαν (από 4,8 το 2010 σε 3,8 δις ευρώ το 2019, σε σταθερές τιμές 2015). 

Οι τρεις μεγαλύτεροι εισαγωγείς αγαθών από τη Ρωσία στην ΕΕ το 2021 ήταν η Γερμανία (28,8 δις ευρώ), η Ολλανδία (26,6 δις), και η Πολωνία (16,7δις). Το  ειδικό βάρος των ρωσικών εισαγωγών αγαθών στο ΑΕΠ το 2019 ήταν μεγαλύτερο για τις τρεις Βαλτικές δημοκρατίες (Λιθουανία 9,5% του ΑΕΠ, Εσθονία 5,0%, Λετονία 3,8%) αλλά και για τη Βουλγαρία (5,4%). 

Οι ευρωπαϊκές εισαγωγές αγαθών από τη Ρωσία αφορούσαν κυρίως πρωτογενή αγαθά (68% του συνόλου), κυρίως ενέργεια (62%) και πρώτες ύλες (5%). Τα μεταποιημένα αγαθά (19% του συνόλου) ακολουθούσαν σε απόσταση. 

Στο διμερές εμπόριο με τη Ρωσία η ΕΕ είχε πλεόνασμα στα μηχανήματα και οχήματα (37 δις ευρώ), στα χημικά (13 δις), καθώς και στα τρόφιμα και ποτά (4 δις), ενώ αντίθετα είχε έλλειμμα στην ενέργεια (98 δις ευρώ), στα άλλα αγαθά (19 δις), στις πρώτες ύλες (5 δις), και στα άλλα μεταποιημένα αγαθά (1 δις ευρώ). Το συνολικό ισοζύγιο εμπορευμάτων ήταν ελλειμματικό για την ΕΕ κατά 73,3 δις ευρώ το 2021. Μόνο 4 κράτη μέλη είχαν εμπορικό πλεόνασμα με τη Ρωσία (Τσεχία, Σλοβενία, Σουηδία, Λουξεμβούργο). Από τα υπόλοιπα 23 κράτη μέλη, το μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα με τη Ρωσία κατέγραψαν η Ολλανδία, η Πολωνία, και η Ιταλία. 

Το 2019, οι κύριες υπηρεσίες που εξήγαγε η Ρωσία διεθνώς ήταν διάφορες επιχειρηματικές, επαγγελματικές και τεχνικές υπηρεσίες, αεροπορικές μεταφορές, υπηρεσίες ταξιδιών, και θαλάσσιες μεταφορές. Αντίθετα με το εμπορικό ισοζύγιο (αγαθών), το οποίο όπως αναφέραμε παραπάνω είναι ελλειμματικό για την ΕΕ, το ισοζύγιο του διμερούς εμπορίου υπηρεσιών με τη Ρωσία είναι πλεονασματικό για την ΕΕ (κατά 14,2 δις ευρώ το 2021). Όσον αφορά τις συνολικές εισαγωγές υπηρεσιών της ΕΕ, η Ρωσία είναι ο δέκατος σημαντικότερος εταίρος το 2021. Οι εισαγωγές υπηρεσιών από τη Ρωσία προς την ΕΕ την περίοδο 2010-2019 μειώθηκαν ελαφρά ως ποσοστό του ΑΕΠ της ΕΕ (από 0,10% σε 0,09%), αν και αυξήθηκαν σε όρους αξίας (από 11,2 σε 12,7 δις ευρώ). Το 2019, οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς υπηρεσιών από τη Ρωσία ήταν η Ιταλία (1δις ευρώ), Γαλλία (992 εκατ.), και η Ολλανδία (983 εκατ.).(Για τη Γερμανία δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα.) Με την εξαίρεση της Κύπρου (1,4% του ΑΕΠ το 2019) και τουΛουξεμβούργου (1,2%) το ποσοστό των ρωσικών εισαγωγών στο ΑΕΠ παραμένει κάτω από το 1% για όλα τα άλλα κράτη μέλη. Στην Ελλάδα οι εισαγωγές υπηρεσιών από τη Ρωσία αυξήθηκαν οριακά σε αξία (από 224 εκατ. ευρώ το 2010 σε 272 εκατ. ευρώ το 2019, σε σταθερές τιμές 2015),ενώ το μερίδιο τους στο ΑΕΠ αυξήθηκε ελαφρά (από 0,10% το 2010 σε 0,15% το 2019). 

 

Το πακέτο κυρώσεων του 2014 είχε επιπτώσεις στις εμπορικές σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας, συμβάλλοντας στη συρρίκνωση των ρωσικών εξαγωγών προς την ΕΕ. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έφερε νέες κυρώσεις (9 πακέτα το 2022), ενώ αναμένεται να μειώσει και άλλο την έλξη των ρωσικών προϊόντων για τον Ευρωπαίο καταναλωτή, ακόμη και μετά τη λήξη των εχθροπραξιών. Βέβαια, η συρρίκνωση του διμερούς εμπορίου με τη Ρωσία έχει επιπτώσεις και για την ΕΕ. Σε πολλά κράτη μέλη οι εξαγωγές προς τη Ρωσία μειώθηκαν την προηγούμενη δεκαετία (βλ. προηγούμενο In focus).Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει εκπρόσωπος της βελγικής κυβέρνησης: «Γίνεται όλο πιο δύσκολο να επιβληθούν κυρώσεις που θα πλήξουν σοβαρά τη Ρωσία, χωρίς να υπάρχουν σημαντικές παράπλευρες ζημίες στην ΕΕ.» 

Η Χρύσα Παπαλεξάτου είναι Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη στο Παρατηρητήριο Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ. 

Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι Κύριος Ερευνητής, Επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ, Υπότροφος της Έδρας «Σταύρος Κωστόπουλος», και Καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο Μιλάνου. 

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Γήρανση και φτωχοποίηση: Ενα δίδυμο αδιέξοδο
Experts |

Γήρανση και φτωχοποίηση: Ενα δίδυμο αδιέξοδο

Η αποφυγή ενός διαρθρωτικού και αυξανόμενου δημόσιου ελλείμματος με τάσεις φτωχοποίησης του οικονομικού σχηματισμού και του πληθυσμού, προϋποθέτει την αύξηση του εργατικού δυναμικού με ρυθμό ταχύτερο απ΄αυτόν του συνολικού πληθυσμού